Όσοι ακολουθούν τον δρόμο της πνευματικής εξέλιξης αντιμετωπίζουν συχνά ένα πρόβλημα. Έχουν την αίσθηση ότι δεν μπορούν να επιβληθούν στον εαυτό τους και έτσι δεν έχουν τα επιθυμητά αποτελέσματα με την ταχύτητα που επιθυμούν. Τίθεται λοιπόν το ζήτημα της αυτοεπιβολής. Γιατί δίνουμε μάχες με τον εαυτό μας, βασανιζόμαστε από εσωτερικές συγκρούσεις, οι αποφάσεις μας είναι ασθενικές και τα αποτελέσματα πενιχρά; Οι περισσότεροι από εμάς θα λέγαμε ότι δεν διαθέτουμε αρκετά ισχυρή θέληση και ότι πρέπει να την ασκήσουμε για να δυναμώσει. Είναι όμως αυτή η αποκλειστικά σωστή τοποθέτηση; Ίσως πριν αποφασίσουμε να γυμνάσουμε την θέλησή μας καλό θα ήταν να προσεγγίσουμε το θέμα αυτό από μια άλλη οπτική γωνία, η οποία σχετίζεται περισσότερο με την αυτογνωσία και δευτερευόντως με την θέληση.
Ας δούμε ένα παράδειγμα. Φανταστείτε ότι βαδίζετε σε έναν δρόμο και ξαφνικά βλέπετε μπροστά σας ένα χαντάκι. Πως αντιδράτε; Αρχίζετε να έχετε διλήμματα, να παλεύετε με τον εαυτό σας, να προσπαθείτε και να μην τα καταφέρνετε όπως κάποιος που επιθυμεί να κόψει το κάπνισμα; Φυσικά όχι. Δεν συμβαίνουν μέσα σας τέτοιες διεργασίες, αλλά αυτομάτως σταματάτε γιατί διακρίνετε τον άμεσο κίνδυνο. Η αντίληψη αυτού του κινδύνου δρα μέσα σας κεραυνοβόλα και το σώμα σας αντιδρά σε κλάσματα του δευτερολέπτου. Ούτε διλήμματα, ούτε συγκρούσεις με τον εαυτό μας, ούτε προσπαθώ και δεν μπορώ. Αυτό λοιπόν είναι η θέληση. Ενεργεί με έναν θα λέγαμε κατακλυσμικό τρόπο. Εξαλείφει χωρίς προσπάθεια, χωρίς αγώνες, χωρίς την πάροδο χρόνου, όλα όσα της αντιτίθενται. Και μάλιστα δεν τα καταπιέζει στο υποσυνείδητό μας ώστε να μετατραπούν σε απωθημένες επιθυμίες, διότι δεν αφήνει μέσα μας καμία αμφιβολία. Σαρώνει τα πάντα και ο εαυτός μας συνεργάζεται μαζί της με μεγάλη προθυμία, γι αυτό δεν χρειάζεται να πιεστούμε καθόλου.
Που οφείλεται λοιπόν αυτή η εντυπωσιακή αποτελεσματικότητα της θέλησής μας; Οφείλεται στο ότι διακρίναμε τον κίνδυνο χωρίς αμφιβολίες. Ή σταματάμε αμέσως, ή πέφτουμε στο χαντάκι. Δεν υπάρχει άλλη εναλλακτική λύση. Και εφ΄ όσον δεν υπάρχει εναλλακτική λύση η κατάσταση είναι αυτό που θα ονομάζαμε συμβολικά μονόδρομος. Άρα ενεργούμε. Όταν όμως αποφασίσουμε να σταματήσουμε το κάπνισμα γιατί η θέλησή μας δεν λειτουργεί με αυτόν τον αποτελεσματικό τρόπο, την στιγμή που γνωρίζουμε ότι το κάπνισμα βλάπτει την υγεία; Εδώ είναι που ξεγελάμε τον ίδιο μας τον εαυτό λέγοντας πως δεν έχουμε ισχυρή θέληση. Η αλήθεια όμως είναι εντελώς διαφορετική. Στην πραγματικότητα ενώ γνωρίζουμε τους κινδύνους του καπνίσματος, πιστεύουμε ότι εμείς ειδικά θα την γλιτώσουμε. Η ελπίδα αυτή παραλύει την θέλησή μας. Δεν βρισκόμαστε μπροστά σε έναν μονόδρομο, αλλά σε μια διασταύρωση. Η μια περίπτωση είναι να σταματήσουμε το κάπνισμα για να μην βλάψουμε την υγεία μας, η άλλη περίπτωση είναι να ελπίζουμε ότι θα την γλιτώσουμε, συν φυσικά την απόλαυση που βιώνουμε καπνίζοντας. Η δεύτερη αυτή περίπτωση είναι ευκολότερη, θα λέγαμε βολικότερη και γι αυτό την ακολουθούμε. Δεν είναι ότι δεν διαθέτουμε ισχυρή θέληση, απλώς δεν έχουμε ξεκαθαρίσει τα πράγματα με τον ίδιο μας τον εαυτό και η ομιχλώδης εσωτερική ατμόσφαιρα δεν βοηθάει την θέλησή μας. Αυτή μπορεί να δράσει μόνο όταν μέσα μας υπάρχει μια σκέψη, όχι δύο.
