Θέματα φιλοσοφικά, επιστημονικά, κοινωνικά, ψυχολογικά, για τον άνθρωπο. Νευροεπιστήμες, εγκέφαλος,συνείδηση και νοημοσύνη. Νίκος Λυγερός.

Όλες οι ανθρώπινες έννοιες είναι προβολές του ανθρώπινου πνεύματος γι'αυτό σε τελική ανάλυση πολλές φορές είναι απατηλές. Δεν βλέπουμε την πραγματικότητα , την αντιλαμβανόμαστε (όπως νομίζουμε εμείς πως είναι). Ο,τι βλέπουμε είναι μια ερμηνεία της πραγματικότητας, που βασίζεται σε υποκειμενικά, ελαττωματικά ή προκατειλημμένα παραδείγματα. Αυτό έχει επιπτώσεις όχι μόνο στο πώς καταλαβαίνουμε τον κόσμο, αλλά και πώς καταλαβαίνουμε τους ανθρώπους... Όταν κάποτε ρώτησαν τον Ηράκλειτο πώς γνωρίζει όσα γνωρίζει απάντησε: «ερεύνησα τον εαυτό μου». Όμως δεν αρκεί μόνο η αυτογνωσία, χρειάζεται και η εμπάθεια... O Σωκράτης, μέσω της μεθόδου διαλόγου που είχε αναπτύξει, εκμαίευε (εξ ου και Μαιευτική Μέθοδος) από τον συνομιλητή του την αλήθεια/γνώση που είχε μέσα του αλλά δεν γνώριζε. Ο άνθρωπος δε μπορει να αναζητά αυτό που δε γνωρίζει γιατί τότε δεν ξέρει τί να αναζητήσει αλλά ούτε αυτό που γνωρίζει μπορεί να αναζητά γιατί το ξέρει ήδη. Ο άνθρωπος τίποτε νέο δε μαθαίνει, παρά μόνο παίρνει συνείδηση των όσων ήδη γνωρίζει. Η γνώση (μάθηση) είναι ανάμνηση (ενθύμιση) , υπάρχει λοιπόν η ανάμνηση μέσα μας...

Ο Στωικισμός ως Ιδεώδες Βίου

Ο Στωικισμός ως Ιδεώδες Βίου - Ευτυχία, Δυστυχία, Φιλοσοφία, Στωικοί, Σοφιστές, Ψυχή, Λόγος, Αρετή, Αυτογνωσία, Συνείδηση
Εμφανίζει πολλά κοινά η εποχή μας με την εποχή της παλαιότερης Στοάς, δηλ. με τον 3ο και 2° αώνα π.Χ., περισσότερο όμως ακόμη με τους χρόνους της μέσης και της νεότερης Στοάς πού εκτείνονται ως τον 2ο μ. Χ. αιώνα.

Σε αυτήν την περίοδο — σχεδόν· Πέντε αιώνων — παρουσιάζονται τα τυπικά φαινόμενα των μεταβατικών εποχών. Ανατρέπεται η ιεραρχία των αξιών, πού είχε αποκρυσταλλωθεί στους κλασσικούς αιώνες και αλλάζουν οι μορφές της πολιτικής ζωής. Τα στενά πολιτικά και πολιτειακά σχήματα — οι πόλεις — που ήταν η βάση της ιστορικής...
ζωής του ελληνικού κλασσικού κόσμου έξασθενοϋν και τις αντικαθιστούν τα αχανή κράτη των Μακεδόνων και των Ρωμαίων. Είναι ένα φαινόμενο ανάλογο με αυτό πού βλέπομε σήμερα, οπότε, μέσα σε ένα κόσμο με κλυδωνιζόμενες κοινωνικές και ηθικές αξίες, τις μικρότερες εθνικές μονάδες τείνουν να αντικαταστήσουν μεγάλες πολιτικές ενώσεις, που έχουν την έκταση της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας. Είναι φυσικό γι’ αυτό οι δύο αυτές εποχές να παρουσιάζουν κοινά προβλήματα. Είναι φυσικό να παρουσιάζονται και σήμερα όμοια κενά με εκείνα που γνώρισε τότε ο άνθρωπος και όμοιες αναζητήσεις για την πλήρωση αυτών των κενών.

