Άπειρο - τίποτα. Η ψυχή μας ρίχνεται σε ένα σώμα, όπου βρίσκει αριθμούς, χρόνο, διαστάσεις. Βάσει αυτών σκέφτεται και το ονομάζει φύση, αναγκαιότητα, και δεν μπορεί να πιστέψει τίποτε άλλο.
Η ενότητα όταν προστίθεται στο άπειρο, δεν του προσθέτει τίποτα, όπως [το να προσθέσεις] ένα πόδι στο άπειρο. Το πεπερασμένο καταστρέφεται στην παρουσία του απείρου και γίνεται στην ουσία τίποτα. Ομοίως το πνεύμα μας σε σχέση με το Θεό, το ίδιο και η δικαιοσύνη μας σε σχέση με τη Θεία Δικαιοσύνη. Υπάρχει μεγάλη διαφορά μεταξύ της δικής μας δικαιοσύνης και του Θεού, και μεταξύ της ενότητας και του απείρου. [1]
Η δικαιοσύνη του Θεού πρέπει να είναι τεράστια, όπως και η καλοσύνη Του. Τώρα, η δικαιοσύνη για τον έκπτωτο είναι λιγότερο τεράστια και θα έπρεπε να προσβάλει λιγότερο τα συναισθήματά μας, απ’ότι το έλεος για τους εκλεκτούς. [2]
Γνωρίζουμε ότι υπάρχει ένα άπειρο και αγνοούμε τη φύση του. Όπως ξέρουμε πως είναι λάθος ότι οι αριθμοί είναι πεπερασμένοι, είναι συνεπώς ορθό ότι υπάρχει απειρία αριθμών. Αλλά δεν ξέρουμε τι είναι. Είναι λάθος ότι είναι ζυγός αριθμός, είναι λάθος ότι είναι μονός αριθμός, γιατί η προσθήκη μιας μονάδας μπορεί να αλλάξει τη φύση του. Ωστόσο είναι αριθμός και κάθε αριθμός είναι μονός ή ζυγός (σίγουρα αυτό ισχύει για κάθε πεπερασμένο αριθμό). Άρα μπορούμε να ξέρουμε ότι υπάρχει Θεός, χωρίς να ξέρουμε τι ακριβώς είναι. [3] Δεν υπάρχει μια ουσιαστική αλήθεια, δεδομένου πώς υπάρχουν τόσα πράγματα που δεν είναι τα ίδια αλήθεια;
Γνωρίζουμε, λοιπόν, την ύπαρξη και φύση του πεπερασμένου, γιατί είμαστε κι εμείς πεπερασμένοι και έχουμε έκταση [καταλαμβάνουμε χώρο]. Γνωρίζουμε την ύπαρξη του απείρου και αγνοούμε τη φύση του, επειδή έχει έκταση όπως και εμείς, αλλά δεν έχει όρια σαν εμάς. Αλλά δε γνωρίζουμε ούτε την ύπαρξη, ούτε τη φύση του Θεού, γιατί δεν έχει ούτε έκταση, ούτε όρια. [4]
Αλλά μέσω της πίστης γνωρίζουμε την ύπαρξή Του, εν δόξη θα γνωρίσουμε τη φύση Του. [5] Τώρα, έχω ήδη δείξει πως μπορούμε να γνωρίζουμε την ύπαρξη ενός πράγματος χωρίς να γνωρίζουμε τη φύση του.
Ας μιλήσουμε τώρα βάσει του φωτός της φύσης [της λογικής].
Αν υπάρχει Θεός, μας είναι άπειρα αδιανόητος, αφού δεν έχει ούτε μέρη, ούτε όρια, οπότε δεν έχει κάποια συνάφεια με εμάς. Είναι λοιπόν αδύνατον να γνωρίσουμε είτε τι είναι [ο Θεός] είτε αν υπάρχει [Θεός]. [6] Αφού ισχύει αυτό, ποιος θα αναλάβει να διευθετήσει το ερώτημα; [Σίγουρα] όχι εμείς που δεν έχουμε καμία συνάφεια με Εκείνον.
