Η διεθνής οικονομική κατάρρευση που βιώνουμε και η οποία δεν είναι το αίτιο αλλά το αποτέλεσμα μιας ολοκληρωτικής κατάρρευσης αξιών και ιδεών και άλλα κοινωνικά φαινόμενα οδηγούν στο συμπέρασμα ότι δεν βρισκόμαστε μπροστά σε μια δυσλειτουργία ενός κοινωνικού συστήματος, αλλά σε φαινόμενα πολιτισμικής κατάρρευσης αυτού που αναφέρεται ως Δυτικός Πολιτισμός. Χαρακτηριστικό φαινόμενο αυτής της κατάρρευσης είναι η εγκατάλειψη των αρχών της συλλογικότητας, της κοινωνικότητας και του κοινοτικού πνεύματος, δηλαδή των βασικών στοιχείων δόμησης του πολιτισμού μας.
Η συλλογικότητα έχει αντικατασταθεί από την ιδιώτευση, την υποκειμενικότητα, την ατομικότητα και τον εγωκεντρισμό. Με τον τρόπο αυτό η κοινωνία χάνει τη συνοχή της και αυτοδιαλύεται σε ένα σύνολο συγκρουόμενων ατόμων. Το εγώ αντικαθιστά το εμείς. Το είμαι αντικαθίσταται από το έχω. Με τον τρόπο αυτό ο Δυτικός πολιτισμός από κοινωνικός, μετατρέπεται σε εξατομικευμένο και συν τω χρόνω φθείρεται, διαφθείρεται, και καταρρέει.
Την κατάρρευση αυτή, η οποία, αργά ή γρήγορα, θα οδηγήσει τον Δυτικό Πολιτισμό σε μεγάλες περιπέτειες, είναι επιτακτική ανάγκη να τη σταματήσει η ανάπτυξη ενός νέου Δυτικού Πολιτισμικού Ρεύματος το οποίο θα πρέπει να στηρίζεται, τόσο στις ανθρωπιστικές αρχές, τις οποίες ο Δυτικός Πολιτισμός έχει προ πολλού και εξ ολοκλήρου λησμονήσει, όσο και στο νέο επιστημονικό πνεύμα που επιτάσσει την ανάπτυξη μιας νέας λογικής και ηθικής της επιστήμης
Κύριος παράγοντας συγκρότησης μια νέας πολιτισμικής δομής είναι η συνειδητοποίηση των αιτίων κατάρρευσης του σημερινού Δυτικού Πολιτισμικού ρεύματος. Πάνω στην ανάλυση αυτών των αιτίων πρέπει να θεμελιωθεί μια νέα πολιτισμική θεωρία. Ένα νέο παγκόσμιο κοινωνικό συμβόλαιο το οποίο θα επιτρέψει στην κοινωνία μας να ζήσει με ειρήνη, αδελφότητα και δικαιοσύνη.
Η Θέση του Θετικού επιστήμονα
Μέσα στο γενικότερο πλαίσιο αυτής της πολιτισμικής κατάρρευσης πάρα πολλοί διατυπώνουν μια καίρια ερώτηση.
«Πρέπει ο Θετικός Επιστήμονας να απασχολείται και να ενδιαφέρεται μόνο με την στενή περιοχή της ειδικότητάς του, ή και για τα ευρύτερα κοινωνικά και πολιτισμικά δρώμενα;»
Για να πάρουμε θέση στο προηγούμενο ερώτημα θα πρέπει πρώτα να έχουμε απαντήσει σε μια άλλη πολύ θεμελιακή ερώτηση: «Η ανατροπή βασικών Επιστημονικών δεδομένων επηρεάζει την συγκρότηση ενός Πολιτισμικού Ρεύματος;». Για να έχουμε μια απάντηση σε αυτό το κρίσιμο ερώτημα πρέπει να έχουμε μια σαφή εικόνα για το πώς συγκροτείται ένα πολιτισμικό ρεύμα.
