Μετά τη συνειδητοποίηση της μοναξιάς - η ανθρωπιά αποφάσισε να τη μοιραστεί - γιατί ηταν το μόνο πράγμα - που της είχε απομείνει - μέσα στην κοινωνία. Έτσι άρχισαν οι ανθρώπινες σχέσεις - οι άνθρωποι ήταν πια μαζί - ακόμα και μόνοι. Όμως το σύστημα το αντιλήφθηκε....
Πριν εξετάσουμε καν το αφαιρετικό σύστημα της ανθρωπότητας πρέπει να ερευνήσουμε την έννοια της ανθρωπιάς των ανθρώπων. Και πριν ακόμα, το υπόβαθρό της, τη μνήμη. Η μνήμη μπορεί, όπως το εξηγήσαμε σ’ ένα προηγούμενο άρθρο, να ερμηνευτεί ως ένα κομμάτι της ανθρωπότητας μέσα στη νοημοσύνη του ανθρώπου. Δεν συνεπάγεται όμως άμεσα η ανθρωπιά. Στην πραγματικότητα ακόμα και αν η μνήμη και η νοημοσυνη έχουν ενεργοποιηθεί εκ γενετής, αυτό δεν σημαίνει ότι ο άνθρωπος είναι ήδη άνθρωπος με τη γενική έννοια. Ο άνθρωπος γίνεται άνθρωπος μέσω της σκέψης και της συνείδησης που αποκτά μέσω της. Ενώ η ανθρωπιά εμφανίζεται μετά από αυτήν την επεξεργασία αλλά και τη συνάντηση με άλλους ανθρώπους και όχι απλά άτομα. Με άλλα λόγια δεν είναι η κοινωνικοποίηση που βοηθά αυτό το επίτευγμα μα το αφαιρετικό ζευγάρι δάσκαλος-μαθητής με τη γενικευμένη του έννοια. Η ανθρωπιά δεν είναι αυτονόητη διότι είναι πιο εξελιγμένη έννοια από τη συμπόνια και κάνει χρήση της ετυμολογικής έννοιας της εμπάθειας. Πιο συγκεκριμένα η ανθρωπιά είναι η ελάχιστη σχέση μεταξύ δύο ατόμων όπου η ανθρωπότητα δεν βρίσκεται σε εκφυλισμένη περίπτωση. Εμπεριέχει διαχρονικά στοιχεία που λειτουργούν ως νοητικά σχήματα μιας ανοιχτής δομής που ενεργοποιείται με τη δικτύωση του δασκάλου, ο οποίος επιτρέπει την ύπαρξη της συνεκτικότητας του ανθρώπου με την ανθρωπότητα. Διότι όπως ειπώθηκε και προηγουμένως, ο άνθρωπος δεν ανήκει εκ φύσης σε αυτήν τη δομή. Και το άτομο μπορεί να παραμείνει άτομο αν δεν υπάρξει αυτή η πρόσβαση στην ανθρωπότητα.
Εξ αιτίας της κοινωνικοποίησης, το άτομο δεν αντιλαμβάνεται ούτε την ύπαρξη της ανθρωπότητας ούτε την ανάγκη της ανθρωπιάς. Όλα είναι εξασφαλισμένα από ένα σύστημα που μαζικοποιεί τα άτομα, συνεπώς δεν υπάρχει ούτε ουσιαστική αλληλεπίδραση ούτε συνανθρωπιά. Διότι ο καθένας νιώθει την εξάρτησή του από το σύστημα και δεν δημιουργεί ανθρώπινες σχέσεις. Δεν υπάρχει αξία, μόνο αρχές του συστήματος. Και μέσα σε αυτό το πλαίσιο δεν μπορεί ν’ αναπτυχθεί η ανθρωπιά γιατί κανείς δεν θεωρεί ότι είναι χρήσιμη και όντως δεν είναι γι’ αυτόν τον ανταγωνισμό που δεν ασχολείται με ανθρώπους αλλά με ανώνυμα άτομα. Η σπανιότητα της ανθρωπιάς ερμηνεύεται από την κοινωνική μάζα ως μια περιθωριακή οντότητα που μπορεί ο καθένας να παραμερίσει δίχως καμμιά επίπτωση. Η μόνη κοινωνική αξία είναι η αξιολόγηση και όχι η αξιολογία. Έτσι η ανθρωπιά παραμένει ένα δυσνόητο πράγμα που δεν ελκύει. Έχει αξία μόνο και μόνο για τους ανθρώπους που είναι και αυτοί σπάνιοι. Είναι η ατομική υλοποίηση της ενεργητικής έννοιας της ανθρωπότητας ενώ η μνήμη είναι η παθητική της έννοια. Με αυτές τις δύο έννοιες η νοητική οντότητα γίνεται άνθρωπος. Και η ολοκλήρωση αυτής της διαδικασίας είναι η επινόηση του αλτρουϊσμού με όλη του τη σημασία. Έτσι κατανοούμε τώρα πόσο σπουδαίος είναι ο ρόλος του δασκάλου για τον μαθητή άνθρωπο. Μέσω της μάθησης και ειδικά της μάθησης της μάθησης που είναι πιο πολύπλοκη, ο μέντορας ενισχύει τη συνείδηση του Τηλέμαχου και του δίνει τη δυνατότητα όχι μόνο να εκφραστεί αλλά και να παράγει ένα έργο προς όφελος των άλλων. Υπάρχουμε ουσιαστικά μόνο μέσα από τους άλλους και αυτό εξηγεί και το βάθος της ανθρωπιάς αλλά και την εμβέλειά της. Γι’ αυτόν τον λόγο η ανθρωπιά είναι μια δια βίου μάθηση.
