Μόλις η επιδίωξη για αναγνώριση πάρει διαστάσεις, προκαλεί στην ψυχική ζωή μια αυξημένη ένταση, η οποία επενεργεί και ο άνθρωπος συλλαμβάνει σαφέστερα τον σκοπό της δύναμης και υπεροχής και αποβλέπει να τον εκπλήρωση με ισχυρότερη παρακίνηση. Η ζωή του γίνεται αναμονή ενός μεγάλου θριάμβου. Ένας τέτοιος άνθρωπος γίνεται υποκειμενικός, γιατί χάνει τη συνάφεια με τη ζωή, γιατί πάντα ασχολείται με το ζήτημα τι είδους εντύπωση προξενεί και τι σκέπτονται οι άλλοι γι' αυτόν. Η ελευθερία δράσης του παρεμποδίζεται εξαιρετικά και εμφανίζει το συχνότερα απαντώμενο χαρακτηριστικό γνώρισμα, τη ματαιοδοξία.
Μπορεί να ισχυριστεί κανείς ότι η ματαιοδοξία, έστω και μόνο σε ίχνη, υπάρχει σε κάθε άνθρωπο. Και επειδή δεν κάνει εντύπωση αν κανείς παρουσιάζει τη ματαιοδοξία του εντελώς απροκάλυπτη στην κοινή θέα, βρίσκεται αυτή τις πιο πολλές φορές καλά κρυμμένη και παίρνει τις πιο...
διαφορετικές μορφές. Μπορεί κανείς και με μια ορισμένη μετριοφροσύνη να είναι ματαιόδοξος. Ένας άνθρωπος μπορεί να είναι τόσο ματαιόδοξος, ώστε η εκτίμηση των άλλων δεν τον ενδιαφέρει καθόλου ή την επιδιώκει με βουλιμία και προσπαθεί να τη στρέψει προς όφελός του.
διαφορετικές μορφές. Μπορεί κανείς και με μια ορισμένη μετριοφροσύνη να είναι ματαιόδοξος. Ένας άνθρωπος μπορεί να είναι τόσο ματαιόδοξος, ώστε η εκτίμηση των άλλων δεν τον ενδιαφέρει καθόλου ή την επιδιώκει με βουλιμία και προσπαθεί να τη στρέψει προς όφελός του.
Εάν η ματαιοδοξία ξεπεράσει έναν ορισμένο βαθμό, γίνεται εξαιρετικά επικίνδυνη. Εκτός του ότι εξαναγκάζει τον άνθρωπο να κάνει κάθε λογής ανώφελες εργασίες και δαπάνες, οι οποίες αφορούν περισσότερο την εμφάνιση παρά την ύπαρξη, και του ότι επιτρέπει σ' αυτόν να σκέφτεται περισσότερο τον εαυτό του και το πολύ - πολύ την κρίση των άλλων για το άτομό του, τον φέρνει επίσης σε μια κατάσταση που χάνει εύκολα την επαφή με την πραγματικότητα. Προχωρεί χωρίς κατανόηση των ανθρώπινων σχέσεων, χωρίς συνάφεια με τη ζωή. Ξεχνά τι γυρεύει η ζωή απ' αυτόν και τι θα είχε αυτός σαν άνθρωπος να της προσφέρει. Η ματαιοδοξία είναι σε θέση, περισσότερο από κάθε άλλο ελάττωμα, να εμποδίσει κάθε ελεύθερη εξέλιξη του ανθρώπου, γιατί αυτός σκέφτεται μόνιμα αν στο τέλος διαφαίνεται κάποιο πλεονέκτημα για τον εαυτό του.
Συχνά οι άνθρωποι εξυπηρετούνται με το ότι, αντί για τη λέξη ματαιοδοξία ή αλαζονεία, χρησιμοποιούν τη λέξη φιλοδοξία που ηχεί πιο ευχάριστα. Υπάρχει ένα πλήθος ανθρώπων οι οποίοι ομολογούν με περηφάνια πόσο φιλόδοξοι είναι. Καμιά φορά χρησιμοποιούν επίσης και την έννοια «φιλοπονία». Εφόσον αυτή αποδείχνεται χρήσιμη για μια υπόθεση που εξυπηρετεί τους ανθρώπους, μπορεί κανείς να την αποδεχτεί. Κατά κανόνα όμως όλες αυτές οι εκφράσεις καλύπτουν μόνο μια εξαιρετικά αναπτυγμένη ματαιοδοξία.
Η ματαιοδοξία συντελεί ώστε από πολύ νωρίς τέτοιοι άνθρωποι δε γίνονται καλοί συμπαίκτες, αλλά καταστροφείς του παιχνιδιού. Εάν δουν ότι αποκλείεται η ικανοποίηση της ματαιοδοξίας τους, προσπαθούν συχνά να επιτύχουν τουλάχιστο να υποφέρουν οι άλλοι. Μπορεί συχνά να παρατηρήσει κανείς στα παιδιά, των οποίων η ματαιοδοξία είναι στην ανάπτυξή τους, πώς σε απειλητικές καταστάσεις επιδείχνουν την αξία τους και κάνουν τους αδύνατους να αισθανθούν τη δύναμή τους. Επίσης και οι περιπτώσεις βασανισμού των ζώων συγκαταλέγονται σ' αυτές τις εκδηλώσεις. Άλλα παιδιά που είναι κάπως αποθαρρυμένα, θα επιδιώξουν να ικανοποιήσουν τη ματαιοδοξία τους με ακατανόητες μικρότητες και παράμερα από τον μεγάλο στίβο της δουλειάς, πάνω σε ένα δεύτερο θέατρο επιχειρήσεων που το δημιουργεί η ψυχική τους διάθεση, προσπαθούν να ικανοποιήσουν την τάση τους για αναγνώριση. Εδώ θα συναντήσουμε όλους εκείνους που πάντα παραπονιούνται για τις δυσκολίες της ζωής και οι οποίοι ισχυρίζονται πάντα ότι κάτι τους φταίει. Όπως ισχυρίζονται ότι, αν δεν ήταν η διαπαιδαγώγησή τους τόσο κακή και αν δεν είχαν εμφανιστεί στη ζωή τους τόσα κακά, τότε θα βρίσκονταν στην πρώτη θέση. Τέτοια και παρόμοια είναι τα παράπονά τους. Πάντα βρίσκουν προφάσεις να μην τραβήξουν ανοιχτά στο μέτωπο της ζωής. Από τα όνειρά τους αντλούν πάντα την ικανοποίηση της ματαιοδοξίας τους.
Ο συνάνθρωπος κρίνεται γενικά πολύ άσχημα. Είναι εκτεθειμένος σε μεγάλο βαθμό στην κριτική αυτών των ανθρώπων. Ο ματαιόδοξος συνήθως επιδιώκει να ξεφορτωθεί τις ευθύνες οποιασδήποτε αποτυχίας. Πάντα αυτός έχει δίκιο και οι άλλοι άδικο, ενώ στη ζωή δεν πρόκειται καθόλου για το αν έχεις δίκιο, αλλά πώς προωθείς την υπόθεσή σου και πώς συμβάλλεις στην προαγωγή των άλλων. Αντί γι' αυτά ακούει κανείς πάντα από το στόμα του μόνο παράπονα και δικαιολογίες.
Εδώ έχουμε να κάνουμε με τεχνάσματα του ανθρώπινου πνεύματος, με προσπάθειες να εξασφαλιστεί ότι δε θα πληγωθεί η προσωπική ματαιοδοξία για να παραμείνει ακέραιο και να μην κλονιστεί το αίσθημα της υπεροχής.
Συχνά ακούει κανείς την αντίρρηση ότι δε θα μπορούσαν χωρίς τη φιλοδοξία να πραγματοποιηθούν τα μεγάλα επιτεύγματα της ανθρωπότητας. Αυτό είναι ένα πρόσχημα. Είναι μια λαθεμένη άποψη. Επειδή κανένας άνθρωπος δεν είναι απαλλαγμένος από ματαιοδοξία, κάθε άνθρωπος έχει επίσης κάτι απ' αυτό το χαρακτηριστικό. Ασφαλώς όμως αυτό δεν μπορεί να του δώσει την κατεύθυνση και να του χαρίσει εκείνη τη δύναμη που οδηγεί σε χρήσιμα κατορθώματα. Αυτά μπορεί να πραγματοποιηθούν μόνο από το αίσθημα της κοινότητας. Δεν είναι πραγματοποιήσιμο ένα μεγαλοφυές επίτευγμα χωρίς κοντά σ' αυτό να λογαριάζεται κατά έναν τρόπο η κοινότητα. Προϋπόθεση γι' αυτό είναι πάντα η σύνδεση με την ολότητα, είναι η θέληση να προαχθεί αυτή. Αλλιώς δεν μπορεί να αποδοθεί σ' ένα τέτοιο επίτευγμα οποιαδήποτε αξία. Ό,τι υπάρχει σ' αυτό σα ματαιοδοξία, είναι ασφαλώς μόνο παρενόχληση και εμπόδιο. Η επίδρασή της δεν μπορεί να είναι μεγάλη.
Στη σημερινή κοινωνική μας ατμόσφαιρα μια τέλεια ρήξη με τη ματαιοδοξία δεν είναι πραγματοποιήσιμη. Η αναγνώριση αυτού του γεγονότος είναι κιόλας ένα πλεονέκτημα, γιατί προσκρούουμε ταυτόχρονα στο πιο αδύνατο σημείο του πολιτισμού μας, μια πραγματικότητα που συνεπάγεται ότι τόσοι πολλοί άνθρωποι παρακμάζουν, μένουν δυστυχείς για όλη τους τη ζωή και βρίσκονται πάντα εκεί όπου κάποιο κακό θα γεννηθεί. Άνθρωποι που δεν ανέχονται τους άλλους, που δεν μπορούν να εμφανιστούν στη ζωή, γιατί έχουν άλλη αποστολή, δηλαδή να φαίνονται κάτι παραπάνω απ' ό,τι είναι. Έτσι έρχονται εύκολα σε αντίθεση με την πραγματικότητα, γιατί αυτή δε νοιάζεται καθόλου για την υψηλή γνώμη που έχει καθένας για τον εαυτό του. Τέτοιοι άνθρωποι με μόνη τη ματαιοδοξία τους θεωρούνται σαν οι καλύτεροι. Σ' όλες τις βαριές περιπλοκές της ανθρωπότητας θα ανευρεθεί, σαν ο ουσιωδέστερος παράγοντας, η αποτυχημένη προσπάθεια ικανοποίησης της ματαιοδοξίας. Είναι ένα σπουδαίο στρατήγημα, αν θέλει κανείς να φτάσει στην κατανόηση μιας σύνθετης προσωπικότητας, να εξακριβώσει ως που φτάνει η ματαιοδοξία του, σε ποια κατεύθυνση κινείται και ποια μέσα επιπλέον χρησιμοποιεί. Αυτό θα μάς οδηγήσει στην αποκάλυψη, πόσο ζημιώνει η ματαιοδοξία το κοινωνικό αίσθημα. Ματαιοδοξία και κοινωνικό αίσθημα είναι ασυμβίβαστα μεταξύ τους, γιατί η ματαιοδοξία δεν μπορεί να υποταχθεί στις αρχές της κοινότητας.
