Γιά τον 'Έλληνα (μαθηματικό Ευκλείδη ύπάρχει ή έξης πληροφορία: «Όταν κάποιος, πού άρχισε νά διδάσκεται γεωμετρία άπό τον Ευκλείδη καί εμαθε το πρώτο θεώρημα, τον ρώτησε τί κέρδος Θά εχη τώρα πού τό εμαθε, ό Ευκλείδης κάλεσε τον δοϋλο του και του είπε: «δός του τρεις δεκάρες, έπειδή πρέπει νά κερδίζη άπ' αυτά πού μαθαίνει».
Το Ιστορικό αυτό άνέκδοτο άπεικονίζει καλύτερα άπό κάθε συστηματική άνάλυση τήν διαφορά μεταξύ του λειτουργού του Λόγου, τής ύπερχρονικής άρχής πού ένώνει και συντηρεί τόν Κόσμο, καί του όπαδου τής σύγχρονης καπιταλομαρξιστικής Λογοκρατίας. Ό πρώτος έξευτελίζει και γελοιοποιεί σάν άνθρωπο τής δεκάρας τόν δεύτερο, τόν άνθρωπο, δηλαδή, πού δεν τόν ένδιαφέρει ή άλήθεια, άλλά ή τυχόν ωφέλεια πού προκύπτει γι* αυτόν άπό τήν άλήθεια, παρουσιάζοντας μέ άριστουργηματικό τρόπο μιά σύλληψη του 'Ελληνικού Πνεύματος, πού άπέβαλε καί καταπολέμησε ό σημερινός λογοκρατούμενος Κόσμος. Τό βεβαιωμένο άποτέλεσμα του θριάμβου τής Λογοκρατίας είναι ή παρακμή του πνευματικοϋ πολιτισμού, τής επικοινωνίας, δηλαδή, του άνθρώπινου νου μέ τήν άλήθεια, ή μείωση του βαθμού έλευθερώσεως τής άνθρωπότητας, καί κατ’ έπέκταση τό άγχος, ή δυστυχία, ή έξαχρείωση, ή άποβλάκωση καί ή άποκτήνωσή της. Τό πιθανό μελλοντικό άποτέλεσμα τής Λογοκρατίας είναι ή καταστροφή καί ή έξαφάνιση τής άνθρωπότητας.
Ή διαφορά μεταξύ Λόγου καί Λογοκρατίας είναι διαφορά θεωρήσεως τής ζωής του Κόσμου. Ό λογικός θεωρεί τήν άλήθεία σαν στόχο τής σκέψεως καί τής δράσεώς του. Ό λογοκράτης, έκ διαμέτρου άντίθετος, θεωρεί τήν σκέψη του και την -δράση του σάν «δημιουργό» τής άλήθειας. Στην πρώτη περίπτωση το άτομο ευθυγραμμίζεται μέ την άλήθεια. Στη δεύτερη περίπτωση ή άλήθεια ευθυγραμμίζεται μέ το άτομο, χάνοντας την έλεύθερη, απόλυτη υπόστασή της (και κατά λογικήν αναγκαιότητα παύει νά είναι άλήθεια). Τό πρώτο, λοιπόν, πρακτικό άποτέλεσμα της Λογοκρατίας ειναι ή άπομάκρυνση άπό τήν άλήθεια. Ή έξέλιξη αυτή, Ιστορικά, μεταφράζεται σέ σκοταδισμό.
Ό λογοκράτης του προαναφερθέντος ιστορικού άνέκδοτου μετατοπίζοντας τήν άξία τής άλήθειας (του εύκλείδειου θεωρήματος.) άπό τον άπρόσωπο χώρο της σέ άτομικό Επίπεδο, προσπαθεί νά τήν έκμεταλλευθή γιά λογαριασμό του άτόμου του. Δέν τόν ένδιαφέρει —σέ άντίθεση πρός τόν λογικό— αν ή ισχύς της άφορα σ’ ολα τά πράγματα τού Κόσμου (έπΐ του προκειμένου, σ’ ολα τά έπίπεδα καί σ’ ολα τά στερεά, δηλαδή σ' ολα τά σώματα τής Γής και του Σύμπαντος), άλλά νοιάζεται νά βρή αν άφορά στόν ίδιο. Ή άλήθεια σάν σκοπός, υποχωρεί μπροστά στο άτομο - σκοπό. Πρόκειται γιά άποκοπή του άτόμου άπό τόν Κόσμο. Τό δεύτερο, επομένως, κοινωνικό άποτέλεσμα τής λαοκρατικής θεωρήσεως τής ζωής και του Κόσμου είναι ό άτομικισμός.