Ποιος, λοιπόν, θα κατηγορήσει τους Χριστιανούς επειδή δεν μπορούν να δώσουν λόγους για την πίστη τους, αφού ομολογούν μια θρησκεία την οποία δεν μπορούν να αιτιολογήσουν; Δηλώνουν, εξηγώντας στον κόσμο, πως είναι ανοησία, stultitiam. Και μετά παραπονιέστε πως δεν το αποδεικνύουν! Αν το αποδείκνυαν, δε θα κρατούσαν το λόγο τους. Με το να μην έχουν αποδείξεις, δείχνουν ότι δεν τους λείπει η λογική.[7] “Ναι, αλλά αν και αυτό δικαιολογεί αυτούς που το παρουσιάζουν και αφαιρεί το φταίξιμο εκείνων που το παρουσιάζουν χωρίς αποδείξεις, δε δικαιολογεί εκείνους που το δέχονται”.[8] Ας εξετάσουμε αυτό το σημείο και ας πούμε “Ο Θεός υπάρχει ή δεν υπάρχει”. Αλλά προς τα που να κλίνουμε; Δεν μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε τη λογική εδώ. Μας χωρίζει ένα άπειρο χάος. Ένα παιχνίδι παίζεται στα άκρα αυτής της άπειρης απόστασης, όπου το αποτέλεσμα θα είναι είτε κορώνα, είτε γράμματα. Τι θα στοιχηματήσετε; Σύμφωνα με τη λογική, δεν μπορείτε να επιλέξετε ούτε το ένα, ούτε το άλλο. Σύμφωνα με τη λογική, δεν μπορείτε να υπερασπιστείτε καμία πρόταση.[9]
Μην κατηγορείτε για λάθος τότε εκείνους που επέλεξαν, γιατί δεν ξέρετε τίποτα για την επιλογή τους. “Όχι, αλλά δεν τους κατηγορώ επειδή επέλεξαν κάτι, αλλά απλά επειδή επέλεξαν. Γιατί και εκείνος που επιλέγει κορώνα και εκείνος που επιλέγει γράμματα κάνουν εξ ίσου λάθος. Η σωστή επιλογή είναι να μη στοιχηματίσεις καθόλου”.[10]
Ναι, αλλά πρέπει να επιλέξεις. Δεν είναι προαιρετικό.[11] Βρίσκεσαι ήδη στην θάλασσα. Τι θα διαλέξεις λοιπόν; Ας το δούμε. Αφού πρέπει να επιλέξεις, ας δούμε ποιο σε ενδιαφέρει λιγότερο. Έχεις δύο πράγματα να χάσεις. Το αληθινό και το καλό. Και δύο πράγματα να ρισκάρεις. Τη λογική και τη θέλησή σου, τη γνώση και την ευτυχία σου. Και η φύση σου έχει δύο πράγματα να χάσει. Το σφάλμα και τη θλίψη. [12] Η λογική σου δεν προβληματίζεται να επιλέξει είτε το ένα, είτε το άλλο, αφού πρέπει να επιλέξει. Αυτό το σημείο διευθετήθηκε. Αλλά η ευτυχία σου; Ας ζυγίσουμε το κέρδος και το κόστος όταν στοιχηματίσεις ότι ο Θεός υπάρχει. Ας μελετήσουμε αυτές τις δύο δυνατότητες. Αν κερδίσεις, τα κερδίζεις όλα. Αν χάσεις, δε χάνεις τίποτα. Άρα στοιχημάτισε χωρίς δισταγμό ότι ο Θεός υπάρχει. —”Ωραία και καλά αυτά. Ναι, πρέπει να στοιχηματίσω, αλλά μπορεί να στοιχηματίσω πολλά.”