Η ομιλία του Νίκου Λυγερού με θέμα «Οι Δίκαιοι του Albert Camus» πραγματοποιήθηκε στις 6 Μαρτίου, στο Βοτανοποιείο – Τεϊοποιείο «Παιώνια» στο Θησείο, Αθήνας. Στην παρουσίαση και ανάλυση του θεατρικού έργου «Οι Δίκαιοι» εντάχθηκαν επιλεκτικές σκηνές από το έργο, με συνοδεία πιάνου από τον Μπόντα Βαγγέλη. Στο ρόλο της Ντόρας: Σβέτα Σταμπολίδου, της Μεγάλης Δούκισας: Ραπτοπούλου Όλγα, του Στεπάν:Μπόντας Βαγγέλης, του Καλιάγιεφ: Νίκος Λυγερός. O Albert Camus δεν ήταν φτιαγμένος να γράφει για έναν εφήμερο χειμώνα. Ήταν ο συγγραφέας του αιωνίου θέρους. Εκείνος του οποίου το συγγραφικό έργο είναι φωτεινό όπως η αυγή, όμορφο όπως το λυκόφως. Όμως, από το 1905, ο Ivan Kaliayev είχε μια συνάντηση, πάνω σε τούτη τη γη, μαζί του. Και Οι Δίκαιοι εκφράζουν αυτή τη νοητική συνάντηση. Δίχως διανθίσματα, χωρίς περιττολογίες, ο Albert Camus περιορίζεται στο να περιγράφει την ουσία, από φόβο μήπως προδώσει αυτή τη χαμένη υπόθεση. Αυτή την ομορφιά εις αναζήτησιν της αγνότητας, της οποίας ο συλλογισμός έμοιαζε παράλογος. Ιδού γιατί ο συγγραφέας του Μύθου τού Σισύφου δεν μπορούσε παρά να ενδιαφέρεται γι' αυτή την επανάσταση για τη ζωή, αυτή την επανάσταση που έδωσε μια ευκαιρία στη ζωή. Επομένως, Οι Δίκαιοι δεν είναι μια δημιουργία εκ του μηδενός, ούτε και ένας ύμνος στον μηδενισμό. Αυτό το έργο είναι μια πνευματική ανασύνθεση της πραγματικότητας, μία ευαίσθητη επανεγγραφή της ιστορίας, εξ ου και η θέληση που ανυψώθηκε στον Albert Camus να καταστήσει αληθοφανές αυτό που είναι αλήθεια. Οι Δίκαιοι, αυτές οι μεγάλες σκιές που υποστηρίζουν τον ήλιο τής δικαιοσύνης, είναι σαν κίονες ελληνικών ναών. Είναι σχεδιασμένοι με τρόπο ώστε οι νοητικές προβολές τους αναδύονται στο ανθρώπινο μάτι όπως είναι στην πραγματικότητα: αγνοί, ευθείς και άκαμπτοι. Έχοντες συνείδηση πως δεν μπορούν να στέκονται στο ύψος της ιδέας, παρά μόνο δια της θυσίας τους, εκπληρώνονται μέσα σε αυτή την ακραία σύλληψη. Από αυτό το σύνολο απελευθερώνεται μία ανάγκη: εκείνη της κατανόησης του ανθρώπινου μέσα σε ό,τι έχει περισσότερο βάθος. Και μέσα σε τούτη την αμετάκλητη διαδικασία, μέσα από τον θεατράνθρωπο που αντιπροσωπεύει ο Albert Camus, αναδύεται η επανάσταση του πρώτου ανθρώπου, ο οποίος, χάρη στον θάνατό του, πετυχαίνει την αθανασία.