Όμως η ματαιοδοξία βρίσκει στον ίδιο τον εαυτό της τη μοίρα της, γιατί η ανάπτυξή της απειλείται συνεχώς από τα λογικά αντίθετα αίτια, τα οποία αναπτύσσονται στην κοινωνική ζωή σα μια απόλυτη αλήθεια στην οποία δεν είναι δυνατό να αντισταθεί τίποτε. Έτσι ανακαλύπτουμε ότι η ματαιοδοξία από πολύ νωρίς υποχρεώνεται να κρυφτεί, να μεταμφιεστεί, ότι πρέπει να λοξοδρομήσει, όπως επίσης και ο φορέας της πάντοτε πλημμυρίζεται από αγωνιώδη αμφιβολία αν θα καταφέρει να διέλθει επιτυχώς και αν θα κατορθώσει να αποχτήσει τόση λάμψη και δόξα, όση του φαίνεται αναγκαία για την ικανοποίηση της ματαιοδοξίας του. Και ενώ σκέφτεται και ονειρεύεται κατ' αυτό τον τρόπο, περνά ο καιρός. Όταν πια όμως αυτό έχει συμβεί, τότε στην καλύτερη περίπτωση έχει τη δικαιολογία ότι δεν έχει πια καμιά καλή ευκαιρία να αναπτύξει τη δραστηριότητά του. Συνηθέστερα κάτι τέτοιο πραγματοποιείται με τον ακόλουθο τρόπο: Αυτοί οι άνθρωποι αναζητούν πάντα μια προνομιούχα θέση. Στέκουν παράμερα και παρατηρούν. Είναι δύσπιστοι και έχουν την τάση να θεωρούν τους συνανθρώπους τους σαν εχθρούς. Παίρνουν μια στάση άμυνας, μια στάση μάχης. Συχνά τους βρίσκουμε μπερδεμένους με αμφιβολίες, με βαθυστόχαστες σκέψεις που φαίνονται να είναι λογικές και με τις οποίες παρουσιάζονται σα να έχουν δίκιο. Στο μεταξύ όμως παραμελούν επανειλημμένα την κύρια ουσία της ύπαρξής τους, την προσκόλληση στη ζωή, στην κοινωνία και στην αποστολή τους. Κοιτάζοντας από πιο κοντά, θα βρούμε μια άβυσσο από ματαιοδοξία, ένα πάθος για κυριαρχία πάνω στους άλλους, το οποίο αντικαθρεφτίζεται σε όλες τις μορφές. Εμφανίζεται στη στάση και στο ντύσιμό τους, στον τρόπο που μιλούν και συμπεριφέρονται στους ανθρώπους. Με λίγα λόγια, όπου κι αν κατευθύνουμε τη ματιά μας, έχουμε την εικόνα ενός ματαιόδοξου, με την επιδίωξη να ξεπεράσει τους άλλους ανθρώπους, ο οποίος δεν είναι καθόλου εκλεκτικός στα μέσα που χρησιμοποιεί. Επειδή αυτού του είδους οι εκδηλώσεις δεν είναι καθόλου συμπαθείς, επειδή οι ματαιόδοξοι άνθρωποι, όταν είναι έξυπνοι, καταλαβαίνουν γρήγορα την αντίθεση και την απώθησή τους από την κοινωνία, επιδιώκουν να φαίνονται λιγότερο ιδιόμορφοι. Έτσι μπορεί να συμβεί να παρουσιάζεται κάποιος σαν εξαιρετικά μετριόφρων, να παραμελεί σχεδόν την εμφάνισή του μόνο και μόνο για να δείξει ότι δεν είναι ματαιόδοξος. Λέγεται ότι κάποτε ο Σωκράτης φώναξε σε κάποιον ρήτορα που παρουσιάστηκε στο βήμα με κουρελιασμένα ρούχα: «Νεαρέ Αθηναίε, η ματαιοδοξία σου βγαίνει απ' όλες τις τρύπες».
Συχνά οι άνθρωποι έχουν τη βαθιά πεποίθηση ότι δεν είναι ματαιόδοξοι. Κατευθύνουν τη ματιά τους μονάχα στις εξωτερικές λεπτομέρειες και δεν καταλαβαίνουν ότι η ματαιοδοξία φωλιάζει πολύ βαθύτερα. Μπορεί για παράδειγμα να βρίσκεται στο ότι κάποιος κρατά συνέχεια μέσα σε μια συναναστροφή τον λόγο, λέει πολλά και συχνά κρίνει τη συγκέντρωση από το αν μπόρεσε ή όχι να μιλήσει σ' αυτή. Άλλοι πάλι άνθρωποι αυτού του είδους δεν προβάλλονται καθόλου. Δεν πηγαίνουν ποτέ σε συναναστροφές, τις αποφεύγουν. Επίσης και αυτή η αποφυγή μπορεί να προσλάβει διάφορες μορφές. Άλλος δεν πηγαίνει κι όταν ακόμη είναι καλεσμένος, θέλει να τον παρακαλέσουν ιδιαίτερα ή πηγαίνει αργοπορημένος. Άλλοι πάλι πηγαίνουν στις συναναστροφές μόνο κάτω από ορισμένους όρους. Παρουσιάζονται με την αλαζονεία τους σαν εξαιρετικά «αποκλειστικοί», πράγμα που καμιά φορά το διαβεβαιώνουν με περηφάνια. Άλλοι πάλι ικανοποιούν τη ματαιοδοξία τους παρευρισκόμενοι σ' όλες τις συναναστροφές.
Δεν πρέπει όλα αυτά τα φαινόμενα να τα θεωρούμε σαν ασήμαντες μικρολεπτομέρειες. Έχουν βαθιές ρίζες. Στην πραγματικότητα ένας τέτοιος άνθρωπος δεν τρέφει καμιά συμπάθεια για την κοινωνική ζωή και έχει την τάση περισσότερο να την παρενοχλεί παρά να την προάγει. Για να παρουσιαστούν όλοι αυτοί οι τύποι κανονικά, χρειάζεται όλη η ποιητική δύναμη των μεγάλων συγγραφέων μας.
Στο ελάττωμα της ματαιοδοξίας είναι φανερή η οδηγούσα προς τα πάνω γραμμή, η οποία δηλώνει ότι ένας άνθρωπος με το συναίσθημα της ανεπάρκειας έχει θέσει ένα σκοπό μεγαλύτερο από τη ζωή και θέλει να είναι κάτι παραπάνω από τους άλλους. Μας επιτρέπεται η υπόθεση ότι ένας άνθρωπος του οποίου η ματαιοδοξία είναι ιδιαίτερα μεγάλη, έχει μια πολύ μικρή εκτίμηση στον εαυτό του, πράγμα που συνήθως αυτός ο ίδιος το αγνοεί. Βέβαια υπάρχουν και άνθρωποι οι οποίοι έχουν συνείδηση αυτού του αισθήματος σαν αφετηρίας της ματαιοδοξίας τους. Αλλά και γι' αυτούς η γνώση αυτή είναι πολύ περιορισμένη, ώστε να μην μπορούν να τη χρησιμοποιήσουν γόνιμα.
Η ματαιοδοξία αναπτύσσεται πολύ νωρίς στην ψυχική ζωή του ανθρώπου. Στην πραγματικότητα έχει μέσα της κάτι το παιδικό. Σχεδόν πάντα μας φαίνονται οι ματαιόδοξοι παιδαριώδεις. Οι καταστάσεις που οδηγούν στη διαμόρφωση αυτού του χαρακτηριστικού είναι διαφόρων ειδών. Στη μια περίπτωση το παιδί αισθάνεται παραγκωνισμένο, γιατί, συνεπεία μιας λαθεμένης διαπαιδαγώγησης, αισθάνεται ιδιαίτερα καταπιεστική τη μικρότητά του. Σ' άλλες περιπτώσεις υποβάλλεται στο παιδί αυτό το χαρακτηριστικό της αλαζονείας από ένα είδος οικογενειακής παράδοσης. Πολύ συχνά ακούμε από τέτοιους ανθρώπους ότι ακόμη οι γονείς τους είχαν ένα παρόμοιο αριστοκρατικό χαρακτηριστικό γνώρισμα που τους χώριζε από τους άλλους και τους τιμούσε ιδιαίτερα. Αλλά κάτω από αυτή την κούφια επιδίωξη δε βρίσκεται τίποτε άλλο, παρά η προσπάθεια να αισθάνεται σαν ένας ιδιαίτερος, αποκλειστικός άνθρωπος που είναι αλλιώτικος από τους άλλους, που κατάγεται από μια ιδιαίτερη και «καλύτερη» οικογένεια με ιδιαίτερα και καλύτερα αισθήματα και αξιώσεις και τόσο χαριτωμένος που αληθινά θα έπρεπε να γίνει κάτοχος ενός προνομίου. Η απαίτησή του για προνόμια είναι αυτή που του δίνει την κατεύθυνση, υπαγορεύει τον τρόπο των ενεργειών του και καθορίζει τις μορφές των εκδηλώσεών του. Επειδή όμως η ζωή είναι πολύ λίγο πρόσφορη να υποστηρίξει και να ευνοήσει την ανάπτυξη τέτοιων τύπων, επειδή αυτοί οι άνθρωποι θα συναντήσουν ή την εχθρότητα των συνανθρώπων τους ή την ειρωνεία τους, αποτραβιούνται ύστερα από λίγο φοβισμένοι και ζουν στο εξής μια ζωή όλο παραξενιές. Όσο βρίσκονται μέσα στο σπίτι τους, όπου δεν έχουν να δώσουν λογαριασμό σε κανένα, επιμένουν στην παραζάλη τους και ίσως αισθάνονται ενισχυμένη τη στάση τους με τη σκέψη πόσα πράγματα θα είχαν κατορθώσει, αν κάτι ήταν κάπως αλλιώτικο. Ανάμεσα σ' αυτούς τους τύπους συχνά υπάρχουν διακεκριμένοι και ικανοί άνθρωποι των οποίων η μόρφωση φτάνει ως τις πιο υψηλές βαθμίδες. Αν έβαζαν στη ζυγαριά όλα αυτά που μπορούν να κάνουν, θα είχε κιόλας κάποιο βάρος. Όμως κακομεταχειρίζονται αυτό το περιστατικό, μόνο για να ενθουσιάζουν τους εαυτούς τους. Οι όροι που θέτουν στην κοινωνία για μια δραστήρια συνεργασία, δεν είναι μικροί. Άλλοτε αυτοί αφορούν ανεκπλήρωτες απαιτήσεις ως προς τον χρόνο (π.χ. αν πιο πριν είχαν κάνει ή διδαχτεί ή μάθει κάτι ή αν οι άλλοι είχαν ή δεν είχαν κάνει κάτι κλπ.), άλλοτε δεν είναι πραγματοποιήσιμοι από άλλες αίτιες (π.χ. αν οι άντρες και οι γυναίκες δεν ήταν όπως είναι). Είναι απλώς και μόνο απαιτήσεις, οι οποίες και με την καλύτερη θέληση δεν είναι δυνατό να ικανοποιηθούν. Από αυτά πρέπει να καταλάβουμε ότι πρόκειται μόνο για ψεύτικες προφάσεις που είναι αρκετά καλές, μόνο για να κάνουν απ' αυτές ένα καλό υπνωτικό και να μην υποχρεώνονται να σκεφτούν τι έχουν παραλείψει να κάνουν στη ζωή.
