Θέματα φιλοσοφικά, επιστημονικά, κοινωνικά, ψυχολογικά, για τον άνθρωπο. Νευροεπιστήμες, εγκέφαλος,συνείδηση και νοημοσύνη. Νίκος Λυγερός.

Όλες οι ανθρώπινες έννοιες είναι προβολές του ανθρώπινου πνεύματος γι'αυτό σε τελική ανάλυση πολλές φορές είναι απατηλές. Δεν βλέπουμε την πραγματικότητα , την αντιλαμβανόμαστε (όπως νομίζουμε εμείς πως είναι). Ο,τι βλέπουμε είναι μια ερμηνεία της πραγματικότητας, που βασίζεται σε υποκειμενικά, ελαττωματικά ή προκατειλημμένα παραδείγματα. Αυτό έχει επιπτώσεις όχι μόνο στο πώς καταλαβαίνουμε τον κόσμο, αλλά και πώς καταλαβαίνουμε τους ανθρώπους... Όταν κάποτε ρώτησαν τον Ηράκλειτο πώς γνωρίζει όσα γνωρίζει απάντησε: «ερεύνησα τον εαυτό μου». Όμως δεν αρκεί μόνο η αυτογνωσία, χρειάζεται και η εμπάθεια... O Σωκράτης, μέσω της μεθόδου διαλόγου που είχε αναπτύξει, εκμαίευε (εξ ου και Μαιευτική Μέθοδος) από τον συνομιλητή του την αλήθεια/γνώση που είχε μέσα του αλλά δεν γνώριζε. Ο άνθρωπος δε μπορει να αναζητά αυτό που δε γνωρίζει γιατί τότε δεν ξέρει τί να αναζητήσει αλλά ούτε αυτό που γνωρίζει μπορεί να αναζητά γιατί το ξέρει ήδη. Ο άνθρωπος τίποτε νέο δε μαθαίνει, παρά μόνο παίρνει συνείδηση των όσων ήδη γνωρίζει. Η γνώση (μάθηση) είναι ανάμνηση (ενθύμιση) , υπάρχει λοιπόν η ανάμνηση μέσα μας...

Τσόκαρα και καριόλες

Νίκος Λυγερός--Τσόκαρα και καριόλες
Όποιος δεν έχει δει ποτέ τσόκαρα και καριόλες, δεν μπορεί να πιστέψει ότι υποδήματα και άμαξες μπορεί να θεωρούν ότι έχουν άποψη. Στην αρχή νομίζει ότι ακούει ένα παραμύθι, αλλά σιγά-σιγά κατανοεί ότι ο συνδυασμός των δύο είναι θεαματικός. Τα τσόκαρα πιστεύουν ότι μπορούν να κάνουν ερωτήσεις και οι καριόλες απαντήσεις. Αυτός ο διάλογος φαντάζει εξωπραγματικός, αλλά όσο παράξενος κι αν είναι θέλει να φανεί ρεαλιστικός. Το πιο εντυπωσιακό είναι ότι τα επιχειρήματα του ενός αγγίζουν τις πεποιθήσεις του άλλου. Σημασία έχει ότι το παράλογο δεν στέκει ακόμα κι αν τα υποδήματα κι οι άμαξες προχωρούν χωρίς κανένα πρόβλημα στον κόσμο τους. Το πρόβλημα είναι το κοινό που βλέπει αυτό το θεατρικό, νομίζει ότι αφορά την πραγματικότητα. Ενώ στην ουσία, και τα δύο αποκτούν νόημα μόνο όταν τα βάζουμε και όταν καθόμαστε πάνω, αλλιώς και τα δύο είναι κενά. Όταν λοιπόν δίνουμε αξία στα λεγόμενά τους ξεχνάμε ότι είναι ένα θέατρο του παραλόγου και ότι ο σκηνοθέτης δεν είναι ο Ιονέσκο. Κατά συνέπεια η παράσταση δεν έχει το απαιτούμενο επίπεδο. Ελπίζουμε απλώς ότι το κοινό δεν θα δυσανασχετήσει γρήγορα με αυτήν την επιθεώρηση, αλλιώς τα τσόκαρα και οι καριόλες δεν θα προλάβουν να φύγουν από τη σκηνή εγκαίρως.