Οι Δίκαιοι του Albert Camus δεν είναι μόνο επαναστατημένοι ή ανυπότακτοι. Είναι προπαντός άνθρωποι οι οποίοι βιώνουν το αίσθημα της δικαιοσύνης. Για να αντιληφθούμε το βάθος της προβληματικής του Camus, είναι αναγκαίο να αναδείξουμε τα νοητικά σχήματα της δικαιοσύνης μέσα στο πλαίσιο της ανθρωπότητας. Αυτή η δικαιοσύνη δεν είναι θεσμική, βασίζεται προπαντός στις αξίες και όχι στις αρχές. Δεν εξαρτάται από ένα τυποποιημένο και άκαμπτο σύστημα. Η δικαιοσύνη, αυτή η δικαιοσύνη αντιπροσωπεύει μία διαχρονική νομολογία. Εξελίχθηκε με την ανθρωπότητα και είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με αυτό που ονομάζουμε θρησκεία. Με τον ίδιο το Χριστό έχει συσχετισθεί η έκφραση «ο δάσκαλος της δικαιοσύνης» και πιο γενικά συναντούμε συχνά τον όρο «τιμωρός» σε πολλούς πολιτισμούς με παραλλαγές όπως αυτήν του δίκαιου. Σε όλες τις περιπτώσεις, πρόκειται για ανθρώπους ικανούς να καταλήξουν σε μια απόφαση ακόμα και πέρα από το νόμο. Το παράδειγμα του Σολομώντα παραμένει ακόμα γνωστό μέχρι τις μέρες μας. Η παρέμβαση της νοημοσύνης σε αυτό το επίπεδο είναι απόλυτα χαρακτηριστική. Διότι αυτοί οι άνθρωποι δεν αρκούνται απλώς στο να εφαρμόσουν το νόμο. Δεν εισέρχονται στο πλαίσιο της λατινικής έκφρασης dura lex, sed lex. Γι’ αυτόν το λόγο, η ανθρώπινη πλευρά των αποφάσεών τους είναι χωρίς καμιά αμφιβολία η πιο σημαντική και ως εκ τούτου είναι αυτή που τους χαρακτηρίζει. Και παρατηρούμε ότι η νοημοσύνη είναι απαραίτητη για τη διαχείριση του συνόλου των νόμων. Δηλαδή, ακόμα και σε ένα πιο τυποποιημένο πλαίσιο, είναι η νοημοσύνη που επιτρέπει στην ανθρωπότητα να αφήσει τα αποτυπώματά της επί της απόφασης. Το πιο σημαντικό ακόμα, είναι και πάλι η νοημοσύνη που επιτρέπει να υπερπηδηθούν τα παράδοξα που δημιουργούνται από νόμους αντιφατικούς. Κατά συνέπεια, όταν οι νόμοι υπερβαίνονται, ο ίδιος ο άνθρωπος μέσω της νοημοσύνης του γίνεται δικαστής. Στην πραγματικότητα, διατηρεί αυτόν τον τίτλο δια παντός. Μόνο που το σύστημα προτιμά να θεσπίζει νόμους για να παραμένει ανεξάρτητο από την ανθρώπινη επίδραση.
Στο πλαίσιο του θεατρικού έργου του Albert Camus, τίθεται η προβληματική των ορίων όταν ξέρουμε και αποδεχόμαστε εκ των προτέρων ότι η μάχη είναι χαμένη. Η ανάγκη να αγωνιζόμαστε εναντίον της βαρβαρότητας ενός συστήματος που καταπιέζει την ανθρωπότητα, εμπερικλείει θυσίες. Όμως, πόσες και ποιες θυσίες μπορεί να αντέξει ο άνθρωπος προκειμένου να φθάσει στο στόχο της απελευθέρωσης της ανθρωπότητας; Αυτό είναι το ερώτημα που θέτει ο Albert Camus. Μόνο που οι δίκαιοι είχαν ήδη δώσει την απάντηση το 1905. Τα όρια υπάρχουν, όμως οι θυσίες είναι απόλυτα αναγκαίες. Χάρις σ’ αυτή την προβληματική, μπορούμε να διαβλέψουμε από τη μια πλευρά τη σημασία της ανθρωπότητας και από την άλλη την προστιθέμενη αξία που αντιπροσωπεύει σε σχέση με τον άνθρωπο. Μέσω τη θυσίας και της αντίστασης των ανθρώπων, για να εισχωρήσουμε στην έννοια του αισθήματος της δικαιοσύνης, διακρίνουμε τη δομή της κοινωνίας. Η δικαιοσύνη, με την έννοια που της αποδώσαμε προηγουμένως, είναι ένα νοητικό σχήμα του υπόβαθρου της ιδέας της ανθρωπότητας. Η κοινωνία στηρίζεται στο σύστημα των δικηγόρων. Ενώ η ανθρωπότητα δεν έχει νόημα παρά μέσω του έργου των δικαίων.