Σ' αυτούς τους ανθρώπους φωλιάζει μια βαθιά εχθρότητα και κλίνουν να βλέπουν αμέτοχοι τον πόνο των άλλων και να τον προσπερνούν, όπως παρατήρησε κάποτε στους πιο πολλούς ανθρώπους ο μεγάλος ανθρωπογνώστης Λαροσφουκώ: μπορούν εύκολα να υποφέρουν τον πόνο των άλλων. Συχνά η εχθρότητά τους εκφράζεται με έναν οξύ, κριτικό τρόπο. Δεν επιδοκιμάζουν τίποτε, είναι πάντα έτοιμοι να επικρίνουν και να ειρωνευτούν τα πάντα. Είναι ισχυρογνώμονες και όλα τα καταδικάζουν. Εκεί που εμείς πρέπει πάντα να λέμε, είναι πολύ λίγο να αναγνωρίζουμε μόνο το κακό και να το καταδικάζουμε. Πάντα πρέπει και να ρωτάμε τι έχει κάνει ο καθένας για να βελτιώσει τις συνθήκες. Στη ματαιόδοξη φύση αρκεί, εννοείται, να υψώνεται μ' ένα πήδημα πάνω απ' όλους τους άλλους και να τους κατακαίει με τη δηκτικότητα της κριτικής της. Επιπλέον για το όφελος αυτών των ανθρώπων προστίθεται ότι έχουν μια απίστευτη εξάσκηση στην κριτική. Υπάρχουν τύποι με το πιο λεπτό χιούμορ και εκπληκτικά ετοιμόλογοι. Όπως με όλα τα πράγματα, μπορεί κανείς να κάνει κακή χρήση του χιούμορ και της ετοιμολογίας. Να κάνει απ' αυτά μια κακή συνήθεια και τέχνη, όπως είναι η περίπτωση των μεγάλων σατιρικών. Η καταφρονητική και εξευτελιστική συμπεριφορά, που εξαιτίας της τέτοιοι άνθρωποι δεν μπορούν να πραγματοποιήσουν πολλά, είναι η μορφή έκφρασης ενός συνήθους σ' αυτό τον χαρακτήρα φαινομένου, το οποίο ονομάζουμε τάση απαξίωσης. Δείχνει τι πραγματικά αποτελεί το σημείο επίθεσης του ματαιόδοξου ανθρώπου· είναι η αξία και η σημασία του άλλου. Είναι μια προσπάθεια να δώσουν στον εαυτό τους το συναίσθημα της υπεροχής, αφήνοντας τον άλλο να βουλιάξει. Η αναγνώριση μιας αξίας επιδρά πάνω τους σα μια προσωπική προσβολή. Επίσης και από αυτό το γεγονός συμπεραίνει κανείς το βαθιά ριζωμένο σ' αυτούς αίσθημα αδυναμίας.
Επειδή κανένας από μας δεν είναι απαλλαγμένος από αυτά τα φαινόμενα, μπορούμε πολύ καλά να χρησιμοποιήσουμε αυτές τις αναλύσεις σαν ένα μέτρο κρίσης για τον εαυτό μας. Ακόμη και αν δεν είμαστε σε θέση μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα να ξεριζώσουμε όλα όσα έριξε μέσα μας ένας πολιτισμός χιλιετηρίδων, θα έχουμε τουλάχιστο πραγματοποιήσει κάποια πρόοδο, αν εμείς οι ίδιοι δεν τυφλωνόμαστε και δεν προσδενόμαστε σε κρίσεις, οι οποίες την επόμενη στιγμή αποδείχνονται επιζήμιες. Η επιθυμία μας δεν είναι να γίνουμε ή να βρούμε αλλιώτικους ανθρώπους, αλλά ένας είναι ο νόμος για μας, να δίνουμε τα χέρια ο ένας στον άλλο, να υποστηριζόμαστε και να συνεργαζόμαστε. Σε μια εποχή σαν τη σημερινή, η οποία απαιτεί ιδιαίτερα αυτή τη συνεργασία, δεν υπάρχει πια θέση για ματαιόδοξες επιδιώξεις. Σε τέτοιες ακριβώς εποχές ιδιαίτερα έντονα φανερώνονται οι αντιφάσεις στις οποίες περιπλέκεται μια τέτοια τοποθέτηση, γιατί οι άνθρωποι με αυτού του είδους τις απόψεις ναυαγούν πολύ εύκολα και στο τέλος ή πρέπει να καταπολεμηθούν ή να τύχουν συμπόνιας. Φαίνεται πως η εποχή μας είναι ιδιαίτερα επιβλαβής στη ματαιοδοξία, σε τρόπο που θα έπρεπε να βρεθούν καινούργιες μορφές του περιεχομένου, ώστε να αποβλέπει κανείς στην ικανοποίηση της ματαιοδοξίας του εκεί που θα έφερνε τουλάχιστο και ένα καλό στην ολότητα.
Με ποιο τρόπο δρα η ματαιοδοξία θα το δούμε στην παρακάτω περίπτωση: Μια νέα γυναίκα, η πιο νέα ανάμεσα σε πολλά αδέρφια, ήταν παραχαϊδεμένη από τα πρώτα παιδικά της χρόνια. Ιδιαίτερα η μητέρα της ήταν πάντα στη διάθεσή της και εκπλήρωνε κάθε της επιθυμία. Μ' αυτό τον τρόπο οι απαιτήσεις της μικρής, που και σωματικά ήταν πολύ αδύνατη, ανέβηκαν αφάνταστα. Κάποια μέρα ανακάλυψε ότι η επιβολή της πάνω στο περιβάλλον της μεγάλωνε ακόμη πιο πολύ, αν τύχαινε ν' αρρωστήσει. Η αρρώστια τής φάνηκε πως ήταν ένα αξιοθαύμαστο αγαθό. Έχασε την αποστροφή που νοιώθουν οι υγιείς άνθρωποι εναντίον της αρρώστιας και δεν της ήταν πια δυσάρεστο από καιρό σε καιρό να αισθάνεται άσχημα. Σύντομα απόχτησε μια τέτοια ικανότητα, που της ήταν εύκολο να υποκρίνεται την άρρωστη, κυρίως όταν ήθελε να πετύχει κάτι. Επειδή όμως πάντα κάτι ήθελε, ήταν για τους άλλους στ' αλήθεια διαρκώς άρρωστη. Αυτές οι μορφές του αισθήματος της ασθενείας είναι πολύ συνηθισμένες σε παιδιά και μεγάλους οι οποίοι αισθάνονται μ' αυτό ότι η δύναμή τους μεγαλώνει. Με τον τρόπο αυτό ανέρχονται στην κορυφή της οικογένειας και ασκούν μια απεριόριστη κυριαρχία πάνω στους άλλους. Εάν επιπλέον πρόκειται για χαϊδεμένα και αδύναμα άτομα, τότε αυτή η δυνατότητα παίρνει τερατώδη έκταση και φυσιολογικά μαθαίνουν αυτό τον δρόμο Ακριβώς εκείνοι οι άνθρωποι οι οποίοι έχουν απολαύσει τις φροντίδες των άλλων για την υγεία τους. Σύγχρονα μπαίνουν σε ενέργεια και άλλα βοηθητικά μέσα: π.χ. αρχίζουν να μην τρώνε ή να τρώνε πολύ λίγο. Με τούτο μπορεί να επιτύχουν πολλά. Αποχτούν κακή εμφάνιση και έτσι οι άλλοι αναγκάζονται να ασκηθούν στη μαγειρική τέχνη. Κοντά σ' αυτά αναπτύσσεται και η επιθυμία να έχουν πάντα κάποιον κοντά τους. Τέτοιοι άνθρωποι δεν αντέχουν να εγκαταλείπονται μόνοι. Σ' αυτή την κατάσταση φτάνουν εύκολα όταν παρουσιάζονται σαν άρρωστοι ή οπωσδήποτε απειλούμενοι και τούτο δεν πετυχαίνεται Αλλιώτικα, παρά μόνο αν τοποθετηθούν σε μια επικίνδυνη κατάσταση, π.χ. με την εισαγωγή σ' ένα νοσοκομείο, ή σε μια άλλη κατάσταση το ίδιο δύσκολη. Πόσο ικανός είναι ο άνθρωπος για μια τέτοια διαίσθηση το δείχνει το όνειρο, όπου ο άνθρωπος έχει εντυπώσεις σαν πραγματικά να υπήρχε μια ορισμένη κατάσταση.
Τέτοιου είδους άνθρωποι πετυχαίνουν να επιβεβαιώνουν αυτό το συναίσθημα που έχουν ότι είναι άρρωστοι με τέτοιο τρόπο που δεν μπορεί να γίνει καθόλου λόγος για ψέμα, προσποίηση ή φαντασίωση. Είναι κιόλας γνωστό ότι η συναίσθηση συμμετοχής σε μια κατάσταση μπορεί να έχει την ίδια επίδραση που αντιστοιχεί στην πραγματική ύπαρξη αυτής της κατάστασης. Αυτοί οι άνθρωποι είναι σε θέση π.χ. να κάνουν εμετό στ' αλήθεια ή να έχουν πραγματικό φόβο, σα να υπήρχε κάτι το σιχαμερό ή ας πούμε ένας κίνδυνος. Συχνά προδίδουν επίσης και πώς τα καταφέρνουν. Έτσι η γυναίκα αυτή εξήγησε ότι πότε - πότε είχε έναν τέτοιο φόβο σα να επρόκειτο να τη χτυπήσει την επόμενη στιγμή ο κεραυνός. Υπάρχουν άνθρωποι που τα φαντάζονται όλα αυτά με τέτοια πληρότητα, ώστε χάνουν πραγματικά την ισορροπία τους, σε σημείο που δεν μπορεί κανείς να πει ότι υποκρίνονται ή ότι απλώς πρόκειται για φαντασιώσεις. Αν ένας τέτοιος άνθρωπος πετύχει μ' αυτό τον τρόπο να κάνει τους άλλους να αντιληφθούν τις ενδείξεις μιας αρρώστιας ή τουλάχιστο την ύπαρξη συμπτωμάτων νευρικότητας, τότε χρειάζεται κάποιοι να παραμένουν κοντά του, να τον προσέχουν και να τον περιποιούνται. Αυτό δηλαδή απαιτεί το κοινωνικό τους αίσθημα. Μ' αυτό τον τρόπο θεμελιώνεται η θέση επιβολής ενός τέτοιου αρρώστου.