[13] —Ας το δούμε αυτό. Αφού υπάρχει ίσο ρίσκο κέρδους και χασούρας, αν είχες να κερδίσεις δύο ζωές αντί για μία, μπορεί να επέλεγες να στοιχηματίσεις. Αλλά αν είχες να κερδίσεις τρεις ζωές, θα έπρεπε να παίξεις (αφού πρέπει να παίξεις) και θα ήσουν εκνευρισμένος, αφού είσαι υποχρεωμένος να παίξεις [σε ένα παιχνίδι] όπου πρέπει να ρισκάρεις τη ζωή σου για να κερδίσεις τρεις σε ένα παιχνίδι που οι πιθανότητες να χάσεις και να κερδίσεις είναι οι ίδιες. Αλλά υπάρχει μια αιωνιότητα ζωής και ευτυχίας. Συνεπώς, αν υπήρχαν άπειρες πιθανότητες, από τις οποίες μόνο μια θα ταίριαζε σε σένα, δε θα έκανες λάθος να στοιχηματίσεις μία για να κερδίσεις δύο και θα ήταν βλακεία, όντας υποχρεωμένος να παίξεις, να αρνηθείς να στοιχηματίσεις μία ζωή για να κερδίσεις τρεις σε ένα παιχνίδι όπου από μια απειρία πιθανοτήτων, υπάρχει μία για σένα, αν υπήρχε μια απειρία από μια άπειρα ευτυχισμένη ζωή για να κερδίσεις. Αλλά εδώ υπάρχει μια άπειρη δυνατότητα μιας άπειρα ευτυχισμένης ζωής για να κερδίσεις, μια πιθανότητα κέρδους ενάντια σε έναν πεπερασμένο αριθμό πιθανοτήτων χασούρας και αυτό που στοιχηματίζεις είναι πεπερασμένο. Όλα είναι χωρισμένα: αν το άπειρο υπάρχει και δεν υπάρχει άπειρος αριθμός πιθανοτήτων χασούρας, δεν έχεις χρόνο να διστάσεις. Πρέπει να δώσεις όλα. Άρα, όταν κάποιος υποχρεώνεται να παίξει, πρέπει να αποκυρήξει τη λογική για να διατηρήσει τη ζωή του, αντί να ρισκάρει να [κρατήσει τη λογική αντί] για άπειρο κέρδος, που είναι εξίσου πιθανό με την απώλεια του τίποτα.[14]
Είναι άχρηστο να πούμε ότι είναι αμφίβολο ότι θα κερδίσουμε και σίγουρο ότι θα ρισκάρουμε και ότι η άπειρη απόσταση μεταξύ της βεβαιότητας του τι ρισκάρουμε και της αβεβαιότητας του τι θα κερδίσουμε ισοδυναμεί με το πεπερασμένο καλό που ρισκάρουμε στην αμφίβολη αβεβαιότητα. Αυτό δεν ισχύει γιατί κάθε παίκτης πρεπει να ρισκάρει κάτι βέβαιο για να κερδίσει κάτι αβέβαιο και ωστόσο ρισκάρει κάτι πεπερασμένο και βέβαιο για μια πεπερασμένη αβεβαιότητα. Αλλά η αβεβαιότητα του κέρδους είναι ανάλογη με τη βεβαιότητα αυτού που ρισκάρεις, σύμφωνα με τις αναλογίες των πιθανοτήτων κέρδους και απώλειας. Συνεπώς, αν υπάρχει το ίδιο ρίσκο και στις δυο μεριές, θα πρέπει να παίξουμε ισορροπημένα.[15] Τότε η βεβαιότητα αυτού που ρισκάρεται είναι ίση με την αβεβαιότητα του πιθανού κέρδους, μιας και υπάρχει άπειρη απόσταση μεταξύ τους. Άρα η πρότασή μας είναι άπειρης δύναμης, όταν υπάρχει κάτι πεπερασμένο για να στοιχηματίσουμε, υπάρχει ίσο ρίσκο κέρδους και απώλειας, και κάτι άπειρο για να κερδίσουμε. Αυτό εύκολα αποδεικνύεται και αν ο άνθρωπος μπορεί να κατανοήσει μια αλήθεια, τότε είναι αυτή.