Ας δούμε ένα άλλο παράδειγμα. Έστω ότι αποφασίζουμε να αντιμετωπίσουμε κάποιο ελάττωμά μας, τον θυμό μας. Γιατί δεν τα καταφέρνουμε; Είναι πολύ απλό. Ενώ βλέπουμε ότι ο θυμός έχει πολλά αρνητικά αποτελέσματα ταυτόχρονα πιστεύουμε ότι σε κάτι μας χρησιμεύει. Ασκούμε π.χ. πίεση στο περιβάλλον μας πετυχαίνοντας έτσι κάποια αποτελέσματα που επιθυμούμε, τρομάζουμε τους εχθρούς μας και προστατευόμαστε, διεκδικούμε αποτελεσματικότερα τα δικαιώματά μας... Την στιγμή λοιπόν που πιστεύουμε στην χρησιμότητα του θυμού πως είναι δυνατόν να τον αποβάλλουμε από μέσα μας; Θα προσπαθούμε, θα χρονοτριβούμε, θα υποτροπιάζουμε συνεχώς, θα λέμε θεωρίες περί αδύναμης θέλησης, θα κάνουμε ασκήσεις για να την δυναμώσουμε, θα κάνουμε επίσης ασκήσεις και για τον θυμό (αν ανήκουμε σε κάποια σχολή, ή από βιβλία). Όλα αυτά όμως μας θέτουν εκτός πραγματικότητας. Η αλήθεια βρίσκεται αλλού. Βρίσκεται στο γεγονός ότι ενώ διακρίνουμε κάτι αρνητικό στον θυμό ενδόμυχα πιστεύουμε ότι μας χρησιμεύει και μας προστατεύει. Η πρώτη πεποίθηση είναι συνειδητή και η δεύτερη υποσυνείδητη. Η συνειδητή πεποίθηση μας τιμά, είμαστε ένας άνθρωπος με ιδανικά, θέλουμε να βελτιωθούμε. Η δεύτερη πεποίθηση είναι ταπεινωτική. Χρησιμοποιούμε κάτι κακό προς ίδιον όφελος.
Με αυτό τον τρόπο χρησιμοποιούμε ως δικαιολογία τα περί θέλησης,για να αποκρύψουμε τις ενδόμυχες επιθυμίες μας, που δεν είναι και τόσο τιμητικές για μας. Αυτό λοιπόν που χρειάζεται για να απελευθερώσουμε την θέλησή μας και αυτή να δράσει απρόσκοπτα είναι μια καλή και ειλικρινής συζήτηση με τον εαυτό μας. Αυτό που ισχυρίζομαι ότι θέλω να κάνω, το θέλω πραγματικά; Θέλω όλες του τις συνέπειες; Η μήπως προσπαθώ να μπω από την πίσω πόρτα, να καρπωθώ κάποια αποτελέσματα χωρίς όμως στην πραγματικότητα να αλλάξω εγώ ο ίδιος; Άρα πριν αποφανθούμε ότι η θέλησή μας δεν είναι αρκετά ανεπτυγμένη πρέπει να την εκδηλώσουμε, ξεκαθαρίζοντας πρώτα τις πραγματικές μας προθέσεις. Τότε θα διαπιστώσουμε ότι συμβαίνουν εντυπωσιακές αλλαγές μέσα μας. Η θέλησή μας επιβάλλεται χωρίς καταπίεση, χωρίς αγώνες, χωρίς εσωτερικές συγκρούσεις και παράλογες στερήσεις. Αν κάτι το θέλουμε ειλικρινά, το πιστεύουμε, χωρίς να ελπίζουμε σε εναλλακτικές λύσεις, τότε θα δούμε ότι το πραγματοποιούμε εύκολα. Το κάπνισμα θα το κόψουμε μόνο όταν πάψουμε να ελπίζουμε ότι θα την γλιτώσουμε στο θέμα της υγείας, μόνο όταν πάψουμε να αισθανόμαστε ότι η απόλαυση που προσφέρει είναι κάτι το αναντικατάστατο. Διαφορετικά όσο και να δυναμώνουμε την θέλησή μας δεν θα πετύχουμε τίποτα, γιατί απλώς δεν θα την χρησιμοποιήσουμε καθόλου. Π.