Κάτω απ' αυτές τις συνθήκες πρέπει να τονιστεί η αντίφαση με το νόμο της κοινότητας, ο οποίος απαιτεί να υπάρχει ευρύτατος σεβασμός στον συνάνθρωπο. Κατά κανόνα ανακαλύπτουμε σ' αυτούς τους ανθρώπους ότι δεν είναι εύκολα σε θέση να πάρουν υπόψη τους τη χαρά ή τον πόνο του συνανθρώπου τους, να μην τον πληγώνουν και ακόμη λιγότερο να τον υποστηρίζουν. Ίσως θα μπορούσαν να κατορθώσουν κάτι τέτοιο με την κινητοποίηση όλων των δυνάμεών τους, όλης της πολιτιστικής καλλιέργειας και παιδείας που διαθέτουν ή, όπως γίνεται συνηθέστερα, τουλάχιστο να δημιουργήσουν την εντύπωση ότι για κάποιο συνάνθρωπο έχουν εντελώς ιδιαίτερα φροντίσει. Όμως στη βάση της συμπεριφοράς τους δε βρίσκεται τίποτε άλλο από φιλαυτία και ματαιοδοξία. Αυτό ήταν και με την περίπτωσή μας. Η ανησυχία της άρρωστής μας για τους δικούς της ξεπέρασε φανερά όλα τα όρια. Ήταν αρκετό να καθυστερήσει έστω και λίγο η μητέρα της να της πάει το πρόγευμα, για να καταληφθεί από μεγάλη ανησυχία. Τότε δεν ησύχαζε πριν σηκωθεί ο άντρας της να κοιτάξει μήπως συνέβη τίποτε στη μητέρα. Αυτή βέβαια με τον καιρό είχε αποχτήσει τη συνήθεια να παρουσιάζεται ακριβώς στην ώρα της. Δεν ήταν πολύ διαφορετική η τύχη του συζύγου, ο οποίος, σαν επιχειρηματίας, έπρεπε πάντα να παίρνει υπόψη του ορισμένες απαιτήσεις πελατών και συναδέλφων. Όμως κάθε φορά που ερχόταν στο σπίτι αργότερα από τη συμφωνημένη ώρα, έβρισκε τη γυναίκα του να έχει καταρρεύσει, συχνά λουσμένη στον ιδρώτα από την αγωνία. Με λίγα λόγια ένα συφοριασμένο πλάσμα που του διηγιόταν πώς άντεξε σ' αυτά τα τρομερά βάσανα. Επίσης και αυτός μπροστά σ' αυτή την κατάσταση δεν μπορούσε να κάνει διαφορετικά, παρά να είναι στην ώρα του ακριβής. Ίσως πολλοί αντιτάξουν ότι αυτή η γυναίκα, ενεργώντας κατ' αυτό τον τρόπο, δεν είχε τίποτε να κερδίσει. Ότι αυτό που πετύχαινε δεν ήταν οπωσδήποτε κανένας σοβαρός θρίαμβος. Αν όμως σκεφτούμε ότι όλα αυτά δεν είναι παρά το μικρό τμήμα ενός συνόλου, ένα δείγμα για όλες τις σχέσεις της ζωής, ότι μ' αυτό τον τρόπο προετοιμάζεται και ολοκληρώνεται μια εκγύμναση του άλλου, ότι εκτός αυτού τούτη η γυναίκα έχει την ψύχωση μιας αχαλίνωτης μανίας να κυριαρχεί και ότι στην ικανοποίηση αυτής της μανίας βρίσκεται η ματαιοδοξία της και αν εκτός αυτού σκεφτούμε πόσο στοιχίζει στον ίδιο τον άνθρωπο η τάση να επιβάλλει τη θέλησή του, τότε μόνο μπορούμε να καταλάβουμε ότι γι' αυτή τη γυναίκα η συμπεριφορά αυτή έχει γίνει ανάγκη. Της ήταν αδύνατο να ζήσει ήσυχη, αν τα λόγια της δεν έβρισκαν ακριβή και χωρίς όρους ανταπόκριση, και επειδή μια συμβίωση δεν είναι μονάχα αυτό το πράγμα, δηλαδή το ότι ο άλλος φτάνει στην ώρα του, και επειδή υπάρχουν ακόμη χιλιάδων λογιών σχέσεις που πρέπει να ρυθμιστούν απ' αυτή την προστακτική συμπεριφορά της γυναίκας, υποστηρίζει τις διαταγές της με τις καταστάσεις πανικού που δημιουργεί. Φροντίζει μ' αυτό τον τρόπο να εκπληρώνονται οι επιθυμίες της χωρίς όρους. Βλέπουμε λοιπόν την ανησυχία σα μέσο ικανοποίησης της ματαιοδοξίας.
Αυτή η συμπεριφορά μπορεί να τραβήξει τόσο μακριά, ώστε για έναν άνθρωπο να έχει μεγαλύτερη σπουδαιότητα η επιβολή της θέλησής του, παρά η ίδια η υπόθεση. Τούτο το αποδείχνει η περίπτωση ενός εξάχρονου κοριτσιού που είχε ένα τέτοιο αδάμαστο πείσμα, ώστε ήθελε πάντα να επιβάλλει ό,τι του ερχόταν στον νου. Ήταν διαποτισμένο εντελώς από την επιθυμία να δείξει τη δύναμή του και να υποχρεώσει τους άλλους να υποκύψουν, αδιαφορώντας για τις συνέπειες. Η μητέρα του, που πολύ επιθυμούσε να του κάνει όλα τα χατίρια, αρκεί να ήξερε μόνο τι θα το ευχαριστούσε, δοκίμασε μια φορά να του κάνει έκπληξη με το φαγητό που ιδιαίτερα αγαπούσε και του το έφερε λέγοντας: «Σου το έφερα, επειδή ξέρω πόσο πολύ σου αρέσει». Το κορίτσι πέταξε τη λιχουδιά στο πάτωμα και την τσαλαπάτησε φωνάζοντας: «Δεν το θέλω καθόλου, αφού μού το φέρνεις εσύ. Το θέλω μόνο όταν το θέλω εγώ». Μια άλλη φορά, όταν η μητέρα ρώτησε τι θα ήθελε να πιει στο πρόγευμα, γάλα ή καφέ, στάθηκε στην πόρτα και μουρμούρισε με τρόπο που έγινε ακουστό: «Αν θα πει αυτή γάλα, τότε θα πιω καφέ, αν θα πει αυτή καφέ, τότε θα πιω γάλα».
Αυτό ήταν ένα παιδί που μιλούσε καθαρά. Αλλά ας μην ξεχνάμε ότι πολλά παιδιά είναι τέτοια χωρίς να το λένε, ότι ίσως σε κάθε παιδί να φωλιάζει κάτι απ' αυτά τα χαρακτηριστικά έτσι που να επιδιώκει με μεγάλη ενεργητικότητα να επιβάλλει τη θέλησή του, ακόμη κι όταν δεν έχει κανένα όφελος απ' αυτό, ή ακόμη κι όταν μπορεί μόνο να ζημιώσει. Τις πιο πολλές φορές τέτοια παιδιά θα γίνουν εκείνα που με οποιοδήποτε τρόπο τους έχει υποβληθεί το προνόμιο να εκφράζουν δική τους θέληση. Οι αφορμές γι' αυτό δε λείπουν σήμερα. Η συνέπεια είναι ότι βρίσκουμε μεταξύ των ενηλίκων πολύ συχνότερα ανθρώπους οι οποίοι θέλουν να επιβάλουν τη θέλησή τους, παρά τέτοιους που προσπαθούν να υποστηρίξουν τους συνανθρώπους τους. Μερικοί προχωρούν τόσο πολύ στη ματαιοδοξία τους, ώστε δεν είναι σε θέση να κάνουν κάτι που ένας άλλος τους έχει συστήσει, ακόμη και αν αυτό θα ήταν το πιο αυτονόητο πράγμα στον κόσμο ή ακόμη αν σήμαινε τη δική τους ευτυχία. Είναι άνθρωποι οι οποίοι σε κάθε συνομιλία περιμένουν τη στιγμή που θα μπορούσαν να παρέμβουν με τις αντιρρήσεις τους. Σε πολλούς ανθρώπους η ματαιοδοξία κεντρίζει τόσο τη θέλησή τους, που λένε «όχι» ακόμη και όταν θα ήθελαν να πουν «ναι».
Η συνεχής επιβολή της θέλησης είναι κάτι που πραγματικά μόνο μέσα στα πλαίσια της οικογένειας πετυχαίνεται και καμιά φορά όχι και κει. Σ' αυτούς τους τύπους συχνά συγκαταλέγονται άνθρωποι οι οποίοι στην επικοινωνία τους με τους ξένους προσφέρουν την εικόνα της πιο εξαιρετικής φιλοφροσύνης και συγκαταβατικότητας. Εννοείται ότι αυτή η σχέση δεν έχει μεγάλη διάρκεια και ύστερα από λίγο διακόπτεται. Μπορούμε να πούμε ότι δεν έχει επιζητηθεί. Επειδή όμως η ζωή είναι τέτοια που φέρνει τους ανθρώπους τον ένα κοντά στον άλλο, μπορεί καμιά φορά να δούμε έναν άνθρωπο να κατακτά όλων τις καρδιές, αλλά σύντομα όλους να τους εγκαταλείπει, αφού τους έχει κατακτήσει. Αυτοί οι άνθρωποι σχεδόν πάντα έχουν την τάση να περιορίζονται στον κύκλο της οικογένειας. Το ίδιο συνέβαινε και με την άρρωστή μας. Συνεπεία του φιλόφρονου χαρακτήρα με τον οποίο παρουσιαζόταν έξω από την οικογένεια ήταν παντού αγαπητή. Πάντα όμως όταν έβγαινε από το σπίτι επέστρεφε σύντομα σ' αυτό. Η επιθυμία να επιστρέφει πάντα στην οικογένεια εκδηλωνόταν σ' αυτή με διάφορους τρόπους. Αν καμιά φορά πήγαινε σε συναναστροφές, την έπιανε σε λίγο πονοκέφαλος και υποχρεωνόταν να γυρίσει στο σπίτι. Και τούτο γιατί στη συναναστροφή δεν είχε στον ίδιο βαθμό το συναίσθημα της υπεροχής, όπως μέσα στην οικογένεια. Αν λοιπόν αυτή η γυναίκα το πρόβλημα της ζωής της, το πρόβλημα της ματαιοδοξίας της, μόνο μέσα στην οικογένειά της μπορούσε να το λύσει, τότε έπρεπε πάντα να συμβαίνει κάτι που θα την ξανατραβούσε πίσω στην οικογένεια. Προχώρησε τόσο πολύ που τελικά την έπιανε αγωνία και πανικός κάθε φορά που βρισκόταν ανάμεσα σε ξένους ανθρώπους. Δεν μπορούσε πια να πάει ούτε στο θέατρο και στο τέλος ούτε στον δρόμο να βγει. Εδώ έχανε το συναίσθημα ότι οι άλλοι ήταν υποταγμένοι στη θέλησή της. Η κατάσταση που ζητούσε δε βρισκόταν έξω από την οικογένεια και ιδιαίτερα στον δρόμο. Αυτό εξηγεί την αποστροφή της να βγαίνει, εκτός αν συνοδευόταν από πρόσωπα της «αυλής» της. Αυτή ήταν η πραγματική ιδανική κατάσταση που αγαπούσε, να περιβάλλεται από ανθρώπους οι οποίοι διαρκώς ασχολούνται μαζί της. Όπως εξακριβώθηκε από την έρευνα, αυτό το πρότυπο το είχε δημιουργήσει στη φαντασία της από τα πρώιμα παιδικά της χρόνια. Ήταν το μικρότερο από τα παιδιά· αδύναμη και ασθενική, πάντοτε χρειαζόταν περισσότερη ζεστασιά παρά οι άλλοι. Μ' ένα δυνατό πιάσιμο συνέλαβε αυτή την κατάσταση του παραχαϊδέματος και θα τη διατηρούσε σ' όλη της τη ζωή, αν αυτός ο τρόπος πορείας δεν εμποδιζόταν από τους όρους της ζωής με τους οποίους ήρθε σε αντίφαση. Οι ανησυχίες της και οι καταστάσεις αγωνίας που ήταν τόσο ισχυρές, ώστε οι άλλοι να μην μπορούν τίποτε να αρνηθούν, πρόδιδαν ότι αυτή η γυναίκα, προσπαθώντας να λύσει το πρόβλημα της ματαιοδοξίας της, βρέθηκε σε λαθεμένο δρόμο. Η λύση ήταν κακή, γιατί σ' αυτή δεν υπήρχε η θέληση να υποταχτεί στους όρους της ανθρώπινης συμβίωσης. Τελικά τα βασανιστικά φαινόμενα έγιναν τόσο άσχημα που αναγκάστηκε να καταφύγει στον γιατρό.