“Το ομολογώ, το παραδέχομαι. Αλλά δεν υπάρχει τρόπος να δω τα χαρτιά;” —Ναι, οι Γραφές και τα λοιπά.[16] “Ναι, αλλά έχω τα χέρια μου δεμένα και το στόμα μου κλειστό. Είμαι υποχρεωμένος να στοιχηματίσω, αλλά δεν είμαι ελεύθερος. Δεν μπορώ να ξεφύγω, αλλά είμαι έτσι φτιαγμένος που δεν μπορώ να πιστέψω. Τι να κάνω τότε;”[17]
Αλήθεια είναι. Αναγνωρίζεις την αδυναμία σου να πιστέψεις, αφού η λογική σε φέρνει σ’αυτό, αλλά εξακολουθείς να μην μπορείς να πιστέψεις. Προσπάθησε τότε να πείσεις τον εαυτό σου, όχι αυξάνοντας τις αποδείξεις για [την ύπαρξη] του Θεού, αλλά με το να καταλαγιάσεις τα πάθη σου. Θέλεις να αποκτήσεις πίστη, αλλά δεν ξέρεις πώς. Θέλεις να γιατρέψεις τον εαυτό σου από την απιστία και ζητάς το γιατρικό. Μάθε από εκείνους που είχαν το ίδιο πρόβλημα και τώρα στοιχηματίζουν ό,τι έχουν. Εκείνοι είναι οι άνθρωποι που γνωρίζουν το δρόμο που πρέπει να ακολουθήσεις και έχουν γιατρευτεί από το κακό από το οποίο θες κι εσύ να γιατρευτείς. Ακολούθησε το δρόμο που έφτιαξαν εκείνοι με το να παριστάνουν πως πιστεύουν, με το δέχονται αγιασμό, να πηγαίνουν σε λειτουργίες κ.λπ. Ακόμα κι αυτό θα σε κάνει να πιστέψεις και θα νεκρώσει την οξυδέρκειά σου. —”Αλλά αυτό είναι που φοβάμαι;” —Γιατί; Τι έχεις να χάσεις;[18]
Αλλά για να σας δείξω πως αυτό σας οδηγεί εκεί, αυτό εδώ είναι που μειώνει τα πάθη, τα οποία σας εμποδίζουν στο δρόμο σας.
Το τέλος της συζήτησης. —Τώρα, τι κακό θα σου συμβεί αν έρθεις από αυτή τη μεριά; Σίγουρα δε θα έχεις εκείνες τις δηλητηριώδεις χαρές, δόξα και άνεση. Αλλά δε θα αποκτήσεις άλλες; Θα σου πω τι θα κερδίσεις σ’αυτή τη ζωή και ότι κάθε βήμα σου σ’αυτό το δρόμο θα σου δώσει τόση βεβαιότητα κέρδους, τόσο πολύ τίποτα για να ρισκάρεις, που θα αναγνωρίσεις ότι στοιχημάτισες σε κάτι σίγουρο και άπειρο, για το οποίο δε θυσίασες τίποτα.
Αν αυτή η συζήτηση σας ευχαριστεί και τη θεωρείτε εντυπωσιακή, να ξέρετε πως γράφτηκε από έναν που πριν γράψει και μετά, έπεσε στα γόνατα και προσευχήθηκε σε εκείνο το Ον το άπειρο και χωρίς μέρη, μπροστά στο Οποίο έχει θέσει ό,τι έχει, ώστε κι εσείς να θέσετε μπροστά Του ότι έχετε για το καλό σας και τη δόξα Του, ώστε να δοθεί δύναμη στο κατώτατο.[20]
Σχόλια επί του κειμένου
Ας αρχίσουμε την κριτική και υπάρχουν αρκετά σημεία στα οποία μπορούμε να σταθούμε. Όσοι διαβάσατε το κείμενο προσεκτικά, φαντάζεστε με τι θα ξεκινήσω.