Ό Λόγος άδιαφορεί γιά τό σκόπιμο, γιά τό άν π.χ. ή άτομική θεωρία —πού συνέλαβε καί διετύπωσε άριστουργηματικά ό Δημόκριτος — μπορεΐ νά χρησιμεύση γιά την υποταγή των άλλων στην τυραννία έκείνων που τήν γνωρίζουν. ’Αδιαφορεί άν οί νόμοι τής Μηχανικής πού άνακάλυψε μπορούν νά έφαρμοσθούν γιά τή συντριβή τού άλλου. Καί δέν καταδέχεται νά τούς έφαρμόση κατασκευάζοντας πολεμικό ύλικό γιά νά έξουσιάση, παρά μόνο γιά νά ύπερασπισθή τήν έλευθερία έναντι του έπιτιθέμενου έχθρού. Ό Άρχιμήδης άρνήθηκε νά κατασκευάση πολεμικές μηχανές, παρά τήν έπιμονή του συγγενούς του τυράννου τών Συρακουσών Ίέρωνος, «διότι δέν τις λογάριαζε γιά άξιες σπουδής», άλλά άποφάσισε νά τό πράξη, οταν οί Ρωμαίοι έπετέθησαν κατά τής πατρίδας του, και συνέτριψε στά χρόνια τής πολιορκίας τών Συρακουσών ολες τις ρωμαϊκές έφόδους μέ τις έφαρμογές τής Μηχανικής του, οπως κατέκαυσε και τόν ρωμαϊκό στόλο μέ τις έφαρμογές (κάτοπτρα) τής Όπτικής του. Ή άλήθεια, σύμφωνα μέ τόν Λόγο, συμβιβάζεται μέ τήν δικαιοσύνη και τήν Έλευθερία, άλλ’ ειναι άπολύτως Ασυμβίβαστη μέ την έξουσία καί την τυραννία (του Ίέρωνος ή των Ρωμαίων, Αδιάφορο). Άπό άποψη Ελευθερίας δεν υπάρχει διαφορά μεταξύ έξουσιαστή και δούλου.
Αντίθετα ή Λογοκρατία βλέποντας την Αλήθεια από τή σκοπιά τής σκοπιμότητας, την καταντά όργανο έξουσίας. Ή Ατομική Θεωρία ξανάρχεται στην έπικαιρότητα, μόνον οταν διαπιστώνεται οτι μπορεΐ νά δώση έξουσιαστικές εφαρμογές —-άτομική βόμβα— δπως καί γενικά κάθε έπιστημονική άλήθεια άποκτά Αξία, μόνον έφ' οσον υπηρετεί τεχνοκρατικά την έξουσία καί τήν υλική ίσχύ. Τό τρίτο, επομένως, άποτέλεσμα τής Λογοκρατίας είναι ό έξανδραποδισμός τής Ανθρωπότητας μέσω τής τεχνοκρατίας γιά λογαριασμό εκείνων πού έλέγχουν τον «τεχνολογικό πολιτισμό», δηλαδή των έξουσιαστών του Κόσμου.
Ό Λόγος, αδιαφορώντας γιά τό ύλικό συμφέρον τό όποιο μπορεί νά ύπηρετήση ή άλήθεια, βλέποντας, δηλαδή, τή ζωή καί τόν Κόσμο έπέκεινα τής ώφελιμότητας καί ιδεαλιστικά, συλλαμβάνει τήν πραγματικότητα καθολικά, και δεν στενεύει τό «πεδίον όράσεως» σ’ ενα μόνο τομέα, τήν οικονομία. ’Αντίθετα, ή Λογοκρατία κατευθύνει τή δράση και τή σκέψη πρός τό μονόδρομο τής οικονομίας καί στενεύει τήν Αντίληψη τής Ανθρωπότητας γιά τή ζωή καί τόν Κόσμο, μεταβάλλοντας τελικά τόν άνθρωπο σέ μέσο τής οικονομίας και έγκλείοντας τήν Ιστορία μέσα» στο αυστηρό πλαίσιο του ύλισμσυ. Τό τέταρτο, επομένως, Ιστορικό άποτέλεσμα τής Λογοκρατίας είναι τά μονοδιάστατα υλιστικά - οίκονομιστικά πολιτικοΐδεολογικά συστήματα —καί, γιά νά μιλήσουμε μέ βάση τή σύγχρονη παγκόσμια «πραγματικότητα», ό Αστισμός, ό Καπιταλομαρξισμός και ό Καταναλωτισμός.