Χρειάστηκε σιγά - σιγά να αποκαλύψει ολόκληρο το πλάνο ζωής που είχε οικοδομήσει στη διάρκεια τόσων χρόνων. Ήταν πολλές οι αντιδράσεις που έπρεπε να υπερνικηθούν· αντιδράσεις που έδειχναν ότι, μολονότι πήγε στον γιατρό, κατά βάθος δεν ήταν πρόθυμη ν' αλλάξει τίποτε, θα ένοιωθε ευχαρίστηση αν ακόμη εξακολουθούσε να κυριαρχεί μέσα στην οικογένεια και αν στον δρόμο δε συνοδευόταν από καταστάσεις αγωνίας. Όμως δεν ήταν δυνατό να έχει το ένα χωρίς το άλλο. Της υποδείχτηκε ότι ήταν αιχμάλωτη του ίδιου του δικού της ασυνείδητου πλάνου ζωής και ότι ήθελε να απολαμβάνει τα πλεονεκτήματά του, αλλά φοβόταν τα μειονεκτήματα.
Σ' αυτό το παράδειγμα καταδείχνεται με ιδιαίτερη δύναμη ότι κάθε αναπτυγμένη ματαιοδοξία αποτελεί βάρος για ολόκληρη τη ζωή, εμποδίζει την πρόοδο του ανθρώπου και τελικά επιφέρει την κατάρρευση. Η ματιά γι' αυτές τις συναρτήσεις είναι αρκετά θολή, εφόσον κατευθύνεται μόνο στα πλεονεκτήματά τους. Σαν αποτέλεσμα αυτού πολλοί άνθρωποι έχουν την πεποίθηση ότι η φιλοδοξία ή σωστότερα η ματαιοδοξία είναι μια πολύτιμη ιδιότητα, γιατί δεν αντιλαμβάνονται ότι αυτό το χαρακτηριστικό κάνει τον άνθρωπο να είναι πάντα δυσαρεστημένος και του αφαιρεί την ησυχία και τον ύπνο.
Θα αναφέρουμε άλλη μια περίπτωση. Ένας εικοσιπεντάχρονος νέος έπρεπε να δώσει τις τελευταίες εξετάσεις. Αποσύρθηκε όμως γιατί ξαφνικά τον κατέλαβε η ιδέα ότι είχε χάσει το ενδιαφέρον για όλα τα πράγματα. Π αρενοχλο ύμενος από τις χειρότερες διαθέσεις, έκανε στον εαυτό του μια δυσμενή κριτική και στη συνέχεια απόχτησε την ιδέα ότι έγινε ανίκανος. Αναθυμούμενος τα παιδικά του χρόνια, έφτασε να κάνει βίαιες επιπλήξεις στους γονείς του, των οποίων η αμάθεια είχε παρεμποδίσει την εξέλιξή του. Μέσα σ' αυτή την κατάσταση έκανε επίσης καμιά φορά τη σκέψη ότι οι άνθρωποι ήταν πραγματικά ανάξιοι και δεν παρουσίαζαν κανένα ενδιαφέρον γι' αυτόν. Τέτοιες σκέψεις τον οδήγησαν τελικά στην αυτοαπομόνωση.
Επίσης και σ' αυτή την περίπτωση αποδείχτηκε πως το κρυφό κίνητρο ήταν η ματαιοδοξία η οποία του έδινε προσχήματα και δικαιολογίες να μην υποβληθεί στη δοκιμασία και τούτο γιατί ακριβώς πριν από τις εξετάσεις τον κατέλαβαν αυτές οι σκέψεις, του παρουσιάστηκε το τρακ και η αδιαθεσία η οποία τον έκανε ανίκανο. Όλα όμως αυτά είχαν για τον ίδιο αποφασιστική σημασία γιατί, αν τώρα δεν έκανε τίποτε, έσωζε το συναίσθημα της προσωπικότητάς του. Έφερε μαζί του ένα δίχτυ ασφαλείας και δεν ήταν δυνατό να πέσει από τα χτυπήματα της κριτικής. Μπορούσε να παρηγοριέται ότι ήταν άρρωστος και ανίκανος εξαιτίας μιας σκοτεινής μοίρας. Σ' αυτή τη συμπεριφορά η οποία δεν επιτρέπει να εκτεθεί ένας άνθρωπος αναγνωρίζουμε μια άλλη μορφή της ματαιοδοξίας. Του επιτρέπει να κάνει στροφή ακριβώς τη στιγμή που πλησιάζει η απόφαση για την ικανότητά του. Σκέφτεται την αίγλη που θα χάσει στην περίπτωση αποτυχίας και αρχίζει να αμφιβάλλει για τις ικανότητές του. Αυτό είναι το μυστικό όλων εκείνων που δε βάζουν όλα τα δυνατά τους να καταλήξουν σε μια απόφαση.
Ο ασθενής μας συγκαταλέγεται σ' αυτού του είδους τους ανθρώπους. Από την αφήγησή του βγήκε ότι πάντα τέτοιος ήταν. Κάθε φορά που πλησίαζε η στιγμή να πάρει μια απόφαση κλονιζόταν. Για μας που είμαστε ταγμένοι στη μελέτη της γραμμής κίνησης και του τρόπου πορείας ενός ανθρώπου αυτό δε σημαίνει τίποτε άλλο παρά φρενάρισμα και ακινησία. Ήταν το μεγαλύτερο παιδί και το μοναδικό αγόρι ανάμεσα σε τέσσερες αδερφές. Ο μοναδικός που προοριζόταν για σπουδές· σα να λέμε το φωτεινό σημείο της οικογένειας. Πάνω του τοποθετήθηκαν οι προσδοκίες όλων. Ο πατέρας του δεν παρέλειψε να ερεθίσει τη φιλοδοξία του. Προεξοφλούσε τι θα γινόταν στο μέλλον έτσι που τελικά είχε ένα σκοπό μόνο μπρος στα μάτια του: να είναι κάτι παραπάνω από τους άλλους. Και τώρα στεκόταν αυτός εδώ δα, γεμάτος αμφιβολίες αν θα μπορούσε να τα καταφέρει όλα αυτά. Σ' αυτό το σημείο η ματαιοδοξία του τον υποχρέωσε σε υποχωρήσει.
Μ' αυτό τον τρόπο καταδείχνεται ότι στην εξέλιξη του φιλόδοξου, του ματαιόδοξου αξιώματος, η απόφαση βγαίνει από μόνη της και ο δρόμος που απομένει γίνεται αδιάβατος. Η ματαιοδοξία περιέρχεται σε μια αξεδιάλυτη αντίφαση με το κοινωνικό αίσθημα και δεν υπάρχει καμιά διέξοδος από την αντίφαση αυτή. Παρ' όλα αυτά βλέπουμε πως ματαιόδοξες φύσεις διασπούν ακόμη από τα παιδικά τους χρόνια το φράγμα του κοινωνικού αισθήματος και προσπαθούν να τραβήξουν τον δικό τους δρόμο. Μοιάζουν με έναν άνθρωπο ο οποίος έχει σχεδιάσει τον χάρτη μιας πόλης σύμφωνα με τη φαντασία του και τώρα τριγυρνά σ' αυτή την πόλη και ζητά να βρει ο,τιδήποτε στο σημείο που αυτός το έχει με το δικό του σχέδιο τοποθετήσει. Φυσικά δε βρίσκει τίποτε από αυτά που ζητά και γι' αυτό κατηγορεί την πραγματικότητα. Περίπου αυτή είναι η μοίρα του ματαιόδοξου και πεισματάρη ανθρώπου. Σ' όλες τις σχέσεις του με τους συνανθρώπους προσπαθεί να επιβάλει τις αρχές του είτε με τη βία είτε με την πονηρία και τη μηχανορραφία. Καραδοκεί πάντα να βρει την ευκαιρία να κατηγορήσει τους άλλους για αδικίες και να αποδείξει πως κάνουν λάθη. Είναι ευτυχής αν καμιά φορά πετύχει να αποδείξει, τουλάχιστο στον ίδιο τον εαυτό του, ότι είναι εξυπνότερος ή καλύτερος από τους άλλους, ενώ εκείνοι δε δίνουν καμιά προσοχή σ' αυτό και όμως αποδέχονται τον αγώνα ο οποίος κρατά ένα διάστημα και τελειώνει πότε με νίκη πότε με ήττα του ματαιόδοξου, γι' αυτόν όμως πάντα με το συναίσθημα της υπεροχής και του δίκιου του.
Όλα αυτά είναι φτηνά τεχνάσματα. Πάνω σ' αυτή τη βάση ο καθένας μπορεί να φαντάζεται ό,τι επιθυμεί. Μπορεί έτσι, όπως συμβαίνει στην περίπτωσή μας, ένας άνθρωπος που έχει βρεθεί στην ανάγκη να σπουδάσει, να υποταχτεί στη σοφία ενός βιβλίου ή ακόμη να υποβληθεί σε μια εξέταση κατά την οποία θα εξακριβωθεί η πραγματική κατάσταση των ικανοτήτων του, να συνειδητοποιήσει ξαφνικά όλη την ελαττωματικότητά του. Υπερεκτιμά την κατάσταση βλέποντας τα πράγματα από λαθεμένη σκοπιά και την αντιλαμβάνεται με την έννοια ότι τώρα πια διακινδυνεύει όλη η ευτυχία της ζωής του, όλη η αξία του. Περιπέφτει με αναγκαιότητα σε μια κατάσταση έντασης την οποία δεν είναι σε θέση να υποφέρει κανένας άνθρωπος.