- Ξαναδιαβάστε την πρόταση [6] και μετά όλες τις προηγούμενες. Υπό φυσιολογικές συνθήκες θα απορρίπταμε όλο το στοίχημα μόνο και μόνο από αυτή την εισαγωγή. Δεν μπορούμε να ξέρουμε αν υπάρχει Θεός ή τι είναι (κατ’εξοχήν αγνωστικιστική πρόταση), αλλά ο Θεός είναι άπειρα δίκαιος και καλός [1], φροντίζει να ικανοποιεί το ανθρώπινο αίσθημα περί δικαιοσύνης [2], μπορούμε να ξέρουμε ότι υπάρχει Θεός(!!) [3], ξέρουμε ότι δεν έχει έκταση και όρια [4] και η πίστη είναι εργαλείο για να Τον γνωρίσουμε [5].
Τολμώ να υποθέσω πως ο Πασκάλ ήταν πιωμένος όταν έγραφε το στοίχημα ή/και μόλις είχε γυρίσει σπίτι από κάποιο καπηλιό όπου είχε περάσει το βράδυ παίζοντας χαρτιά, απ’όπου και εμπνεύστηκε το Στοίχημά του.
Χρειάστηκα αρκετό χρόνο για να συνέλθω, αφού διάβασα αυτή τη μπούρδα ολκής. Δε μου κάνει εντύπωση πως όλοι οι απολογητές παρουσιάζουν μόνο τον πυρήνα του Στοιχήματος και όχι το αρχικό κομμάτι. Το ερώτημα είναι γιατί πέφτουν και οι άθεοι στην παγίδα. Ρητορικό το ερώτημα, γιατί το Στοίχημα είναι ενδιαφέρον, αν αγνοήσει κανείς την ανόητη επιχειρηματολογία του Πασκάλ.
- Η πρόταση [7] είναι αστεία. Οι Χριστιανοί πιστεύουν σε κάτι το οποίο δεν μπορούν να αιτιολογήσουν, οπότε είναι παράλογο να τους ζητάς να το αιτιολογήσουν. Φυσικά, το ερώτημα είναι γιατί πίστεψαν εξ αρχής σε κάτι μη αιτιολογήσιμο. Βέβαια, ελάχιστοι Χριστιανοί θα δεχόντουσαν ότι πιστεύουν άνευ λόγου και αιτίας.
Ουσιαστικά ο Πασκάλ εδώ θέλει να μας πείσει ότι ο οποιοσδήποτε έχει δικαίωμα να πιστεύει σε κάτι που δεν μπορεί να αιτιολογήσει και δεν υποχρεούται να δώσει αιτίες για την πίστη του (ορθό ως εδώ), αλλά το πρόβλημα εμφανίζεται όταν προσπαθεί να πείσει κάποιον τρίτο να αποδεχθεί την πίστη του. Δηλαδή, άμα δηλώσω πως πιστεύω σε κάτι μη αποδείξιμο, δε δικαιούται κανείς να με κριτικάρει επειδή πιστεύω σε κάτι μη αποδείξιμο γιατί το δήλωσα (WTF!) Εδώ ουσιαστικά μπορούμε να εντοπίσουμε το γενεσιουργό αίτιο του Στοιχήματος. Αυτό φαίνεται από την πρόταση [8]. Τουλάχιστον ο Πασκάλ έχει την αξιοπρέπεια να παραδεχτεί ότι υπό το πρίσμα της ανάλυσής του, κανένας δεν έχει λόγο να αποδεχτεί το Χριστιανισμό prima facie, γιατί δεν υπάρχει λόγος να το κάνει (μέχρι να προτείνει τον δικό του).
- Ο παραλογισμός συνεχίζεται. Στην πρόταση [9] ο Πασκάλ παραδέχεται ξανά ότι ο αγνωστικισμός είναι η λογική απόφαση, αλλά αυθαίρετα την απορρίπτει στην [11] ως απάντηση στον υποθετικό συνομιλητή του [10]. Γιατί; Γιατί έτσι. Ποιος είσαι εσύ που δε θες να μπεις στο καζίνο, ρε;
- Ας δούμε τώρα τι περιλαμβάνει το στοίχημα. Εσύ στο τραπέζι βάζεις τη λογική σου, τη θέλησή σου, τη γνώση και την ευτυχία σου.[12] Αυτό που σου προσφέρεται ως κέρδος είναι το αληθινό, το καλό και η απώλεια λάθους και θλίψης, αν υπάρχει Θεός.[13] Δικαιολογημένα ο υποθετικός άθεος λέει ότι μπορεί να βάλει πολλά στο τραπέζι, περισσότερα απ’όσα προτίθεται να χάσει. Ο Πασκάλ συνεχίζει σε όλη την επόμενη παράγραφο να λέει (αρκετά περιπλεγμένα) πως ότι κι αν στοιχηματίσει ο άθεος είναι λίγο γιατί η ανθρώπινη ζωή είναι πεπερασμένη, αλλά το κέρδος άπειρο.