Επειδή στα κοινά αυτά προβλήματα της εποχής εκείνης και της δικής μας οι Στωικοί έδωσαν λύσεις πού διατηρούν και στους δικούς μας καιρούς όλο το κύρος τους, παίρνω σήμερα το θάρρος να σας απασχολήσω όσο μπορώ πιο σύντομα με ορισμένες πλευρές τής κοσμοθεωρίας των.

*
Ιστορική Αναδρομή

Αλλά πριν, θα σας παρακαλέσω να προσπαθήσετε να μεταφερθείτε με την φαντασία σας στην αρχαία Αγορά, γύρω στο 290 περίπου π.Χ. Στέκεσθε σε μια στοά που εκτείνεται παράλληλα προς τη γραμμή του ‘Ηλεκτρικού Σιδηροδρόμου και κοιτάζετε προς την Ακρόπολη. Μπροστά σας είναι τα κυριότερα κτίσματα τής Αγοράς. Δεξιά είναι ή Στοά του Ελευθερίου Διός, είναι το Βουλευτήριο, το Μητρώον, η Θόλος. Πιο κοντά σας είναι ό Βωμός των Δώδεκα Θεών. Δεν βλέπετε τη Στοά των Γιγάντων ούτε τη Στοά του Αττάλου, που χτίσθηκε 150 χρόνια αργότερα περίπου.

Αν στρέψετε το βλέμμα πίσω σας, προς τους τοίχους της Στοάς, θα δείτε θαυμάσιους ζωγραφικούς πίνακες. Ο ένας παρουσιάζει την Ιλίου Πέρσιν, ένας άλλος μιαν Αμαζονομαχία, και ένας τρίτος πίνακας παρουσιάζει τη μάχη του Μαραθώνα. Είναι έργα ενός μεγάλου ζωγράφου της κλασσικής εποχής, του Πολυγνώτου του Θασίου που τα ζωγράφισε μαζί με τον Μύκωνα τον Αθηναίο και άλλους. Αργότερα, κάποιος Ρωμαίος ανθύπατος τάς σανίδας άφείλετο αΐς έγκατέθετο την τέχνην ό έκ Θάσου Πολύγνωτος. Τις πήρε και χάθηκαν. Ξέρομε, όμως, από τον Παυσανία τι παρίσταναν.

Σε αυτή, λοιπόν, τη Στοά φαντασθήτε, γύρω από το 290 π.Χ., τον φιλόσοφο Ζήνωνα να κάθεται σε κάποια γωνιά να σεργιανίζει με τη συντροφιά του, τέσσερες - πέντε ανθρώπους (Πάνω - κάτω τόσοι θα ήταν τότε οι μαθηταί που παρακολουθούσαν τον δάσκαλο) —και σταθήτε κι’ εσείς κοντά του.

Λέει ο Σουΐδας κάπου, ότι ο Ζήνων ονομάσθηκε Στωικός διά τό έν τη Στοα τη έν Αθήναΐς δίδαξαΐ αύτόν, ητις πρωην μεν Πεισιανάκτειος, ύστερον δέ ζωγραφηθεΤσα Ποικίλη έκλήθη. Γιατί αύτή ή Στοά όπου σας πήγα με τη φαντασία, είναι η γνωστή ως Ποικίλη Στοά.