Επίσης κάθε άλλη συνάντηση γίνεται γι' αυτόν ένα ιδιαίτερο γεγονός. Κάθε προσφώνηση, κάθε λέξη, εξετάζεται και εκτιμάται από την άποψη της νίκης ή της ήττας του. Είναι ένας αδιάκοπος αγώνας ο οποίος φυσικά αφαιρεί την πραγματική χαρά της ζωής και σπρώχνει συνεχώς σε νέες δυσκολίες εκείνους που έκαναν υπόδειγμα για τη ζωή τους τη φιλοδοξία, τη ματαιοδοξία και υπεροψία. Όλα αυτά μπορεί να τα έχει μόνο αν οι όροι μιας τέτοιας ζωής θα τύχουν γενικής επιδοκιμασίας. Όταν όμως κάποιος τους σπρώξει στην άκρη, θα μπλοκάρει για τον εαυτό του όλους τους δρόμους προς τη χαρά και την ευτυχία και θα ανακαλύψει ότι του απαγορεύονται όλα όσα για τους άλλους σημαίνουν ευχαρίστηση και ευδαιμονία. Στην καλύτερη περίπτωση μπορεί να ονειρεύεται με το συναίσθημα της υπεροχής πάνω στους άλλους, αλλά αυτά τα συναισθήματα ποτέ και με κανένα τρόπο δε βρίσκουν την πραγματοποίησή τους. Ακόμη και αν ο ίδιος κάποτε την είχε αυτή την υπεροχή, πάντα θα βρίσκονταν αρκετοί που θα ένοιωθαν ευχαρίστηση να διαφιλονικήσουν την αξία του. Έναντι αυτού δεν υπάρχει κανένα μέσο. Κανένας δεν είναι δυνατό να υποχρεωθεί να αναγνωρίσει την υπεροχή κάποιου και έτσι δεν απομένει στον ματαιόδοξο παρά μόνο η δική του θολή και εντελώς αβέβαιη εκτίμηση για τον εαυτό του. Μοναδικό αποτέλεσμα αυτής της κατάστασης είναι ότι, αν υποχρεωθεί να κάνει κάτι, του είναι δύσκολο να επιδιώξει πραγματικές επιτυχίες ή να υποστηρίξει θετικά τους συνανθρώπους. Απ' αυτό δεν κερδίζει κανένας άνθρωπος. Όλοι είναι πάντα το σημείο επίθεσης και εκτεθειμένοι συνεχώς στην καταστροφή. Είναι σα να έχει επιβληθεί σ' αυτούς τους ανθρώπους σαν καθήκον να φαίνονται πάντα μεγάλοι και υπερέχοντες.
Κάτι το διαφορετικό είναι όταν η αξία ενός ανθρώπου δικαιολογείται από το γεγονός ότι υποστηρίζει τους άλλους. Τότε η αξία πηγάζει από τον ίδιο τον εαυτό του και, αν ακόμη αυτή αμφισβητηθεί, τούτο δεν έχει καμιά ιδιαίτερη δύναμη. Ο άνθρωπος μπορεί να παραμείνει εντελώς ήρεμος, γιατί ακριβώς δεν έχει τοποθετήσει τα πάντα πάνω στη ματαιοδοξία του. Αποφασιστικό ρόλο σ' αυτή την περίπτωση παίζει το βλέμμα του που κατευθύνεται στο ίδιο το πρόσωπό του και η συνεχής προσπάθεια ανύψωσης της δικής του προσωπικότητας. Ο ρόλος του ματαιόδοξου είναι πάντα ο ρόλος αυτού που πάντα αναμένει και παίρνει. Εάν τον συγκρίνει κανείς με κείνον τον τύπο ο οποίος κατέχει ένα αναπτυγμένο κοινωνικό αίσθημα και διαρκώς περιφέρεται με το βουβό ερώτημα, «τι μπορώ να δώσω;» τότε θα αναγνωρίσει αμέσως την τεράστια διαφορά σε αξία.
Έτσι φτάνουμε στην ιδέα την οποία οι λαοί με πολλή βεβαιότητα προαισθάνθηκαν πριν από χιλιάδες χρόνια και η οποία εκφράζεται στα σοφά λόγια της Βίβλου: το να δίνεις είναι αγιότερο από το να παίρνεις. Αν σήμερα σκεφτούμε πάνω στο νόημα που έχουν αυτές οι λέξεις οι οποίες είναι έκφραση μιας πανάρχαιας και τεράστιας ανθρώπινης πείρας, τότε θα αναγνωρίσουμε ότι αυτό που αναφέρεται εδώ είναι η διάθεση, η διάθεση να δώσεις, να υποστηρίξεις, να βοηθήσεις, η διάθεση που περικλείει σα δώρο Θεού μια εξισορρόπηση και αρμονία της ψυχικής ζωής. Παρουσιάζεται από μόνη της σ' αυτόν που δίνει, ενώ εκείνος που πιο πολύ είναι προσανατολισμένος στο να παίρνει, είναι πιο πολύ αφηρημένος, ανικανοποίητος και συνεχώς απασχολημένος με τι θα έπρεπε ακόμη να επιτύχει και να ιδιοποιηθεί, για να είναι εντελώς ευτυχισμένος. Επειδή η ματιά του δεν κατευθύνεται ποτέ στις ανάγκες των άλλων και η ξένη δυστυχία του φαίνεται σαν ευτυχία δική του, δεν υπάρχει στη σκέψη του καθόλου χώρος για συνδιαλλαγή. Απαιτεί με αδυσώπητο τρόπο να σκύψουν οι άλλοι στους νόμους που έκανε η φιλαυτία του. Απαιτεί να υπάρξει ένας ουρανός άλλος απ' αυτόν που υπάρχει, άλλες σκέψεις και άλλα αισθήματα. Με λίγα λόγια η δυσαρέσκεια και η αλαζονεία του είναι το ίδιο τερατώδεις, όπως όλα όσα βρίσκουμε σ' αυτόν.
Άλλες τελείως εξωτερικές και πιο πρωτόγονες μορφές εμφάνισης της ματαιοδοξίας συναντούμε σε ανθρώπους, οι οποίοι ντύνονται με τρόπο υπερβολικό και στολίζονται όπως οι δανδήδες και μ' αυτό τον τρόπο θέλουν να καταπλήξουν τους άλλους, όπως στα παλιά χρόνια οι άνθρωποι που προσπαθούσαν να διακριθούν ή όπως και σήμερα ακόμη οι πρωτόγονοι λαοί, όπου π.χ. αρκεί για την περηφάνια ενός πρωτόγονου να στολίσει το κεφάλι του με ένα μεγάλο φτερό. Υπάρχει ένας μεγάλος αριθμός ανθρώπων οι οποίοι αισθάνονται την πιο βαθιά ικανοποίηση αν κυκλοφορούν ντυμένοι πάντα ωραία και σύμφωνα με την τελευταία λέξη της μόδας. Τα διάφορα στολίδια που φορτώνονται αυτού του είδους οι άνθρωποι δείχνουν τη ματαιοδοξία τους με τον ίδιο τρόπο που και τα αυστηρά ρητά, τα πολεμικά εμβλήματα ή όπλα αποβλέπουν στην τρομοκράτηση του εχθρού. Πότε -πότε βρίσκουμε, ιδιαίτερα στους άντρες, ζωγραφιές ερωτικού χαρακτήρα, όπως είναι τα τατουάζ κλπ.
Μπροστά σ' ένα τέτοιο θέαμα θα νοιώσουμε πάντα πως αυτός που επιδείχνεται έστω και μ' αυτό τον αδιάντροπο τρόπο επιδιώκει να εντυπωσιάσει. Μερικοί άνθρωποι, όταν συμπεριφέρονται αδιάντροπα, έχουν το συναίσθημα ενός είδους μεγαλοσύνης και υπεροχής. Άλλοι πάλι έχουν αυτό το ίδιο συναίσθημα, όταν δείχνονται σκληροί, χωρίς αισθήματα, άκαμπτοι ή κλειστοί στον εαυτό τους. Αυτό μπορεί πολλές φορές να είναι μόνο φαινομενικό, ενώ στην πραγματικότητα αυτοί οι άνθρωποι βρίσκονται πιο κοντά στην ευαισθησία, παρά στην ωμότητα και τον τραχύ ιπποτισμό. Ιδιαίτερα στα παιδιά, βρίσκουμε συχνά ένα είδος αναισθησίας, μια εχθρική στάση απέναντι στις παρορμήσεις του κοινωνικού αισθήματος. Μια έκκληση στα αισθήματα ανθρώπων οι οποίοι παρακινούνται από μια ματαιοδοξία αυτού του είδους, που παίζουν με ευχαρίστηση ένα ρόλο στον οποίο άλλοι θα υπέφεραν, είναι το χειρότερο που μπορεί να κάνει κανείς. Σε μια τέτοια περίπτωση το πολύ - πολύ θα παρακινηθούν να σκληρύνουν ακόμη περισσότερο τη στάση τους.
Έχει αναφερθεί κιόλας πιο πριν ότι η ματαιοδοξία συχνά φορά μάσκα. Πολλές φορές οι ματαιόδοξοι άνθρωποι είναι αναγκασμένοι, για να μπορέσουν να κυριαρχήσουν πάνω στους άλλους, να τους αιχμαλωτίσουν και να τους προσδέσουν στο άρμα τους. Γι' αυτό δε μάς επιτρέπεται να γοητευόμαστε από τη φιλοφροσύνη, τη φιλική συμπεριφορά και την προθυμία ενός ανθρώπου και να μην αφήνουμε να εξαπατηθούμε, γιατί παρ' όλα αυτά συνήθως πρόκειται για έναν πολέμιο, έναν επιτιθέμενο που επιδιώκει να κυριαρχήσει και να επιβάλει τη θέλησή του στους άλλους. Η πρώτη φάση ενός τέτοιου αγώνα πρέπει ακριβώς να είναι αυτή, δηλαδή να εκτιμήσει με βεβαιότητα τον αντίπαλο και να τον επηρεάσει τόσο που αυτός να εγκαταλείψει κάθε επιφύλαξη. Σ' αυτή την πρώτη φάση, της φιλικής ανταπόκρισης, ο καθένας είναι εύκολα πρόθυμος να πιστέψει ότι έχει να κάνει με έναν άνθρωπο με πολύ αναπτυγμένο κοινωνικό αίσθημα. Αλλά η δεύτερη πράξη που ακολουθεί μάς δείχνει το λάθος. Αυτοί είναι οι άνθρωποι για τους οποίους λέμε ότι μάς έχουν απογοητεύσει, ότι κατέχουν δυο ψυχές. Δεν είναι όμως παρά μια μόνο ψυχή, που έχει μια αξιαγάπητη αρχή και μια πολεμική συνέχεια. Αυτή η κολακευτική αρχική στάση μπορεί να εξελιχθεί τόσο, ώστε μ' αυτή να κατακτούν τις ψυχές των άλλων. Αυτοί οι άνθρωποι φέρνουν συχνά στην επιφάνεια χαρακτηριστικά εξαιρετικής αφοσίωσης, που αυτά και μόνο είναι κιόλας γι' αυτούς σχεδόν ένας θρίαμβος. Μπορούν να εκφράζουν με τα λόγια τον πιο καθαρό ανθρωπισμό και να τον αποδείχνουν με δήθεν ενέργειες. Πολλοί μάλιστα το κάνουν αυτό με τόσο εντυπωσιακό τρόπο, ώστε αυτός που ξέρει γίνεται προσεχτικός. Ένας Ιταλός ψυχολόγος της εγκληματολογίας είπε κάποτε: «όταν η ιδανική στάση ενός ανθρώπου ξεπερνά ορισμένα όρια, όταν η καλοσύνη του και η ανθρωπιά του παίρνουν μορφές που εντυπωσιάζουν, τότε κάθε δυσπιστία είναι απόλυτα δικαιολογημένη». Φυσικά πρέπει κανείς και μ' αυτή την αντίληψη να είναι κάπως προσεχτικός, χωρίς όμως και να αποκλείει την αναγνώριση ότι θεωρητικά και πρακτικά είναι αιτιολογημένη. Επίσης και ο Γκαίτε στα Βενετσιάνικα επιγράμματά του πλησιάζει αυτή την ιδέα. Σ' ένα απ' αυτά λέει:
Κάθε φαντασιοκόπο καταδικάστε τον
στα τριάντα του χρόνια.