χ. Ποιος ο λόγος να κάνω γιόγκα για να ηρεμήσω ενώ μπορώ να το πετύχω με ένα ταξιδάκι στα νησιά, ή με ένα λεξοτανίλ. Την στιγμή που υπάρχουν τρεις εναλλακτικές λύσεις γιατί να επιλέξω την δυσκολότερη και πιο βαρετή, δηλαδή την γιόγκα; Συνεπώς σαν συμπέρασμα προκύπτει ότι η θέλησή μας λειτουργεί μόνο όταν έχουμε μια δυνατότητα χωρίς εναλλακτικές λύσεις και αφού κάνουμε πρώτα μια καλή συζήτηση με τον εαυτό μας, ως προς το αν πραγματικά θέλουμε αυτό που ισχυριζόμαστε ότι θέλουμε.
Όταν πραγματοποιηθούν όλα τα προηγούμενα τότε η θέλησή μας μπορεί να λειτουργήσει. Έχουμε ξεπεράσει το πρώτο εμπόδιο, που είναι το σαμποτάζ που μας κάνει ο ίδιος μας ο εαυτός. Δεν υπάρχουν μέσα μας εσωτερικές συγκρούσεις. Ξέρουμε τι θέλουμε, το πιστεύουμε πραγματικά και δεν βλέπουμε καμία ευκολότερη λύση. Τότε έχοντας ξεκαθαρίσει τα πράγματα μέσα μας περνούμε στην δεύτερη φάση που είναι η αντιμετώπιση των αντικειμενικών δυσκολιών. Εκεί ενδέχεται να υπάρξει προσπάθεια και κόπος, όχι όμως πάλη με τους δισταγμούς μας και με τις αμφιβολίες μας. Αυτά τελείωσαν. Υπάρχει πλέον η πράξη. Στο στάδιο αυτό διαπιστώνουμε ότι η θέλησή μας είναι μια υπαρκτή και πολύ ισχυρή δύναμη. Όταν προσπαθούμε να επιτύχουμε κάτι και δεν τα καταφέρνουμε το πρώτο πράγμα που πρέπει να αναρωτηθούμε είναι αν το επιθυμούμε πραγματικά. Δεν είναι καθόλου βέβαιο ότι δεν έχουμε ξεγελάσει τον εαυτό μας. Κατόπιν πρέπει να αναρωτηθούμε αν είναι αντικειμενικά εφικτό.
Η πραγματική εκδήλωση της θέλησής μας παράγει μέσα μας αποτελέσματα που δεν έχουν σχέση με την καταπίεση, το ζόρισμα, τις στερήσεις και τις εσωτερικές συγκρούσεις. Έχουμε την ψευδαίσθηση (και εδώ έχουν βάλει το χεράκι τους οι θρησκείες και η συνομοταξία των ανέραστων ανθρώπων) ότι θέληση σημαίνει δυσκολίες, κόπωση και στερήσεις ευχάριστων για μας πραγμάτων. Αυτό είναι λάθος. Θέληση σημαίνει ευκολία, αμεσότητα αποτελεσμάτων και γενικώς μια εσωτερική ευεξία, ίσως ευτυχία. Η θέληση είναι το να ερχόμαστε σε συμφωνία με τους βαθύτερους στόχους της ύπαρξής μας και με την εξελικτική τάση του κόσμου. Πως αυτό θα μπορούσε να μας βάλει σε εσωτερικές συγκρούσεις; Η σύγκρουση προκαλείται όταν ένα κομμάτι του εαυτού μας δεν έχει συντονιστεί με τα βαθύτερα στρώματα του είναι μας. Όταν ο συντονισμός γίνει τότε όλος μας ο εσωτερικός κόσμος κινείται σαν ένα συμπαγές σώμα. Αυτό δημιουργεί μια αίσθηση πληρότητας και ευτυχίας, χωρίς ιδιαίτερους λόγους. Για να εκπληρώσουμε έναν στόχο μας ασφαλώς θα εγκαταλείψουμε πολλά πράγματα, η εγκατάλειψη αυτή όμως δεν θα μας είναι δυσάρεστη γιατί όλα αυτά δεν θα μας ενδιαφέρουν πλέον. Ενδιαφερόμαστε για τον στόχο μας. Τα υπόλοιπα τα παρατάμε με μιας και αυτό το βιώνουμε σαν απελευθέρωση, όχι σαν στέρηση.