Είμαστε στο 290 π.Χ. Εμπρός μας σφύζει η ζωή της πόλεως των Αθηνών. Εδώ γίνονται όλες οι εμπορικές, οι οικονομικές, οι. πολιτικές συζητήσεις. Είναι τόπος διαβάσεως, τόπος συγκεντρώσεως, τόπος συναντήσεως. Ό,τι βλέπανε κατά το 290 π.Χ. οι Αθηναίοι, που περιπατούσαν επάνω κάτω στην κιονοστοιχία τής Στοάς αυτής, ήταν σχεδόν τα ίδια που έβλεπε 120 χρόνια πριν ο Σωκράτης και οι μαθηταί του. Τα δια κτίσματα, η ίδια κίνηση, η ίδια λειτουργία τής ζωής. Το πολύ -· πολύ ανάμεσα στα πλήθη των Αθηναίων να έβλεπε κανείς και μερικούς ένοπλους Μακεδόνες. Εν τούτοις, παρ’ όλην αυτήν την εξωτερική ομοιότητα, στό βάθος όλα αυτά τα πράγματα ήταν τελείως διαφορετικά. Είχαν χάσει ένα μέρος από την ουσία τους· και όσο ο χρόνος προχωρούσε τόσο την έχαναν περισσότερο. Η αρχαία πόλη ήταν πια ένας ετοιμοθάνατος και σε λίγα χρόνια θα ήταν ένας νεκρός.

Όταν ζούσε ακόμη η πόλη, όλοι οι πολίτες της είχαν έναν βαθύτατο δεσμό με τη ζωή της πολιτείας. Όλοι αυτοί, που ήταν εκεί στην Αγορά, στο Βουλευτήριο, στη Θόλο λίγο πιο κει στη Πνύκα, είχαν τις ίδιες κατά το πλείστον πεποιθήσεις και αντιλήψεις, είχαν τις ίδιες θρησκευτικές παραδόσεις, είχαν κοινές πολιτικές και κοινωνικές επιδιώξεις. Ήταν ένας κόσμος κλειστός, σφαιρικός, άκεραιωμένος. Τώρα, αυτός ό κόσμος, όλες οι καθιερωμένες αξίες που τον σχημάτιζαν, οι ρυθμιστικοί κανόνες ζωής που τον στήριζαν έχουν κλονισθεί. Για όλα εκφράζονται αμφιβολίες. Υπήρχαν, βεβαίως και τότε ακόμη ναοί. Και Θεοί υπήρχαν ακόμη. Αλλά οι Θεοί αυτοί ήταν πλέον άδεια σχεδόν κελύφη μέσα στα οποία δεν υπήρχε καμιά ουσία. Υπήρχε και η Πνύξ και οι ρήτορες υπήρχαν. Αλλά δεν υπήρχε πια η πραγματική κυριαρχία της Αθηναϊκής Πολιτείας. Την είχε υποκαταστήσει η μακρινή βασιλική εξουσία των Μακεδόνων και, αργότερα, η εξουσία των Ρωμαίων.

Την εποχή εκείνη, στον 3ο καί τον 2ον αίώνα, από τη μια μεριά είχαμε το άτομο, με όλα του τα πνευματικά καί ηθικά ερείσματα κλονισμένα, και από την άλλη μεριά είχαμε το απρόσωπο, το αχανές κράτος των Μακεδόνων ή των Ρωμαίων, που δεν είχε πια κανένα ζωντανό δεσμό με το άτομο. Γι’ αυτό τους συνειδητούς ανθρώπους της εποχής εκείνης κατείχεν ένα αίσθημα τραγικής μοναξιάς, ένα αίσθημα κενού και αγωνίας. Όλα όσα πριν ήταν δεδομένα, όλες οι λύσεις, που τις θεωρούσε κανείς ασφαλείς ως εκείνη την ώρα, είχαν γίνει προβλήματα. Καί γι’ αυτό είχε ανάγκη να βρει ο άνθρωπος της εποχής εκείνης νέες απαντήσεις στα ερωτήματά του, νέα ερείσματα, νέες τοποθετήσεις. Καί το έργο αυτό οι μόνοι πού ήταν δυνατόν να το αναλάβουν ήταν οι φιλόσοφοι.