Αν γνωρίσει μια φορά τον κόσμο,
ο απατημένος γίνεται κατεργάρης.
Γενικά αυτός ο τύπος αναγνωρίζεται εύκολα. Όταν κανείς δεν αγαπά τα καλοπιάσματα, τότε αυτός ο άνθρωπος τού γίνεται αντιπαθής και αρχίζει να φυλάγεται. Οι φιλόδοξοι άνθρωποι θα έπρεπε να αποφεύγουν τη χρησιμοποίηση τέτοιων μέσων. Είναι προτιμότερο να μην παίρνει κανείς αυτό τον δρόμο και να παραμένει σε μια πορεία πιο απλή.
Γνωρίζουμε κιόλας από τη γενική τους πλευρά τις καταστάσεις από τις οποίες μπορεί να αναπτυχθούν ψυχικά λοξοδρομήματα. Οι δυσκολίες στη διαπαιδαγώγηση προέρχονται από το γεγονός ότι έχουμε να κάνουμε με παιδιά που έχουν πάρει μια θέση πολεμική απέναντι στο περιβάλλον τους. Ενώ ο παιδαγωγός στην καλύτερη περίπτωση ξέρει τις θεμελιωμένες πάνω στη λογική της ζωής υποχρεώσεις του, δεν έχουμε καμιά δυνατότητα να κάνουμε αυτή τη λογική υποχρεωτική και για το παιδί. Ο καλύτερος τρόπος θα ήταν να αποφύγουμε την πολεμική κατάσταση, κάτι που μπορούμε να το πετύχουμε ευκολότερα και καλύτερα, αν θεωρήσουμε και μεταχειριστούμε το παιδί όχι σαν αντικείμενο, αλλά σαν υποκείμενο, σα σύντροφο και σα συνάνθρωπο με όλα του τα δικαιώματα. Τότε δε θα είναι εύκολο να καταντούν τα παιδιά να παίρνουν θέση αγωνιστική εξαιτίας του αισθήματος της κατάθλιψης και απώθησης, από την οποία στη συνέχεια αναπτύσσεται αυτόματα μέσα στα πλαίσια του πολιτισμού μας η στραβή φιλοδοξία που ανακατώνεται σε διάφορους βαθμούς και ποσότητα με όλες τις σκέψεις, ενέργειες και χαρακτήρες και δίνει αφορμή να γίνεται δυσκολότερη η ζωή και που πολλές φορές οδηγεί στις πιο δύσκολες περιπλοκές, ήττες και κατάρρευση της προσωπικότητας.
Πολύ χαρακτηριστικά είναι ότι η πηγή, από την οποία αντλούμε πραγματικά για πρώτη φορά την ανθρωπογνωσία, τα παραμύθια, διαθέτουν ένα πλήθος από παραδείγματα που μας δείχνουν τη ματαιοδοξία και τη σοβαρότητά της. Ένα παραμύθι που μάς δείχνει με ιδιαίτερα δραστικό τρόπο την αχαλίνωτη ανάπτυξη της ματαιοδοξίας και την αυτόματη καταστροφή που φέρνει αυτή, είναι το παραμύθι του Άντερσεν «Η στάμνα με το ξύδι». Μια φορά ένας ψαράς χάρισε σ' ένα ψάρι την ελευθερία του. Το ψάρι, για να τον ευχαριστήσει, του επέτρεψε να εκφράσει μια επιθυμία του. Η επιθυμία του ψαρά εκπληρώθηκε. Η ανικανοποίητη όμως και ματαιόδοξη γυναίκα του ψαρά που ήθελε να γίνει στην αρχή κόμισσα, ύστερα βασίλισσα και στο τέλος Θεός, έστελνε διαρκώς τον άντρα της στο ψάρι, ώσπου εκείνο στο τέλος αγανακτεί, όταν ακούει την τελευταία επιθυμία και εγκαταλείπει τον ψαρά για πάντα.
Δεν υπάρχουν ανώτατα όρια στην ανάπτυξη της φιλοδοξίας. Είναι ενδιαφέρον να παρατηρήσουμε πως και στα παραμύθια, όπως και στην πραγματικότητα, καθώς και στην υπερθερμασμένη ψυχική ζωή του ματαιόδοξου ανθρώπου, η ανάπτυξη της επιθυμίας για εξουσία και δύναμη καταλήγει σ' ένα είδος θεϊκού ιδεώδους. Δε χρειάζεται συχνά να ψάξουμε πολύ, για να ανακαλύψουμε ότι ένας τέτοιος άνθρωπος — όπως συμβαίνει στις πιο σοβαρές περιπτώσεις με τους ανθρώπους αυτής της κατηγορίας — ή φέρεται σα να ήταν ο ίδιος Θεός ή στη θέση του Θεού ή έχει τέτοιους σκοπούς και επιδιώξεις που η πραγματοποίησή τους θα τον έκανε Θεό. Αυτό το φαινόμενο, η επιδίωξη εξομοίωσης με τον Θεό, είναι το πιο ακρινό σημείο της τάσης που υπάρχει σ' έναν τέτοιο άνθρωπο να ξεπεράσει τα όρια της προσωπικότητάς του. Ακριβώς στις μέρες μας είναι αυτό πιο φανερό. Όλες οι επιθυμίες και τα ενδιαφέροντα που συγκεντρώνονται γύρω από τον πνευματισμό και την τη λεπάθεια αποκαλύπτουν ανθρώπους, οι οποίοι ανυπομονούν να ξεπεράσουν τα δοσμένα όρια που αποδίδουν στον εαυτό τους δυνάμεις που δεν κατέχουν οι άνθρωποι, και οι οποίοι θέλουν να καταργήσουν τον χρόνο, αναζητώντας πέρα από χρόνο και τόπο να συνδεθούν με τα πνεύματα των πεθαμένων. Αν ψάξουμε βαθύτερα, βρίσκουμε ότι ένα μεγάλο μέρος των ανθρώπων έχει την επιθυμία να εξασφαλίσει τουλάχιστο μια θεσούλα κοντά στον Θεό. Υπάρχουν ακόμη και σήμερα πολλά σχολεία που το ιδεώδες της παιδαγωγικής τους είναι να κάνουν τους ανθρώπους όμοιους με τον Θεό. Παλιότερα αυτό ήταν το άπαν της θρησκευτικής διαπαιδαγώγησης. Μόνο ανατριχιάζοντας μπορούμε να διαπιστώσουμε τι βγήκε απ' αυτή την παιδεία. Καταλαβαίνουμε ότι πρέπει να ψάξουμε τριγύρω μας για ένα πιο κατάλληλο ιδανικό. Αν παραλείψουμε τα ψυχολογικά αίτια, μεγάλο ρόλο παίζει το γεγονός ότι το μεγαλύτερο μέρος της ανθρωπότητας αντλεί σχεδόν τις πρώτες γνώσεις για τη φύση του ανθρώπου από κείνα τα λόγια της Βίβλου που δηλώνουν ότι ο άνθρωπος πλάστηκε κατ' εικόνα και ομοίωση του Θεού, πράγμα που αφήνει στην παιδική ψυχή σημαντικές και συχνά βαριές σε συνέπειες εντυπώσεις. Φυσικά η Βίβλος είναι ένα υπέροχο έργο που διαβάζεται πάντα με θαυμασμό, εφόσον κανείς έχει ωριμάσει, ώστε να την καταλαβαίνει. Αν όμως θέλουμε ν' αρχίσουν τα παιδιά μ' αυτή, πρέπει τουλάχιστο να τη σχολιάσουμε σ' ορισμένα σημεία και να τα διδάξουμε να είναι μετριόφρονα, να μη νομίζουν ότι διαθέτουν τίποτε μαγικές δυνάμεις και να μην απαιτούν να υποτάσσονται όλοι στη θέλησή τους, επειδή δήθεν δημιουργήθηκαν κατ' εικόνα και ομοίωση του Θεού.
Πολύ συγγενικό και πολύ συχνά απαντώμενο είναι το ιδανικό του νησιού των μακάρων, όπου όλες οι επιθυμίες εκπληρώνονται. Τα παιδιά βέβαια δεν παίρνουν ποτέ σαν πραγματικότητα τέτοιες παραμυθένιες εικόνες. Αν όμως σκεφτούμε το μεγάλο ενδιαφέρον των παιδιών για τα μάγια, τότε δεν πρέπει να αμφιβάλλουμε ότι τουλάχιστο έλκονται από την επιθυμία να σκεφτούν προς αυτή την κατεύθυνση. Η ιδέα του μαγέματος και της μαγικής επίδρασης είναι πολύ έντονη στους ανθρώπους και συχνά δεν την εγκαταλείπουν ούτε στα βαθιά γεράματα. Τουλάχιστο σ' ένα σημείο δεν είναι κανένας άνθρωπος απαλλαγμένος από παρόμοιες ιδέες. Είναι οι σκέψεις και το συναίσθημα της μαγικής επιρροής που ασκεί το γυναικείο φύλο στον άντρα. Υπάρχουν πολλοί άνθρωποι που συμπεριφέρονται σα να είναι εκτεθειμένοι στις μαγικές δυνάμεις της ερωτικής συντρόφου. Όταν κάνουμε αυτή τη σκέψη μας έρχεται στη μνήμη η εποχή που αυτή η ιδέα ήταν πιο πλατιά διαδομένη, που η γυναίκα από τις πιο τιποτένιες αφορμές μπορούσε να μπει στον κίνδυνο να θεωρηθεί μάγισσα ή στρίγγλα, πράγμα που βάραινε σαν εφιάλτης πάνω σ' όλη την Ευρώπη και σ' ορισμένο βαθμό καθόρισε την τύχη της. Ένα εκατομμύριο γυναίκες έπεσαν θύματα αυτής της παραφροσύνης. Αν το εκτιμήσουμε σωστά αυτό, δεν μπορούμε πια να μιλούμε για ασήμαντες πλάνες, αλλά το λιγότερο να τις εξισώσουμε με τις δίκες της Ιερής Εξέτασης ή τον παγκόσμιο πόλεμο.