Αγνοεί όμως κάτι βασικό. Για έναν άθεο που δεν πιστεύει σε μια μεταθανάτια ύπαρξη, η ζωή του είναι ό,τι έχει και δεν έχει. Μπορεί να είναι πεπερασμένη, αλλά η αξία της είναι άπειρη και όπως καλά γνώριζε ο μαθηματικός Πασκάλ, κάθε υποδιαίρεση του απείρου είναι άπειρο. Δε βάζουμε στο τραπέζι κάτι πεπερασμένο, αλλά εν δυνάμει άπειρο. Πόσο μπορεί να “κοστολογηθεί” για έναν που δεν πιστεύει στο επέκεινα η λογική, η θέλησή, η γνώση και η ευτυχία;
- Παράλληλα στο [14] ο Πασκάλ θέλει να μας κάνει να πιστέψουμε πως οι πιθανότητες είναι 50-50 κέρδους-χασούρας. Προσωπικά αμφιβάλλω ότι το πίστευε και ο ίδιος. Πάντως σήμερα, με όλες τις τρύπες που βουλώνει η επιστήμη, όπου παλιά μπορούσε να κρυφτεί ο Θεός και όλες τις τρύπες που ανοίγει σε θέματα όπως η ύπαρξη ψυχής, αμφιβάλλω κι εγώ ότι οι πιθανότητες είναι 50-50. Αλλά ας το δεχτούμε. Έχουμε δηλαδή ένα στοίχημα στο οποίο από τη μία ο άθεος χάνει ένα σημαντικό κομμάτι της άπειρης αξίας ζωής του και απ’την άλλη κερδίζει την αιώνιο ζωή. “Όλα μέσα!” που λέει κι ο Πασκάλ. Αυτό φαίνεται να το αναγνωρίζει και ο Πασκάλ γιατί στο [15] δηλώνει πως η πιθανή απώλεια πρέπει να είναι ανάλογη του κέρδους και οι άνθρωποι συχνά ρισκάρουν κάτι πεπερασμένο για να κερδίσουν κάτι πεπερασμένο. Αλλά εδώ έχουμε ένα άπειρο εναντίον ενός απείρου. Είναι αυτά συγκρίσιμα; Ίσως. Αλλά εδώ δεν έχουμε ένα στοίχημα του στυλ: “Αν χάσεις, χάνεις το μοναδικό σου σπίτι, αν κερδίσεις, κερδίζεις ένα δεύτερο”, αλλά ρώσική ρουλέττα με 3 σφαίρες σε εξάσφαιρο.
- Η έκκληση του άθεου για περισσότερες πληροφορίες για το στοίχημα απαντάται με προτροπή να διαβάσει τη Βίβλο.[16] Οι δηλώσεις περί αγνωστικισμού έχουν πάει περίπατο και αυτό μας βεβαιώνει ακόμα περισσότερο. Επιπλέον είναι ξεκάθαρο ότι ο Πασκάλ θεωρεί ότι μόνο ο Χριστιανισμός δικαιούται να συμπεριληφθεί στο στοίχημα. Αν αυτό βασίζεται στις αποδείξεις του περί του Ιησού ως Μεσσία (“Σκέψεις”, 736-801) δεν εντυπωσιάζομαι.