Η έννοια του φόβου. Οι τρεις πολιτισμικοί πυλώνες
Ένα πολιτισμικό ρεύμα εκφράζει βασικά την εκάστοτε προσπάθεια του ανθρώπου να ξεπεράσει και να ελέγξει τριών ειδών φόβους, οι οποίοι βρίσκονται σε άμεση σχέση και συνάρτηση με τριών ειδών γεγονότα ή ανθρώπινους φόβους:
1. Τον φόβο της φυσικής ανθρώπινης επιβίωσης.
Ο φόβος αυτός περιλαμβάνει στον σκληρό του πυρήνα, επί μέρους φόβους όπως την αβεβαιότητα εξεύρεσης πόρων βιολογικής επιβίωσης και τον φόβο άσκησης βίας από τον δυνατότερο. Η προσπάθεια υπέρβασης όλων αυτών των φόβων επιβίωσης ανάγκασε τον άνθρωπο να εφεύρει την έννοια της «οργανωμένης κοινωνικής ζωής» και σε προέκταση την έννοια της «Κοινωνικής Φιλοσοφίας». Η Κοινωνική Φιλοσοφία Γέννησε τα «Κοινωνικά Συστήματα» και από αυτά προήλθαν τα «Πολιτικά Συστήματα».
2. Το φόβο της βίαιης δράσης του Φυσικού Περιβάλλοντος.
Οι κατακλυσμοί, οι σεισμοί, οι βροντές και οι αστραπές, το μυστήριο του έναστρου ουρανού, η αιφνίδια μεταβολή των κλιματολογικών συνθηκών, δημιουργούσαν έναν εσωτερικό φόβο, τόσο στο επίπεδο της φυσικής επιβίωσης του ανθρώπου, όσο και στο επίπεδο του μεταφυσικού και ψυχολογικού δέους. Τον φόβο των γεγονότων του Φυσικού του περιβάλλοντος προσπάθησε ο άνθρωπος να ξεπεράσει μέσω της «Γνώσης», της διερεύνησης δηλαδή των αιτίων που προκαλούν τα γεγονότα που τον φόβιζαν. Η «Γνώση» γέννησε την «Επιστημονική Κοσμοθεωρία» που με τη σειρά της δημιούργησε την «Επιστήμη» η οποία σε κάποιες περιπτώσεις μετασχηματίζεται σε «Τεχνολογία».
3. Τον μεταφυσικό φόβο, τον φόβο δηλαδή που προκαλούσαν γεγονότα τα οποία ξέφευγαν από το πλαίσιο της λογικής ερμηνείας,
η οποία απέρρεε από την εμπειροκρατία των ανθρώπινων αισθήσεων. Ο μεταφυσικός φόβος δημιουργούσε έντονα και ανεξέλεγκτα προσωπικά και συλλογικά φαινόμενα άκρατου δέους, τα οποία αποσάθρωναν τις δομές του Κοινωνικού Συστήματος, αλλά και της Επιστημονικής Κοσμοθεωρίας. Απάντηση σ’ αυτή τη αίσθηση του μεταφυσικού φόβου έδωσε ο άνθρωπος δημιουργώντας τις δομές της «Εσωτερικής Φιλοσοφίας ή Θρησκευτικότητας». Η Εσωτερική φιλοσοφία είχε ως στόχο της να κατασιγάσει τα φαινόμενα μεταφυσικού φόβου με προεξάρχοντα τον «Φόβο του Θανάτου». Η «Θρησκευτικότητα» γέννησε τη «Θεολογία» η οποία αποτελεί το υπόβαθρο γέννησης της «Θρησκείας».
Όπως είναι φανερό, τα τρία προηγούμενα είδη ανθρώπινων φόβων δεν είναι ανεξάρτητα μεταξύ τους, αλλά αλληλοεξαρτώμενα. Με τον τρόπο αυτό έπρεπε η ανάπτυξη μιας μεθόδου, ή μιας θεωρίας καταπολέμησης του ενός φόβου, να μην έρχεται σε αντίθεση με αντίστοιχες θεωρίες και πρακτικές που είχαν ως στόχο την αναίρεση των φόβων άλλου τύπου. Στην αντίθετη περίπτωση, μπορεί μια θεωρία ή μια πρακτική να κατασιγάζει κάποιο είδος ανθρώπινων φόβων, αλλά καταστρέφει τις δομές προστασίας του ανθρώπου από κάποιους άλλους.
