Ένα γενικό πρόβλημα που έχουμε στον τομέα της γενοκτονολογίας δεν είναι ο καθορισμός του θύτη, διότι μελετάμε γενοκτονίες που υπάρχουν, αλλά ο καθορισμός του αθώου. Πρέπει να υπάρξει μια διαφορά μεταξύ αθώου και θύματος, για να αντέξει η τελευταία έννοια την ενσωμάτωση της έννοιας του Δίκαιου. Ένας παράδοξος αρχικά ορισμός του αθώου είναι ο εξής, τουλάχιστον ως αναγκαία συνθήκη. Για να είσαι αθώος πρέπει να σε κατηγορήσουν. Και αυτή η κατηγορία βέβαια μπορεί να είναι και παθητική, με την έννοια ότι δεν απαιτεί καμιά πράξη εκ μέρους του αθώου. Απλώς υπάρχει και λόγω ύπαρξης κάποιος τον κατηγορεί. Αυτός ο κάποιος είναι εν δυνάμει ο θύτης. Η επιλογή αυτού του ορισμού είναι ορθολογική και πιο αποτελεσματική, για να εξηγήσει και την ύπαρξη της πράξης της γενοκτονίας. Διότι λίγο πριν την γενοκτονία, ποιος θα τολμούσε να χαρακτηρίσει το μελλοντικό θύμα με τη λέξη της αθωότητας. Κανένας δεν μπορεί να το χαρακτηρίσει εκ των προτέρων. Ο καθορισμός γίνεται μόνο εκ των υστέρων, δηλαδή μετά το γεγονός που παράγεται από την πράξη της γενοκτονίας. Για να γίνει όμως το τελευταίο, προϋπάρχει το στάδιο της κατηγορίας. Κάποιος κατηγορεί το άτομο για κάτι που είναι και όχι κάτι που έκανε. Με αυτόν τον τρόπο, το άτομο αποκτά την οντολογία του αθώου που δεν είχε αλλιώς. Έχουμε λοιπόν μια αλλαγή φάσης, τουλάχιστον για το φιλοσοφικό βλέμμα του άλλου προβλήματος. Αυτό δεν σημαίνει ότι υπάρχει λύση, απλώς ότι καθορίζονται με αυτόν τον τρόπο οι αρχικές συνθήκες. Ας εξετάσουμε τώρα μερικά μοντέλα. Είναι η Αντιγόνη αθώα; Απολύτως όχι! Η Αντιγόνη είναι Δίκαια. Διότι επιλέγει να κάνει μια απαγορευμένη πράξη από το καθεστώς. Για το τελευταίο, είναι η πράξη της που είναι καταδικαστέα και όχι η ύπαρξή της. Με την Ηλέκτρα υπάρχει ήδη μια διαφορά λόγω αντίστασης. Βέβαια αυτή η αντίσταση είναι παθητική και ερμηνεύεται μάλιστα ακόμα και παθολογικά. Γι’ αυτό το λόγο, δεν καταδικάζεται πράγμα το οποίο τη διαφοροποιεί με την Αντιγόνη. Η Ηλέκτρα λόγω παθητικής αντίστασης μεταβάλλεται σιγά σιγά σε μαρτύριο. Αν θέλουμε ένα ξεκάθαρο παράδειγμα αθώου, πρέπει να πάρουμε τον Ορέστη, τουλάχιστον για το πρώτο μέρος της ζωής του. Διότι από τη γέννηση του, η ύπαρξη του είναι καταδικαστέα λόγω όχι μόνο του χρησμού αλλά και του οικογενειακού παρελθόντος. Μάλιστα είναι τώρα δυνατόν να πούμε ότι στο πλαίσιο της τραγωδίας αυτός ο ρόλος είναι απαραίτητος για να μπορέσει να βάλει ένα τέλος στην κατάρα των Ατρειδών μέσω μιας ακραίας πράξης, ενώ αρχικά έρχεται να σώσει την αδελφή του την Ηλέκτρα. Η δεύτερη αλλαγή φάσης που θα τον μεταμορφώσει σε Δίκαιο, είναι ένα έγκλημα, το οποίο προϋποθέτει την πρώτη φάση για να μπορέσει να αθωωθεί στη Δίκη. Το ενδιαφέρον της υπόθεσης προέρχεται από άλλο ένα βαθύ νοητικό σχήμα. Πρέπει να υπάρξει έγκλημα το οποίο να είναι δίκαιο για να υπάρξει αθώωση με όλη τη σημασία της λέξης. Διότι η αθώωση δεν είναι μια εκφυλισμένη εκδοχή της αθωότητας.