Τέλος, ή Λογοκρατία έπιβαλλοντας μοναμερώς τήν κυριαρχία μιάς στενοκέφαλης ωφελιμιστικής «λογικής» στον τρόπο ζωής καί στή διαμόρφωση τής Ιστορίας, Απορρίπτει δ,τι δέν εχει σχέση πρός τή «λογική» αυτή. Ή Ιδεολογική αυτή Αφετηρία τήν όδηγεί ύποχρεωτικά στην άρνηση τής ’Ελευθερίας, του πνευματικού πολιτισμού καί του φορέως πού τόν δημιουργεί, τής Ιστορικής - πολιτιστικής κοινότητας Εθνος. Κατά βάθος ή Λογοκρατία απορρίπτει καί τήν ϊδια τήν Τέχνη, έπειδή δέν είναι προϊόν τής «λογικής» της, άλλά του συναισθήματος, τήν Ανέχεται δέ άπλώς μέ τήν προϋπόθεση δτι ή Τέχνη ύπηρετεί «λογικούς» σκοπούς, π.χ. τό κέρδος ή τήν έξουσία («έμπορική Τέχνη», «στρατευμένη Τέχνη»). Άπορρίπτοντας τήν ’Ελευθερία, τόν πνευματικό πολιτισμό καί τό Έθνος, ή Λογοκρατία περιορίζει τήν Ανθρώπινη πρόοδο μόνο στόν τεχνολογικό πολιτισμό και δεν προχωρεί πιο πέρα άπό την ιδέα τοΰ σχήματος εκείνου, του όποιου τά μέλη συνυπάρχουν μόνο για τήν Εξυπηρέτηση των στενών υλικών συμφερόντων τους, δηλαδή του σχήματος κοινωνία. Επομένως, τό πέμπτο ιστορικό άποτέλεσμα τής λογοκρατικής θεωρήσεως τής ζωής καί του Κόσμου είναι ό Διεθνισμός (Αστικός, μαρξιστικός καί καπιταλιστικός - καταναλωτικός) καί ό κοσμοπολιτισμός σαν αυθαίρετο και δογματικό δημιούργημα τής έξουσίας, σαν κατασκεύασμα - ύποκατάστατο, πού παίρνει τή θέση τών γνήσιων πνευματικών πολιτισμών, οί όποιοι μόνο μέσα στά πλαίσια τής Ιστορικής - ίδεαλιστικής κοινότητας Εθνος μπορούν νά Αναπτυχθούν καί ποτέ δέν προάγονται μέσα σέ άνεθνικό χώρο.
Σκοταδισμός, Ατομικισμός, έξανδραποδισμός, Αστισμός, καπιταλομαρξισμός, Ανελευθερία, καταναλωτισμός, Διεθνισμός και Διεθνής Εξουσία, τεχνοκρατία και κοσμοπολιτισμός είναι, λοιπόν, τά θλιβερά κοινωνικά προϊόντα τής Λογοκρατίας, τής «βαρείας αυτής Αρρώστιας», οπως χαρακτηρίζεται, τής σημερινής Ανθρωπότητας. Θεμελιωμένη φιλοσοφικά πάνω σέ πολλές παραλλαγές θεωριών, είτε σάν ώφελιμισμός (J. Bentham) είτε σάν διαλεκτικός καί ιστορικός ύλισμός (Κ. Marx και Fr. Engels) είτε σάν πραγματισμός (W. James, John Dewey, Ε. Mach) εϊτε σάν βουλησιοκρατία (Fr. Nietzshe), είτε σάν θετικισμός (Auguste Comte. Β. Russel) κλπ., ή Λογοκρατία σφράγισε μέ τή σφραγίδα του ψεύδους, τοΰ δόγματος, τής καταπιέσεως, τής χαμέρπειας καί τής Ιστορικής παρακμής τόν πολιτισμό τής Ανθρωπότητας καί βασιλεύει στόν σύγχρονο Κόσμο μόνο —καί— μόνο έπειδή εξυπηρετεί τόν σκοπό τής Παγκόσμιας Έξουσίας.
Πηγή: Δημμήτρης Λάμπρου, 'Αναζήτηση', Δοκίμιο Ελληνικής Ιδεολογίας, Δαύλος 1981
Πηγή: Δημμήτρης Λάμπρου, 'Αναζήτηση', Δοκίμιο Ελληνικής Ιδεολογίας, Δαύλος 1981