Με βάση την προσπάθεια κατασίγασης των τριών αυτών επί μέρους ανθρώπινων φόβων ένα Πολιτισμικό Ρεύμα συγκροτείται πάνω στην ισόρροπη και αλληλοεξαρτώμενη ανάπτυξη των τριών προηγούμενων πυλώνων.
Πολιτισμικά ρεύματα ενός πυλώνα
Η προηγούμενη όμως λογική, μιας ισόρροπης δηλαδή εξέλιξης ενός Πολιτισμικού Ρεύματος, δεν είναι αποδεκτή από όλες τις ανθρώπινες κοινωνίες.
Σε πολλές περιπτώσεις, οι ανθρώπινες διοικητικές δομές κάποιου πυλώνα του Πολιτισμικού ρεύματος, κυριαρχούν επί των διοικητικών δομών των άλλων δύο πυλώνων, δημιουργώντας Πολιτισμικά ρεύματα ενός πυλώνα.
Με τον τρόπο αυτό δομούνται τα «Θετικιστικά», τα «Θεοκρατικά» και τα «Διοικητικά» πολιτισμικά ρεύματα., αναλόγως αν επικρατούν οι διοικητικές δομές της «Επιστημονικής Κοσμοθεωρίας» της «Εσωτερικής Φιλοσοφίας ή Θρησκευτικότητας», ή της «Κοινωνικής Φιλοσοφίας» αντίστοιχα.
Το νόημα της Μεγάλης Επιστημονικής Επανάστασης
Για να γίνει σαφές το πώς η ριζική αλλαγή των επιστημονικών ιδεών αναγκάζει σε μια ουσιαστική αλλαγή των αντιλήψεων των δύο άλλων πυλώνων ενός πολιτισμικού ρεύματος θα πρέπει να εντοπίσουμε ποιο είναι το βασικό χαρακτηριστικό μιας «Μεγάλης Επιστημονικής Επανάστασης».
Μεγάλη Επιστημονική Επανάσταση ονομάζουμε μια ριζική αναμόρφωση των επιστημονικών ιδεών η οποία δεν προάγει μόνο την επιστημονική γνώση και φιλοσοφία, αλλά αναγκάζει ένα πολιτισμικό ρεύμα ενός πυλώνα να μετατραπεί σε έναν πολιτισμό τριών πολιτισμικών πυλώνων.
Ως παραδείγματα Μεγάλων Επιστημονικών Επαναστάσεων μπορούμε αναφέρουμε την:
Προσωκρατική Περίοδο και την
Επιστημονική Επανάσταση 16ου-17ου αιώνα:
Πριν και τις δύο αυτές περιόδους ο πολιτισμός ήταν Θεοκρατικός. Η ριζική όμως αναμόρφωση των επιστημονικών ιδεών και πρακτικών επέδρασε πάνω στη δομή του πολιτισμικού ρεύματος μετατρέποντάς το σε ένα πολιτισμό τριών πυλώνων.
Αυτό σημαίνει ότι με κάποιο τρόπο η ανατροπή των επιστημονικών ιδεών επιδρά ριζικά και καταλυτικά πάνω στη δομή και τον προσανατολισμό ενός πολιτισμού
Η φιλοσοφική θεμελίωση των Θετικών Επιστημών
Με ποιόν τρόπο όμως επιδρά το περιεχόμενο της επιστημονικής σκέψης στις δομές ενός Πολιτισμικού Ρεύματος;
Αρχικά θα πρέπει να αντιληφθούμε ότι οι Θετικές Επιστήμες και, σε προέκταση ο πυλώνας της Επιστημονικής Κοσμοθεωρίας, δεν θεμελιώνονται πάνω σε πειραματικά αποδεδειγμένες έννοιες όπως αφήνουμε πολλές φορές να εννοηθεί.
Οι βάσεις των θετικών Επιστημών είναι οι επόμενες τρεις έννοιες: η ύλη (μάζα), ο χρόνος και ο χώρος (διάσταση).