Διάλεξη του Νίκου Λυγερού με θέμα: "Οι Δίκαιοι του Albert Camus", 06/03/2012, Βοτανοπωλείο - Τεϊοποιείο "Παιώνια", Αμφικτύονος 12 & Πουλοπούλου, Θησείο, Αθήνα
Albert Camus, ο πρώτος άνθρωπος - Νίκος Λυγερός
Ο Albert Camus δεν ήταν μόνο ένας συγγραφέας. Ήταν ένας δίκαιος. Δεν ήταν μόνο ένας ταγμένος διανοούμενος. Ήταν ένας άνθρωπος. Μπορούσε να ήταν ένας ήρωας. Όμως ήταν μόνο ένας επιζών. Υποβιβάζουμε μια ολόκληρη ζωή με τον πιο εύκολο τρόπο στην πιο απλή της έκφραση, δηλαδή στη διάρκειά της. Δεν είναι το αποκορύφωμα του παράλογου; Μήπως δεν είναι παρά μόνο αυτό; Και τι να πούμε για τη δόξα, όπως το έγραψε ο Albert Camus πάνω σε μία στήλη της Τιπάζα; Δεν ήταν πια το δικαίωμα να αγαπάς δίχως όρια; Όταν δεν έχουμε παρά μόνο την ώχρα της γης, το γαλάζιο της θάλασσας και το φως τ’ ουρανού ως τα μόνα πλούτη, ποιος μπορεί να μας παρεκκλίνει από το στόχο μας; Μήπως είναι σκόπιμα που αφήνουμε τους ανθρώπους στη σκιά; Είναι συνειδητά που τους βυθίζουμε στη θλίψη; Ή είναι από ανάγκη που τους θάβουμε; Σίγουρα τίποτα απ’ όλα αυτά, εκτός από την επιθυμία να ανακαλύψουμε με τον τρόπο μας το μοναδικό παράδεισο στον οποίο έχουμε πρόσβαση παρά τα αίσχη της ζωής. Ο Albert Camus δεν ήταν παρά μόνο αυτό όταν έγραφε την Εξορία και το Βασίλειο, δεν ήταν παρά μόνο αυτό όταν έγραφε τα Γράμματα σ’ ένα Γερμανό φίλο, δεν μπορούσε να ήταν παρά μόνο αυτό όταν εκφωνούσε την Ομιλία του στη Σουηδική Ακαδημία. Κι όλα αυτά, δεν ήταν παρά μόνο μέσα σ’ ένα απλό αυτοκίνητο. Μα πριν και μετά, ήταν ο πρώτος άνθρωπος που περίμενε τον τελευταίο, περιμένοντας να δει τον άνθρωπο που ήταν τόσο απών από τον αιώνα του. Όλη του η ζωή μέσα σ’ έναν αιώνα, όλος του ο θάνατος μέσα στο θρύλο των αιώνων. Έτσι ήταν, αυτός, έστω κι αν μπορούσε να ήταν ένας άλλος. Είχε επιλέξει να παραμείνει ελεύθερος μέσα σ’ έναν κόσμο χωρίς ελευθερία, έχοντας πλήρη επίγνωση της θυσίας που αυτό συνεπάγεται σε μια κοινωνία της συγκατάβασης. Ο Albert Camus έδωσε τη μάχη του κατά την περίοδο της γερμανικής κατοχής, δεν υποκλήθηκε παρά τις πιέσεις του καθεστώτος Vichy. Σε μια Γαλλία όπου η προδοσία ήταν δεδομένη, το να αντιστέκεσαι ήταν μία πρόκληση. Δεν ήταν ο γιος κανενός, μα ούτε παραδόθηκε σε κανένα. Αντιστάθηκε με όλη τη βαρύτητα του πρώτου ανθρώπου και την εμβέλεια των συγγραμμάτων του. Η ιστορία τον δικαίωσε, διότι υπήρχε επίσης ένας άνθρωπος όπως τον Jean Moulin, ο οποίος όμως πέθανε το 1943. Την ίδια εποχή ο Albert Camus έγραφε τις επιστολές του καθώς επίσης και για την επικαιρότητα. Μερικά χρόνια αργότερα θα δώσει μία άλλη μάχη στην Αλγερία. Αυτή τη φορά, ήταν αυτός που δεν θα έβλεπε το τέλος της σύγκρουσης. Κατηγορούμενος από όλους, συνέχισε