Πριν εξετάσουμε καν το αφαιρετικό σύστημα της ανθρωπότητας πρέπει να ερευνήσουμε την έννοια της ανθρωπιάς των ανθρώπων. Και πριν ακόμα, το υπόβαθρό της, τη μνήμη. Η μνήμη μπορεί, όπως το εξηγήσαμε σ’ ένα προηγούμενο άρθρο, να ερμηνευτεί ως ένα κομμάτι της ανθρωπότητας μέσα στη νοημοσύνη του ανθρώπου. Δεν συνεπάγεται όμως άμεσα η ανθρωπιά. Στην πραγματικότητα ακόμα και αν η μνήμη και η νοημοσυνη έχουν ενεργοποιηθεί εκ γενετής, αυτό δεν σημαίνει ότι ο άνθρωπος είναι ήδη άνθρωπος με τη γενική έννοια. Ο άνθρωπος γίνεται άνθρωπος μέσω της σκέψης και της συνείδησης που αποκτά μέσω της. Ενώ η ανθρωπιά εμφανίζεται μετά από αυτήν την επεξεργασία αλλά και τη συνάντηση με άλλους ανθρώπους και όχι απλά άτομα. Με άλλα λόγια δεν είναι η κοινωνικοποίηση που βοηθά αυτό το επίτευγμα μα το αφαιρετικό ζευγάρι δάσκαλος-μαθητής με τη γενικευμένη του έννοια. Η ανθρωπιά δεν είναι αυτονόητη διότι είναι πιο εξελιγμένη έννοια από τη συμπόνια και κάνει χρήση της ετυμολογικής έννοιας της εμπάθειας. Πιο συγκεκριμένα η ανθρωπιά είναι η ελάχιστη σχέση μεταξύ δύο ατόμων όπου η ανθρωπότητα δεν βρίσκεται σε εκφυλισμένη περίπτωση. Εμπεριέχει διαχρονικά στοιχεία που λειτουργούν ως νοητικά σχήματα μιας ανοιχτής δομής που ενεργοποιείται με τη δικτύωση του δασκάλου, ο οποίος επιτρέπει την ύπαρξη της συνεκτικότητας του ανθρώπου με την ανθρωπότητα. Διότι όπως ειπώθηκε και προηγουμένως, ο άνθρωπος δεν ανήκει εκ φύσης σε αυτήν τη δομή. Και το άτομο μπορεί να παραμείνει άτομο αν δεν υπάρξει αυτή η πρόσβαση στην ανθρωπότητα.
Εξ αιτίας της κοινωνικοποίησης, το άτομο δεν αντιλαμβάνεται ούτε την ύπαρξη της ανθρωπότητας ούτε την ανάγκη της ανθρωπιάς. Όλα είναι εξασφαλισμένα από ένα σύστημα που μαζικοποιεί τα άτομα, συνεπώς δεν υπάρχει ούτε ουσιαστική αλληλεπίδραση ούτε συνανθρωπιά. Διότι ο καθένας νιώθει την εξάρτησή του από το σύστημα και δεν δημιουργεί ανθρώπινες σχέσεις. Δεν υπάρχει αξία, μόνο αρχές του συστήματος. Και μέσα σε αυτό το πλαίσιο δεν μπορεί ν’ αναπτυχθεί η ανθρωπιά γιατί κανείς δεν θεωρεί ότι είναι χρήσιμη και όντως δεν είναι γι’ αυτόν τον ανταγωνισμό που δεν ασχολείται με ανθρώπους αλλά με ανώνυμα άτομα. Η σπανιότητα της ανθρωπιάς ερμηνεύεται από την κοινωνική μάζα ως μια περιθωριακή οντότητα που μπορεί ο καθένας να παραμερίσει δίχως καμμιά επίπτωση. Η μόνη κοινωνική αξία είναι η αξιολόγηση και όχι η αξιολογία. Έτσι η ανθρωπιά παραμένει ένα δυσνόητο πράγμα που δεν ελκύει. Έχει αξία μόνο και μόνο για τους ανθρώπους που είναι και αυτοί σπάνιοι. Είναι η ατομική υλοποίηση της ενεργητικής έννοιας της ανθρωπότητας ενώ η μνήμη είναι η παθητική της έννοια. Με αυτές τις δύο έννοιες η νοητική οντότητα γίνεται άνθρωπος. Και η ολοκλήρωση αυτής της διαδικασίας είναι η επινόηση του αλτρουϊσμού με όλη του τη σημασία. Έτσι κατανοούμε τώρα πόσο σπουδαίος είναι ο ρόλος του δασκάλου για τον μαθητή άνθρωπο. Μέσω της μάθησης και ειδικά της μάθησης της μάθησης που είναι πιο πολύπλοκη, ο μέντορας ενισχύει τη συνείδηση του Τηλέμαχου και του δίνει τη δυνατότητα όχι μόνο να εκφραστεί αλλά και να παράγει ένα έργο προς όφελος των άλλων. Υπάρχουμε ουσιαστικά μόνο μέσα από τους άλλους και αυτό εξηγεί και το βάθος της ανθρωπιάς αλλά και την εμβέλειά της. Γι’ αυτόν τον λόγο η ανθρωπιά είναι μια δια βίου μάθηση.