Αναφέραμε προηγουμένως το θέμα του συντονισμού με τα βαθύτερα στρώματα της ύπαρξής μας. Τι θέλουμε στην πραγματικότητα; Θέλουμε να σπουδάσουμε π.χ. νομική, γιατί εκεί υπάρχει κάτι που πραγματικά μας εκφράζει, ή επιθυμούμε το χρήμα, την δόξα και να ικανοποιήσουμε τις αυθάδεις και πιεστικές απαιτήσεις των γονιών μας; Αν τα κίνητρά μας δεν είναι ειλικρινή και ξεκαθαρισμένα τότε θα διαπιστώσουμε ότι οι δυσκολίες πολλαπλασιάζονται και η θέλησή μας αποδεικνύεται ανεπαρκής. Αν όμως τις σπουδές σε αυτό τον κλάδο τις ακολουθούμε γιατί κάτι μέσα μας είναι φτιαγμένο γι αυτό, τότε έχουμε συντονιστεί με τον βαθύτερο πυρήνα της ύπαρξής μας, κάνουμε αυτό που αυτός επιθυμεί και η ενέργεια της θέλησής μας είναι τόσο μεγάλη που υπερπηδάμε όλα τα εμπόδια με ευκολία και με μια αίσθηση ευχαρίστησης και πληρότητας. Κοινώς τα έχουμε βρει με τον εαυτό μας.
Η θέληση είναι ένα πολύ βαθύ φαινόμενο. Έρχεται από πολύ βαθιά γι αυτό δεν συντονίζεται καθόλου καλά με τις επιφανειακές μας επιθυμίες, που κάλλιστα μπορεί να μην είναι καν δικές μας. Αν αυτές κατορθώσουν να εκμεταλλευτούν την θέλησή μας προκειμένου να πραγματοποιηθούν τότε επέρχεται η καταστροφή, η δυστυχία και η γέννηση ενός ψεύτικου και παραμορφωμένου εαυτού. Αν έχουμε την ωριμότητα και την δύναμη να ρωτήσουμε τον εαυτό μας: Τι πραγματικά θέλω εγώ από την ζωή μου, και καταφέρουμε να ακούσουμε και κυρίως να αποδεχθούμε την απάντηση, τότε προσπαθώντας να πετύχουμε αυτούς τους στόχους θα συνειδητοποιήσουμε ότι ένα μεγάλο ποσό ενέργειας διοχετεύεται μέσα μας. Έννοιες όπως προσπάθεια, αγώνας, στερήσεις, αποκτούν τελείως διαφορετικό περιεχόμενο, όχι δυσάρεστο, αλλά ευχάριστο. Πρέπει όμως να ακολουθήσουμε τον εαυτό μας όχι τους άλλους, ούτε τα ελαττώματά μας, τις φιλοδοξίες μας, τις μικροκακίες μας, τους εγωισμούς μας. Πρέπει να είμαστε ο ταπεινός αληθινός εαυτός μας. Πρέπει να ανακαλύψουμε ποια είναι η πραγματική μας θέση στην ζωή. Όχι απαραιτήτως τα μεγαλεία. Όταν βρούμε την θέση μας (και αυτό δεν το βρίσκουμε με το μυαλό μας, αλλά με την καρδιά μας), τότε η θέληση απελευθερώνεται, δυναμώνει με γεωμετρική πρόοδο, χωρίς καν να χρειαστεί να εκτελέσουμε ασκήσεις και ειδικές τεχνικές από αυτές που κυκλοφορούν κατά εκατοντάδες.