τον αγώνα του. Παρέμεινε ακέραιος και αξιοπρεπής σε μία περίοδο που οι δύο προκαλούσαν υποψίες και εξέθεταν τους εαυτούς τους. Μόνο που ο Albert Camus δεν ήταν οποιοσδήποτε άνθρωπος όσο παράλογο κι αν φαινόταν. Συνειδητοποιημένος για τα πάντα εν τη απουσία των πάντων, δεν τυχαίνει αναγνώρισης παρά μόνο αργότερα. Πήρε το βραβείο Νόμπελ το 1957, σε ηλικία σαράντα τεσσάρων χρονών και πεθαίνει το 1960. Έχοντας θυσιαστεί στο βωμό του παραλόγου παρέμεινε ελεύθερος παρά τον πόλεμο δίχως όνομα. Μέσα από τη ζωή του και το έργο του μπορούμε να καταλάβουμε τη δυσκολία του να είσαι ένας ταγμένος διανοούμενος καθώς επίσης και ποιο δρόμο να ακολουθήσουμε σ’ έναν κόσμο όπου βασιλεύει η τεχνητή ειρήνη μιας κοινωνίας που δεν σταματά να ξεχνά για να μην πληγώνει τη μνήμη της, χωρίς να υπολογίζει την ίδια της την άρνηση. (πηγή)
- Γιατί ανεβάσατε Τους Δίκαιους του Albert Camus;
- Γιατί το αντίθετο θα ήταν άδικο.
- Είναι ένας αποτελεσματικός τρόπος για να δείξετε την ιδέα του παράλογου;
- Όχι βέβαια.
- Τότε ποιος είναι ο σκοπός σας;
- Ν’ αναδείξουμε τα ανθρώπινα όρια.
- Σε ποιο πλαίσιο;
- Σ’ αυτό των δικτατορικών καθεστώτων.
- Εννοείτε τα ναζιστικά και φασιστικά καθεστώτα;
- Όχι μόνο.
- Και τα κομμουνιστικά καθεστώτα;
- Ναι, εφόσον είναι απαραίτητο.
- Δεν είναι κάπως υπερβολικό;
- Να κατηγορούμε αυτά τα εξτρεμιστικά καθεστώτα για εγκλήματα εναντίον της ανθρωπότητας;
- Οι διαβόητες γενοκτονίες...
- Οι γενοκτονίες δεν είναι διαβόητες. Είναι μόνο και μόνο απάνθρωπες.
- Αυτές είναι οι μόνες συνεισφορές των δικτατορικών καθεστώτων;
- Ο όρος «συνεισφορά» μού φαίνεται εντελώς άτοπος.
- Ποιον προτιμάτε, λοιπόν;
- Την εγκληματική πράξη.
- Όμως Οι Δίκαιοι του Albert Camus δεν ήταν τρομοκράτες;
- Θα ήταν μία παρερμηνεία των προθέσεων του τελευταίου.
- Τότε πώς πρέπει να τους θεωρούμε;
- Ο Albert Camus απάντησε ήδη επιλέγοντας τον τίτλο του έργου του.
- Άρα, σύμφωνα με τα λεγόμενα σας, Οι Δίκαιοι πρέπει να ξανανεβαστούν στο θέατρο.
- Ναι, και μάλιστα παρά τις παρεξηγήσεις.
- Δεν σας ενοχλούν αυτές οι παρεξηγήσεις;
- Είναι μόνο και μόνο κοινωνικής φύσης.
- Έτσι δεν σας στενοχωρούν;
- Εφόσον δεν είναι ανθρώπινης φύσης, καθόλου.
- Νομίζετε ότι η σκηνοθεσία σας θα είναι κατανοητή;
- Είναι η μόνη μας ανησυχία.
- Έχετε κάνει κάτι το ειδικό προς αυτή την κατεύθυνση;
- Έχουμε ενσωματώσει συγκεκριμένα κείμενα στο κείμενο του Camus.
- Χωρίς να προκαλέσετε διάσπαση;
- Διατηρήσαμε τη συνοχή του.
- Μπορείτε να είστε πιο ακριβής;
- Η επαναπροσέγγιση του πλαισίου μάς επέτρεψε να ξαναδώσουμε νόημα στη μνήμη και να αποδώσουμε τιμή όπως το ήθελε ο Albert Camus.
- Το κοινό θα είναι ο δικαστής.
- Είμαστε ήδη καταδικασμένοι εις ζωήν.