Οι έννοιες αυτές δεν αποτελούν όμως τη βάση μόνο του πυλώνα της επιστημονικής κοσμοθεωρίας αλλά και των άλλων δύο πυλώνων ενός πολιτισμικού ρεύματος, της θρησκευτικότητας και της κοινωνικής φιλοσοφίας.
Οι έννοιες αυτές, όπως γνωρίζουμε, δεν είναι χειροπιαστά και αντικειμενικά προσδιορισμένες, αλλά φιλοσοφικά κατηγορούμενα προσδιοριζόμενα με διαφορετικούς τρόπους από διαφορετικούς πολιτισμούς, η σε διαφορετικές εποχές
Αν ανατραπεί το εννοιολογικό περιεχόμενο αυτών των φυσικών εννοιών θα αλλάξει σιγά-σιγά η επιστημονική, θρησκευτική και κοινωνική βάση του δυτικού πολιτισμού και, αργά ή γρήγορα, ολόκληρη η δομή του πολιτισμού μας.
Η ανατροπή όμως του εννοιολογικού περιεχομένου αυτών των φυσικών εννοιών έχει ήδη συντελεστεί. Οι κλασικές επιστημονικές θέσεις έχουν ανατραπεί δραματικά από τα μέσα του 19ου αιώνα. Η κατάρρευση του πυλώνα της κλασσικής επιστημονικής κοσμοθεωρίας παρασύρει σε κατάρρευση ολόκληρο το Δυτικό Πολιτισμικό Ρεύμα
Επειδή όμως πολλοί μπορεί να μην πιστέψουν την ουσιαστική επίδραση του πυλώνα της επιστήμης πάνω στην συγκρότηση των άλλων πολιτισμικών πυλώνων θέλουμε να υπενθυμίσουμε τα επόμενα.
Αλλαγή της επιστημονικής αντίληψης για το τι είναι η ύλη, μάζα, χρόνος και χώρος, αναγκάζει σε αναθεώρηση κάθε κοινωνικό σύστημα που έχει στηριχθεί στις παλαιότερες αυτές αντιλήψεις (Διαλεκτικός Υλισμός-Μαρξισμός-Κομμουνισμός) όπως και μια σειρά φιλοσοφικών συστημάτων που επηρέασαν την δομή και την σκέψη του Δυτικού πολιτισμού (Υλισμός, Μηχανοκρατία κλπ).
Στο πεδίο της Θεολογίας η αλλαγή της επιστημονικής αντίληψης π.χ πάνω σε θέματα Βιολογίας, όπως η θεωρία καταγωγή των Ειδών, η φυσική συγκρότησης και γέννηση του Σύμπαντος, για το τι υπήρχε πριν τι δημιουργία του Σύμπαντος, του τι είναι η ύλη, μάζα, χρόνος και χώρος, για το τι είναι στην πραγματικότητα αυτό το οποίο αντιλαμβάνονται οι αισθήσεις μας, αλλάζουν σοβαρά πολλά σημεία της θεολογικής δογματικής.
Τα αίτια κατάρρευσης
Ας δούμε όμως μερικά από τα επιστημονικά δεδομένα τα οποία επέδρασαν ουσιαστικά πάνω στην συγκρότηση του καταρρέοντας Δυτικού Πολιτισμικού ρεύματος.
Βασική αποδοχή της δυτικής τεχνολογικής επιστημονικής σκέψης υπήρξε η φιλοσοφική, αλλά και δογματική, αποδοχή ως αληθών και πραγματικών μόνο εκείνων των μορφών και των φαινομένων τα οποία εμπίπτουν στο πεδίο των ανθρώπινων αισθήσεων.
Εργαλεία μελέτης αυτού του αισθητού κόσμου της εμπειροκρατίας, υπήρξαν η Ευκλείδεια Γεωμετρία και η Νευτώνεια Φυσική.