Εν συνεχεία, μελετάμε την έννοια της αθώωσης μέσω του Ορέστη και του μύθου για να κατανοήσουμε την πράξη του Soghomon Tehlirian. Το πρόβλημα ποιο είναι; Δεν βρισκόμαστε στο πλαίσιο του Ρασκόλνικωφ του Достоевский. Το θέμα μας δεν είναι ένα απλό έγκλημα ούτε καν ένα έγκλημα πάθους. Διότι το πλαίσιο είναι η γενοκτονία και η γενοκτονία δεν είναι απλά ένα έγκλημα, αλλά ένα έγκλημα κατά της ανθρωπότητας. Δεν υπάρχει λοιπόν πεδίο σύγκρισης. Και αυτό μπορούμε να το δούμε και από την απόφαση του δικαστηρίου, ενώ ήταν γνωστή η επιχείρηση Νέμεσις. Ο Ορέστης αντιπροσωπεύει σε πρώτη φάση τον αθώο με την ορολογία που διευκρινίσαμε στο προηγούμενο άρθρο. Με αυτήν την ιδιότητα θέλει να σώσει την αδελφή του, την Ηλέκτρα. Όμως η αντίσταση της τελευταίας θα δημιουργήσει ένα δίπολο του τύπου Σωκράτη – Πλάτωνα, ή ακόμα και του Χριστού – Παύλου. Στις δύο αυτές περιπτώσεις η ανυπαρξία του πρώτου θα άλλαζε το νόημα του δεύτερου, ενώ η ανυπαρξία του δεύτερου, θα μετέτρεπε τον πρώτο σε άγνωστο. Η αλλαγή φάσης δημιουργείται βέβαια, όταν η Ηλέκτρα είναι πλέον θύμα και όταν ο Ορέστης έχει την ικανότητα να γίνει Δίκαιος με την πράξη του, η οποία παραμένει ένα έγκλημα, όταν η ανάλυση γίνεται σε τακτικό και όχι στρατηγικό επίπεδο. Η διαφορά που θα κάνει τη διαφορά θα είναι ο Παιδαγωγός, ο οποίος παίζει έναν καταλυτικό ρόλο στην όλη υπόθεση, διότι με το έργο του ενεργοποιεί το όλο πεδίο δράσης. Δίχως τη σκέψη του παιδαγωγού η Ηλέκτρα δεν θα μπορούσε να πείσει τον Ορέστη παρά μόνο μέσω της ρητορικής. Ενώ με τον παιδαγωγό λειτουργεί η μαιευτική, η οποία θα αλλάξει όλα τα δεδομένα. Για να παλέψει με την εξουσία, ο Ορέστης είχε απαραίτητα ανάγκη από την ουσία, την οποία κατείχε ο παιδαγωγός, ο δάσκαλος. Η συνομιλία του με τον Ορέστη και την Ηλέκτρα θα είναι καθοριστική, αφού θα μετατρέψει το αδιανόητο που θα γίνει πρώτα ουτοπία για τους δύο νέους και στη συνέχεια όραμα, όταν η διαλεκτική τους θα εξελιχτεί. Στον τομέα της γενοκτονολογίας ένας ανάλογος δάσκαλος θα ήταν o Raphael Lemkin, μόνο που εμφανίστηκε πολύ αργότερα σε σχέση με την επιχείρηση. Μετά λοιπόν, από την απόφαση της εκτέλεσης, υπάρχει και η πράξη. Για να είναι τελική όμως πρέπει να υπάρχουν όλες οι συνθήκες που αναφέραμε αλλιώς η κατάρα των Ατρειδών δεν θα είχε τέλος. Η τραγωδία σε αυτή την περίπτωση λειτουργεί αλγοριθμικά μέσω της εκδίκησης. Μόνο που η εκδίκηση φέρνει την εκδίκηση. Ενώ εδώ η διεκδίκηση φέρνει τη δίκη, η οποία γίνεται σε επίπεδο Αρείου Πάγου και είναι τελεσίδικη. Μόνο με αυτόν τον τρόπο υπάρχει ένα τέλος στον αλγόριθμο. Με άλλα λόγια, υπάρχει και το επίπεδο της υψηλής στρατηγικής που μεταφράζεται στα δικαιώματα της Ανθρωπότητας με την μετα -γνώση και όχι μόνο την γνώση. Αλλιώς η τιμωρία του εγκλήματος κατά της Ανθρωπότητας δεν θα ήταν δίκαια, πράγμα το οποίο θα ήταν απαράδεκτο.