- Ακολουθεί ίσως το χειρότερο κομμάτι του κειμένου. Λέει ο άθεος: “Είμαι έτσι φτιαγμένος που δεν μπορώ να πιστέψω” [17] Η απόλυτα φυσική απάντηση του Πασκάλ στο [18] είναι ουσιαστικά: “Να παριστάνεις ότι πιστέυεις”. Πώς δεν το είχαμε σκεφτεί νωρίτερα. Άμα θες να κερδίσεις την εύνοια ενός πανταχού παρόντος Θεού που γνωρίζει τα πάντα, η λύση είναι η υποκριτική πίστη. Σίγουρα αυτό θα σε βάλει στον Παράδεισο! Άσε που στο τέλος, μπορεί να αποχαυνωθείς από τις αγιαστούρες που μπορεί να αποκοιμηθεί η λογική σου και να καταλήξεις να πιστεύεις πραγματικά! Συναρπαστικό! Τι να την κάνεις την ακεραιότητα στον Παράδεισο.“Μα αυτό φοβάμαι!”“Γιατί; Τι έχεις να χάσεις; Και έχεις τόσα να κερδίσεις!” Βέβαια, θα χάσεις τη λογική σου και την ακεραιότητά σου (και βλάκας και υποκριτής) το οποίο, ως γνωστόν, δεν έχει καμία επίπτωση στον ανθρώπινο ψυχισμό. Άνετα μπορείς να ζήσεις τη ζωή σου χωρίς λογική και χωρίς “δηλητηριώδεις” χαρές και άνεση (που λέει και παρακάτω). Κι όλα αυτά για να κερδίσεις την αιωνιότητα ενός Θεού που ξέρω τι είναι και τι θέλει (μας λέει ο Πασκάλ), αλλά δεν έχω ιδέα τι είναι και τι θέλει (όπως μας είπε στην αρχή). Όλο πιο δελεαστικό γίνεται αυτό το στοίχημα.
- Και όλο αυτό το κείμενο γράφτηκε μετά από προσευχή σ’αυτό το γνωστό-άγνωστο Θεό, ενώ προσευχήθηκε και μετά, για να βεβαιωθεί, υποθέτω, πως τα έγραψε σωστά. Ο Πασκάλ στο [20] προσπαθεί σχεδόν να μας πείσει ότι το κεφάλαιο αυτό είναι θεόπνευστο. Στο [19] δε, ο Πασκάλ εμφανίζει να πείθει τον άθεο, βάζοντάς τον να αναφωνήσει: “Αχ! Αυτή η συζήτηση με μεταφέρει, με γοητεύει”. Τον έπεισε τελικά τον άθεο με αυτά τα καταπληκτικά επιχειρήματα. Προφανώς αυτός ο άθεος δε θα είχε πρόβλημα να απολέσει τη λογική του· την είχε χαμένη ήδη.
Τι να πω; Θα κλείσω χιουμοριστικά. Ρε Πασκάλ, ήσουνα τρελό ψώνιο τελικά!
Σκέψεις για το Στοίχημα
Αν τα συμμαζέψουμε, ο Πασκάλ παρουσιάζει τις εξής πιθανότητες:
Υπάρχει Θεός | Δεν υπάρχει Θεός | |
Πιστεύω πως υπάρχει Θεός | Κερδίζω την αιωνιότητα | Κερδίζω μόνο χριστιανικές αρετές |
Δεν πιστεύω πως υπάρχει Θεός | Χάνω την αιωνιότητα | Δε χάνω τίποτα |
ή πιο απλοποιημένο,υπό την οπτική γωνία ενός αθέου και σημειώνοντας τις επιτυχημένες προβλέψεις:
Υπάρχει Θεός | Δεν υπάρχει Θεός | |
Πιστεύω πως υπάρχει Θεός | Ν | Ο |
Δεν πιστεύω πως υπάρχει Θεός | Ο | Ν |
Αν δει κανείς το στοίχημα έτσι ωμά φαίνεται λογικό το να ποντάρεις στο Θεό. 50-50 είναι. Βέβαια, η μη ύπαρξη του Θεού θέτει εν αμφιβόλω αν και κατά πόσο οι χριστιανικές αρετές είναι όντως αρετές χωρίς το Θείο στήριγμά τους. Επίσης ο Πασκάλ επιμελώς παραλείπει την έννοια της κολάσεως. Ας κάνω τώρα μερικές λογικές αλλαγές στο στοίχημα του Πασκάλ και ας προσθέσω έναν ακόμα θεό, ώστε το Στοίχημα να γίνει πιο ρεαλιστικό (αφού μπορεί να χρησιμοποιηθεί αυτούσιο για οποιαδήποτε θεότητα) αφαιρώντας και τις λογοτεχνικές φιοριτούρες.