Για το εμπειροκρατούμενο αυτό πολιτισμικό ρεύμα τα φυσικά σώματα μέσα στον χώρο ήταν διακριτά και ανεξάρτητα μεταξύ τους, οριζόμενα από συγκεκριμένα και μετρούμενα όρια. Τον κόσμο χαρακτήριζε η διακριτότητα και η κατάτμηση των πάντων σε εξατομικευμένα αντικείμενα και όχι η συνέχεια και η αλληλουχία τους.
Ο χώρος είχε 3 διαστάσεις, ενώ ο χρόνος ήταν κάτι εκνευριστικά άγνωστο αλλά μπορούσαμε να τον μετρήσουμε με τα ρολόγια και τα ημερολόγιά μας.
Μεταξύ των αντικειμένων υπήρχε σχετικό κενό, αλλά με κατάλληλα όργανα μπορούσαμε να αδειάσουμε τον χώρο και να τον καταστήσουμε σχεδόν, πειραματικά κενό.
Υλικό δεν μπορούσε να γεννηθεί από το μη αισθητό, αφού το μη αισθητό ταυτιζόταν με το λογικό «τίποτα».
Βασικό δόγμα ήταν ότι, κάθε τι που δεν αντιλαμβάνονται οι αισθήσεις και τα όργανά μας, αφού δεν μπορούσαμε να το μετρήσουμε, δεν υπήρχε και ως εκ τούτου ήταν παράλογο έστω και να υπαινισσόμαστε την ύπαρξή του
Ομοίως σύμφωνα με τη Γεωμετρία του Ευκλείδη είμαστε σίγουροι ότι αν κάτι κινείται ευθυγράμμως και ισοταχώς, συνεχώς απομακρύνεται από το σημείο εκκίνησης.
Με βάση όλα τα προηγούμενα ορίστηκαν αξιωματικά, και ενσωματώθηκαν στη λογική του πολιτισμικού ρεύματος οι έννοιες, εδώ, εκεί, αριστερά, δεξιά, πάνω κάτω, τώρα, χθες, αύριο, λίγο, πολύ, καθόλου, τίποτα.
Όλα τα προηγούμενα δόγματα στηριγμένα, όπως ήδη αναφέραμε, στα δεδομένα των μεγάλων επιστημονικών ανακαλύψεων του 16ου και 17ου αιώνα, επηρέασαν βαθιά τις δομές των δύο άλλων πολιτισμικών πυλώνων εφόσον φαινομενικά ανέτρεπαν πολλές από τις παραδοσιακές και θεμελιακές αρχές τους.
Η ανατροπή των κλασσικών ιδεών
Τα δόγματα όμως της επιστήμης του πραγματιστικού πολιτισμικού μοντέλου που βιώνουμε ακόμα και σήμερα, έχουν ήδη συντριβεί κάτω από το βάρος των ανακαλύψεων της σύγχρονης φυσικής και των νέων μαθηματικών θεωριών. Το γεγονός αυτό παρασύρει σε κατάρρευση και τους δύο άλλους πολιτισμικούς πυλώνες που στήριξαν αφελώς την εξέλιξή τους σε επιστημονικά δόγματα που εν τέλει απεδείχθησαν ψευδή.
Αυτό συμβαίνει από την στιγμή που η σύγχρονη επιστήμη διαπίστωσε ότι τα οικοδομήματα της Νευτώνειας Φυσικής καθώς και της Ευκλείδιας Γεωμετρίας, πάνω στα οποία οικοδομήθηκε ο πυλώνας της επιστήμης, στο πολιτισμικό αυτό ρεύμα, στέκουν ανίσχυρα να ερμηνεύσουν την συνολική συμπαντική πραγματικότητα.
Ήδη από το τέλος του 19ου αιώνα φωτεινές επιστημονικές προσωπικότητες όπως αυτές του Gauss και του Riemann σηματοδότησαν τον ερχομό της νέας επιστημονικής επανάστασης του εικοστού αιώνα, που έμελλε να σαρώσει βίαια το σύνολο των πραγματιστικών και υλοκεντρικών ιδεών περί της φύσεως και της συγκρότησης της συμπαντικής δημιουργίας.