Πάνω στα χνάρια της επιθυμίας για εξομοίωση με τον Θεό συναντούμε το φαινόμενο της ικανοποίησης των θρησκευτικών αναγκών με τρόπο καταχρηστικό, με τρόπο που αναζητεί σ' αυτή την ικανοποίηση της ματαιοδοξίας. Φτάνει να σκεφτούμε πόσο σημαντικό μπορεί να είναι ιδιαίτερα για έναν ψυχικά συντριμμένο άνθρωπο, όταν αυτός πάνω απ' όλες τις συμφορές και τα εμπόδια συνδέεται με τον Θεό του και αρχίζει μαζί του τον διάλογο, πώς αισθάνεται, όταν με ευλαβικές ενέργειες και προσευχές πιστεύει πως είναι σε θέση να κατευθύνει τη θέλησή του στην τροχιά που αυτός χρειάζεται. Πόσο σημαντικό είναι να μπορεί να επικοινωνεί μαζί του πρόσωπο με πρόσωπο και μ' αυτό τον τρόπο να αισθάνεται ότι βρίσκεται κοντά στον Θεό. Πολλές φορές τέτοια φαινόμενα είναι πολύ μακριά από αυτό που μπορεί κανείς να ονομάσει γνήσια θρησκευτικότητα, και γι' αυτό κάνουν νοσηρή εντύπωση. Π.χ. αν κάποιος ισχυρίζεται ότι δεν μπορεί να κοιμηθεί αν προηγούμενα δεν πει μια οποιαδήποτε προσευχή και τούτο γιατί, αν δεν προσευχηθεί, μπορεί να συμβεί σ' έναν κάποιο άνθρωπο κάποιο δυστύχημα. Όλη αυτή την ιστορία θα τη θεωρήσουμε σαπουνόφουσκα, αν μια τέτοια ανακοίνωση τη συλλάβουμε αρνητικά και την εννοήσουμε έτσι: αν πω αυτή την προσευχή, τότε δεν είναι δυνατό να συμβεί τίποτε κακό. Αυτοί είναι δρόμοι, πάνω στους οποίους μπορεί εύκολα κανείς να φτάσει στο αίσθημα του προσωπικού γοητευτικού μεγαλείου. Αυτός ο άνθρωπος πιστεύει ότι πραγματικά πέτυχε ως αυτή την ώρα να εμποδίσει να πάθει κάποιος άλλος ένα δυστύχημα. Επίσης και στα ονειροπολήματα αυτών των ανθρώπων θα βρούμε ότι υψώνονται πολύ πιο πάνω από κάθε ανθρώπινο μέτρο. Μας αποκαλύπτονται κούφιες ενέργειες, δραστηριότητες που δεν μπορούν να αλλάξουν τίποτε από την πραγματική φύση των πραγμάτων, που μόνο σα δημιουργήματα φαντασίας έχουν κάποιο νόημα και οι οποίες εμποδίζουν τον φορέα τους να συμφιλιωθεί με την πραγματικότητα.
Στον πολιτισμό μας παίζει μεγάλο ρόλο ένα πράγμα, το οποίο καμιά φορά θεωρείται ότι κατέχει μαγικές δυνάμεις. Αυτό είναι το χρήμα. Πολλοί νομίζουν ότι με το χρήμα μπορούν να πετύχουν τα πάντα και γι' αυτό δεν πρέπει να απορούμε όταν η φιλοδοξία και η ματαιοδοξία απασχολούνται με οποιοδήποτε τρόπο με το χρήμα και την ιδιοκτησία. Μ' αυτή την έννοια πρέπει να εννοήσουμε εκείνη την αδίστακτη επιδίωξη για την απόχτηση ιδιοκτησίας, που μας κάνει σχεδόν να πιστεύουμε ότι έχει παθολογικά ή φυλετικά αίτια. Ωστόσο και αυτό το φαινόμενο δεν είναι παρά η ματαιοδοξία που ενεργεί έτσι, ώστε να θέλει κανείς να μαζεύει όλο και περισσότερα χρήματα, για να έχει στα χέρια του και κάτι από αυτή τη μαγική δύναμη και εξαιτίας της να αισθάνεται ανώτερος. Ένας απ' αυτούς τους πολύ πλούσιους ανθρώπους, ο οποίος εξακολουθούσε, παρ' όλο που αυτό που είχε θα έπρεπε να του φτάνει, να κυνηγά το χρήμα, μετά από ένα δισταγμό ομολόγησε τελικά: «Βλέπετε αυτή είναι ακριβώς η δύναμη που σε τραβά πάντα κοντά της». Αυτός ο άνθρωπος το ήξερε πολύ καλά, ωστόσο οι άλλοι δεν έπρεπε να το μάθουν. Η κατοχή δύναμης είναι σήμερα τόσο συνδεμένη με το χρήμα και την ιδιοκτησία, η επιδίωξη του πλούτου και της ιδιοκτησίας φαίνεται σε πολλούς τόσο φυσική, ώστε δεν αντιλαμβάνονται πια ότι αυτοί οι οποίοι κυνηγούν το χρήμα κινούνται αποκλειστικά από τη ματαιοδοξία.
Τέλος αναφέρουμε ακόμη μια περίπτωση, η οποία θα μάς δείξει για μια ακόμη φορά όλες τις λεπτομέρειες και ταυτόχρονα θα μάς φέρει πιο κοντά στην κατανόηση ενός άλλου φαινομένου, στο οποίο η ματαιοδοξία παίζει ένα μεγάλο ρόλο. Αυτό το φαινόμενο είναι η κατάσταση της κατάπτωσης. Πρόκειται για δυο αδέρφια, εκ των οποίων ο μικρότερος αδερφός θεωρούνταν σαν ανίκανος, ενώ η μεγαλύτερη αδερφή είχε φήμη για την εξαιρετική δραστηριότητά της. Όταν πια ο αδερφός δεν μπορούσε να τα βγάλει πέρα στον ανταγωνισμό μαζί της, εγκατέλειψε τον αγώνα. Από την αρχή τον είχαν παραμερίσει και μολονότι τώρα προσπαθούσαν όλοι να απαλλάξουν τον δρόμο του από εμπόδια υπήρχε ένα μεγάλο βάρος που τον κατέθλιβε και γι' αυτόν σήμαινε ότι ήταν ανίκανος. Από τότε που ήταν μικρό παιδί τον είχαν κάνει να πιστέψει ότι η αδερφή του ήταν σε θέση ευκολότερα να υπερνικήσει τις δυσκολίες της ζωής, ενώ αυτός προοριζόταν για τα πιο μικρά πράγματα αυτού του κόσμου. Η ευνοϊκή θέση της αδερφής του πρόβαλλε κατά τρόπο απατηλό τη δική του ανεπάρκεια, η οποία κάθε άλλο παρά αληθινή ήταν. Φορτωμένος μ' αυτό το βάρος, πήγε στο σχολείο και κει ακολούθησε την πορεία ενός παιδιού με απαισιόδοξη κατεύθυνση, το οποίο προσπαθεί να αποφύγει με κάθε τρόπο να παραδεχτεί την ανικανότητά του. Καθώς μεγάλωνε, αναπτύχθηκε μέσα του η επιθυμία να μην παίζει πια τον ρόλο του κουτού μικρού αγοριού, αλλά να τον μεταχειρίζονται σαν ενήλικο. Στα 14 του χρόνια είχε κιόλας καταφέρει να συμμετέχει συχνά στις συντροφιές των μεγάλων. Το βαθύ αίσθημα κατωτερότητας ήταν γι' αυτόν ένα αιώνιο αγκάθι που συνέχεια τον κέντριζε να σκέφτεται με ποιο τρόπο θα μπορούσε πια να παρασταίνει τον μεγάλο κύριο. Τότε ο δρόμος του τον οδήγησε μια μέρα στους κύκλους της πορνείας όπου και παρέμεινε. Επειδή όμως για κάτι τέτοια χρειάζονται και χρήματα και η αλαζονεία του δεν του επέτρεπε να ζητήσει χρήματα από τον πατέρα του, κατέληξε να κατασκοπεύει την ευκαιρία να του τα κλέψει. Αυτές οι κλοπές δεν τον στενοχωρούσαν καθόλου. Απεναντίας, όπως έλεγε, τον έκαναν να αισθάνεται σα μεγάλος άντρας που είχε πάρει στη διάθεσή του το ταμείο του πατέρα του. Αυτή η κατάσταση συνεχίστηκε, ώσπου κάποτε στο σχολείο βρέθηκε απειλούμενος από μια σοβαρή αποτυχία. Μια τέτοια αποτυχία θα ήταν γι' αυτόν η απόδειξη της ανικανότητάς του και γι' αυτό δε θα επέτρεπε με κανένα τρόπο να συμβεί. Τότε έκαναν την εμφάνισή τους τα ακόλουθα φαινόμενα: ξαφνικά παρουσιάστηκαν τύψεις που τον πίεζαν τόσο πολύ, ώστε έγιναν μεγάλο εμπόδιο για τις σπουδές του. Μ' αυτό τον τρόπο η κατάσταση γι' αυτόν καλυτέρεψε. Γιατί σε περίπτωση αποτυχίας είχε για τον εαυτό του και για τους άλλους τη δικαιολογία ότι βασανίστηκε τόσο πολύ από τις τύψεις του, που ο καθένας στη θέση του επίσης θα αποτύχαινε. Επίσης τον εμπόδιζε στις σπουδές του μια φοβερή αφηρημάδα, η οποία τον ανάγκαζε συνεχώς να σκέφτεται άλλα πράγματα. Έτσι κυλούσε όλη η μέρα, νύχτωνε και πήγαινε κουρασμένος να κοιμηθεί με την πεποίθηση ότι ήθελε να μελετήσει, ενώ στην πραγματικότητα δεν είχε νοιαστεί καθόλου για τα μαθήματά του. Επίσης ό,τι ακολούθησε, τον βοήθησε να παίζει τον ρόλο του. Έπρεπε να σηκώνεται νωρίς το πρωί και αυτό είχε σαν αποτέλεσμα να νυστάζει όλη μέρα και να μην μπορεί να συγκεντρώσει την προσοχή του. Από έναν τέτοιο άνθρωπο, σκεφτόταν, δεν μπορεί κανείς να έχει την απαίτηση να συναγωνιστεί την τόσο δραστήρια και ικανή αδερφή. Δεν έφταιγε η ανικανότητά του, αλλά τα μοιραία περιστατικά που τον ακολούθησαν, η μεταμέλεια και οι τύψεις που δεν τον άφηναν να ησυχάσει. Μ' αυτό τον τρόπο ήταν καλά εξοπλισμένος για όλα τα ενδεχόμενα, προφυλαγμένος απ' όλες τις πλευρές, ώστε δεν μπορούσε να του συμβεί τίποτε. Σε περίπτωση αποτυχίας είχε ελαφρυντικά και σε κανέναν δεν επιτρεπόταν να ισχυριστεί ότι ήταν ανίκανος. Αν όμως πετύχαινε, αυτό θα ήταν μια απόδειξη της ικανότητάς του, την οποία δεν ήθελαν οι άλλοι να του αναγνωρίσουν.
Σε τέτοια πηδήματα ξεστρατίζει τον άνθρωπο η ματαιοδοξία. Βλέπουμε σ' αυτή την περίπτωση πώς ο άνθρωπος μπορεί να τραβήξει τόσο μακριά, να μπει στον κίνδυνο, να περιπέσει στον ξεπεσμό, για να αποφύγει την αποκάλυψη μιας υποθετικής και όχι πραγματικής ανικανότητας. Τέτοιες περιπλοκές και παραστρατήματα φέρνουν στη ζωή του ανθρώπου η φιλοδοξία και η ματαιοδοξία. Του αφαιρούν τη φυσικότητά του και σκοτώνουν τις αληθινές ανθρώπινες απολαύσεις, τη χαρά της ζωής και την ευτυχία. Αν δούμε από πιο κοντά, θα ανακαλύψουμε ότι δεν πρόκειται παρά για χυδαία πλάνη.
Πηγή: Alfred Adler - Ανθρωπογνωσία, Μετάφραση: Σταύρος Καμπουρίδης, Εκδόσεις Ηλία Μανιατέα, Αθήνα
Πηγή: Alfred Adler - Ανθρωπογνωσία, Μετάφραση: Σταύρος Καμπουρίδης, Εκδόσεις Ηλία Μανιατέα, Αθήνα