Υπάρχει ο Θεός | Υπάρχει ο Αλλάχ | Δεν υπάρχει κανένας Θεός | |
Πιστεύω πως υπάρχει ο Θεός | Ν | Ο | Ο |
Πιστεύω πως υπάρχει ο Αλλάχ | Ο | Ν | Ο |
Δεν πιστεύω σε κανένα Θεό | Ο | Ο | Ν |
Ώπα… οι πιθανότητες πέσανε στο 1 προς 3. Να προσθέσω άλλο ένα θεό; Γιατί όχι. Τρεις είναι οι αβρααμικές θρησκείες, ενώ και οι τρεις υπόσχονται απώλεια στους πιστούς των υπολοίπων.
Υπάρχει ο Θεός | Υπάρχει ο Αλλάχ | Υπάρχει ο Γιαχβέ | Δεν υπάρχει κανένας Θεός | |
Πιστεύω πως υπάρχει ο Θεός | Ν | Ο | Ο | Ο |
Πιστεύω πως υπάρχει ο Αλλάχ | Ο | Ν | Ο | Ο |
Πιστεύω πως υπάρχει ο Γιαχβέ | Ο | Ο | Ν | Ο |
Δεν πιστεύω σε κανένα Θεό | Ο | Ο | Ο | Ν |
Τώρα πέσαμε στο 1 προς 4. Για κάθε θεό που προσθέτουμε (και ζητά αποκλειστική λατρεία) η πιθανότητα να το πετύχουμε σωστά πέφτει (ο παρονομαστής αυξάνει κατά 1). Όταν κοκκινίζει τόσο το διάγραμμα, δεν μοιάζει και πολύ ελκυστικό.
Το ζήτημα περιπλέκεται όταν αναλογιστεί κανείς πως και ο ίδιος ο Χριστιανισμός δεν είναι μια ενιαία θρησκεία, αλλά αποτελείται από πολλές ομολογίες, κάποιες από τις οποίες μας λένε πως θα πάμε στην Κόλαση αν δεν πιστέψουμε ακριβώς στη δική τους θεολογία. Ακόμα και να κερδίζαμε στο στοίχημα, δηλαδή, πως υπάρχει ο χριστιανικός Θεός (50-50) επιμελώς κρυμμένο από κάτω υπάρχει και ένα άλλο στοίχημα με πολλές άλλες πιθανές επιλογές.
Και ας μην ξεχνάμε πως υπολογίσαμε τις πιθανότητες θεωρώντας τις επιλογές ως ισοπίθανες. Για έναν άθεο δεν είναι. Ένας άθεος το πολύ να πει πως η πιθανότητα να υπάρχει κάποιος θεός είναι 50-50 με το να μην υπάρχει, οπότε Γιαχβέ, Αλλάχ και Θεός σακουλιάζονται όλοι στο 50% και ο καθένας διεκδικεί 16,6% της πίτας.
Θα κλείσω καταδικάζοντας ξανά ένα σημείο του Πασκάλ. Αν ο Χριστιανικός Θεός είναι αυτός που είναι, το να υποκριθείς πίστη είναι εξ ίσου επικίνδυνο με το να μην πιστεύεις καθόλου, ενώ η μέθοδος αποχαύνωσης που προτείνει για την καταπίεση της λογικής μπορεί να έχει απίστευτα επικίνδυνες συνέπειες στην ανθρώπινη ζωή.
Τέλος, το ζήτημα της ύπαρξης ή μη Θεού είναι ένα πολύ σοβαρό ερώτημα και για πολλούς κρίσιμο. Δεν είναι κάτι να το παίξουμε ανεύθυνα στα ζάρια.