Η θεωρία της σχετικότητας, η κβαντική φυσική, η φυσική των στοιχειωδών σωματιδίων, η φυσική του κενού, οι θεωρίες των χορδών, του χάους και του πληθωρισμού, η σύγχρονη τοπολογία, οι μη ευκλείδειες γεωμετρίες και πολλές άλλες σύγχρονες επιστημονικές ανακαλύψεις ανέτρεψαν σαν θύελλα το μέχρι σήμερα συμπαντικό κοσμοείδωλο.
Το Σύμπαν μας αποδεικτικά πλέον έχει τουλάχιστον τέσσερις διαστάσεις, ενώ η Νευτώνεια Φυσική και η Ευκλείδεια Γεωμετρία στέκουν ανίκανες να ερμηνεύσουν ένα πλήθος κοσμικών και συμπαντικών φαινομένων που έχουν παρατηρηθεί σήμερα.
Κάθε μορφή μέσα στο Σύμπαν δεν έχει όρια έκτασης αλλά απλώνεται παντού μέσα στο συμπαντικό χώρο και χρόνο. Κενό δεν υπάρχει πουθενά. Το κενό είναι το πιο γεμάτο πράγμα μέσα στο Σύμπαν. Από το αισθητό τίποτα μπορεί να εμφανιστούν πραγματικά σωματίδια ύλης.
Τέλος μέσα στο Σύμπαν υπάρχουν περιοχές που μπορούμε να διακρίνουμε ταχύτητες πολύ μεγαλύτερες από αυτές του φωτός, πλην όμως τα γεγονότα που εξελίσσονται μέσα σ’ αυτούς δεν υποπίπτουν στις ανθρώπινες αισθήσεις και μετρήσεις.
Έννοιες όπως αυτές του «παρόντος», του «μέλλοντος» και του «παρελθόντος» δεν έχουν πλέον επιστημονικό νόημα. Ομοίως δεν έχουν νόημα έννοιες όπως αυτές του «εδώ» και του «εκεί» του «πάνω» ή του «κάτω». Στο Σύμπαν της σύγχρονης επιστημονικής πραγματικότητας το «εδώ» είναι «παντού» και το «τώρα» ταυτίζεται με το «χθες» και το «αύριο».
Η σύγχρονη επιστημονική πραγματικότητα αποκαλύπτει ότι μέσω των αισθήσεών μας και των διαφόρων οργάνων που τις ενισχύουν, δεν αντιλαμβανόμαστε το Συμπαντικό χώρο όπως αυτός είναι στην πραγματικότητα, αλλά όπως έχει τη δυνατότητα να το αντιληφθεί ο εγκέφαλός μας, μέσω των ατελέστατων ανθρώπινων αισθήσεων. Η πραγματική φύση του τετραδιάστατου και μη Ευκλείδειου Σύμπαντος είναι μη αισθητή και περιγράφεται μόνο μέσω μαθηματικών σχέσεων
Όμως η μεγάλη αυτή επιστημονική επανάσταση βρήκε ανέτοιμες τις κακώς εξελιγμένα διοικητικές δομές των δύο άλλων πολιτισμικών πυλώνων, οι οποίες θεώρησαν αναίτια ότι οι νέες επιστημονικές ιδέες και ανακαλύψεις δυναμίτιζαν τις δομές τους και διεκδικούσαν περιοχές δράσης οι οποίες κατά την άποψή τους αποτελούσαν παραδοσιακά δικά τους πεδία δράσης.
Στόχος και επιδίωξη του νέου επιστημονικού πνεύματος πρέπει να είναι να πείσει τις διοικητικές δομές των δύο άλλων πολιτισμικών πυλώνων, ότι δεν τις υπονομεύει, ούτε προσπαθεί να τις αντικαταστήσει, αλλά αντιθέτως μπορεί να τις βοηθήσει, αν το θελήσουν, να ανακτήσουν το χαμένο κύρος τους και την επιβεβαιωτική μεταξύ τους σύνδεση.
Η αυτοκριτική της Επιστήμης
Για να επιδράσει όμως καταλυτικά το νέο επιστημονικό πνεύμα στην διαμόρφωση ενός νέου πολιτισμικού ρεύματος πρέπει άμεσα να περάσει σε μια αυστηρή αυτοκριτική της επιστήης Ας δούμε τη λέει ο ό Edgar Morin για το πρόβλημα της Επιστήμης
«Η πρωτοφανής πρόοδος των γνώσεων συνοδεύεται με μια απίστευτη πρόοδο της άγνοιας.
Η πρόοδος των ευεργετικών όψεων της επιστημονικής γνώσης, συμβαδίζει με την πρόοδο των επιβλαβών και θανατηφόρων χαρακτηριστικών της.
Η αυξημένη πρόοδος των εξουσιών της επιστήμης συνοδεύεται με μια αυξανόμενη κοινωνική αδυναμία των επιστημόνων να συμμετάσχουν στην διαμόρφωση και τον έλεγχο αυτών των εξουσιών.
Η Επιστημονική εξουσία είναι κατακερματισμένη στο επίπεδο της έρευνας, αλλά λειτουργεί συγκεντρωμένη και αλληλένδετη με την πολιτική και την οικονομία.
…Τελικά, και αυτό είναι το σημαντικότερο, η διαδικασία της κατακερματισμένης γνώσης-εξουσίας, τείνει να καταλήξει, αν δεν προβληθούν αντιστάσεις από το εσωτερικό των ίδιων των επιστημών, σε ένα ολοκληρωτικό μετασχηματισμό του νοήματος και της λειτουργίας της γνώσης. Η γνώση δεν δημιουργείται πια για να τη σκεφτούμε, να τη στοχαστούμε, να τη συζητήσουμε ως ανθρώπινες υπάρξεις ώστε να οξύνουμε την όρασή μας πάνω στον κόσμο και να φωτίσουμε τη δράση μας μέσα σ’ αυτόν, αλλά παράγεται για να αποθηκεύεται σε τράπεζες δεδομένων και να την χειρίζονται ανώνυμες δυνάμεις…
… Έτσι η καταγγελία της πολιτικής από τον επιστήμονα γίνεται για τον ερευνητή το μέσον για να υπεκφύγει τη συνειδητοποίηση των αμοιβαίων και σύνθετων επιδράσεων ανάμεσα στην επιστημονική, την τεχνική, την κοινωνιολογική και την πολιτική σφαίρα. Τον εμποδίζει να συλλάβει την πολυπλοκότητα της σχέσης μεταξύ επιστήμης και κοινωνίας και τον ωθεί να αποφύγει το πρόβλημα της ευθύνης που είναι εγγενής στην επιστημονική του ιδιότητα…».
Η τελική απάντηση
Πρέπει λοιπόν ένας θετικός επιστήμονας να συμμετέχει στο ευρύτερο κοινωνικό γίγνεσθαι ή πρέπει να μην ασχολείται με τα ευρύτερα κοινωνικά δρώμενα;
Μετά όλα τα προηγούμενα η απάντηση έρχεται αυθόρμητα.
«Η επιστήμη, η θεολογία και η κοινωνική δομή συνιστούν ένα ενιαίο και αδιάσπαστο σύνολο μέσα στο οποίο κάθε συνιστώσα επηρεάζει και επηρεάζεται από τις δυο άλλες. Το αδιάσπαστο αυτό οικοδόμημα ονομάζεται Πολιτισμός.
Ο επιστήμονας, στο μέτρο που παράγει επιστημονικό έργο, είτε το θέλει είτε όχι, αποτελεί παράγοντα πολιτισμικής διαμόρφωσης, επιδρώντας στο μέτρο των δυνατοτήτων του, θετικά ή αρνητικά, στην εξέλιξη τόσο της θεολογικής όσο και της κοινωνικής δομής.
Ο επιστήμονας τη στιγμή της μεγάλης πολιτισμικής κρίσης πρέπει να τολμήσει να αποτελέσει τον ισχυρό βραχίονα ξεπεράσματός της, εκφραζόμενος ελεύθερα, ασχέτως του κοινωνικού και επαγγελματικού κόστους που πολλές φορές είναι αβάσταχτο».