Ανάμεσα σε όλους τους φιλοσόφους, που ανέλαβαν αυτό το έργο, οι Στωικοί είναι κείνοι που έδωσαν, ίσως, την σημαντικότερη και την υψηλότερη τότε απάντηση· μιαν απάντηση που σε πολλά σημεία ετοίμασε τις περαιτέρω εξελίξεις, μιαν απάντηση που επηρέασε τον Χριστιανισμό και όλη την μετέπειτα σκέψη έως τα σήμερα.

*

Αλλά, ποιοι ήταν αυτοί οι Στωικοί; Δεν ήταν πια πολίτες αθηναίοι· δεν ήταν ούτε καν πολίτες της ηπειρωτικής Ελλάδος. Έρχονται από τις παρυφές του Ελληνισμού ή και πιο πέρα ακόμη. Ήταν επήλυδες, μέτοικοι, με πολύ χαλαρό δεσμό προς την πόλη. Αυτοί πού επέπρωτο να δώσουν απάντηση στα προβλήματα της εποχής εκείνης, έπρεπε να ήταν και οι περισσότερο λυτρωμένοι από το δεσμό με την πόλη, ώστε να είναι πιο εύκολη η προσαρμογή στο νέο κόσμο, όπου το άστυ είχε σχεδόν εκλείψει. Ο Ζήνων, o ιδρυτής τής Στωικής Σχολής, που έζησε κατά πάσαν πιθανότητα μεταξύ τού 340 και 265 π.Χ., κατάγεται από το Κίτιο της Κύπρου, πόλσμα έλληνικόν φοίνικας έποίκους έσχηκός. Ο διάδοχός του ο Κλεάνθης είναι από την Ασσό της Τρωάδας τής Μικράς Ασίας. Ο Χρύσιππος, ο σημαντικότερος ίσως μαζί με τον Ζήνωνα φιλόσοφος της Στωικής Σχολής, κατάγεται από την Ταρσό της Κιλικίας, από κει απ’ όπου κατάγεται και ο Απόστολος Παύλος. Η Στωική Σχολή συνεχίζεται βέβαια, ως μέση και νεότερη Στωική Σχολή, μέχρι και της δεύτερης Περίπου εκατονταετηρίδας. Συνεχίζεται όμως περισσότερο σαν παράδοση νοοτροπίας και ήθους, και λιγότερο σαν συνέχεια συστηματικής φιλοσοφικής έρευνας. Η Στωική φιλοσοφία είχε την καλή τύχη ένα μέρος της διδασκαλίας της να ταιριάζει με την ψυχολογία των Ρωμαίων· γι’ αυτό άλλωστε και στη Ρώμη είχε τις τελευταίες της μεγάλες αναλαμπές. Πολλούς σημαίνοντες Ρωμαίους έχομε πού συνδέονται με τη Στωική παράδοση. Είναι εκείνοι χάρις στους οποίους σήμερα γνωρίζομε κατά το μάλλον και ήττον, τι γράψαν και τι δίδαξαν οι Στωικοί. Διότι, δυστυχώς, από τα έργα των πρώτων Στωικών, των μεγάλων, κανένα δεν σώθηκε. Έχομε μόνο μερικά θρύψαλα, σε μεταγενέστερες συλλογές, ενώ έχομε πάρα πολλά λατινικά κείμενα που αναφέρονται στη στωική φιλοσοφία. Οι Ρωμαίοι στωικοί οι πιο σημαντικοί, είναι στον 1ο μ.Χ. αιώνα ο Σενέκας, ο δάσκαλος τού Νέρωνα, και ο Επίκτητος και τελευταίος στον 2ο αιώνα μ.Χ. ο Μάρκος Αυρήλιος. Είναι χαρακτηριστικό ότι η Στωική Σχολή τελειώνει με δύο πρόσωπα, με έναν απελεύθερο δούλο, τον Επίκτητο και με έναν Αυτοκράτορα, τον Μάρκο Αυρήλιο, τον μεγαλύτερο, ίσως, και σημαντικότερο αυτοκράτορα τής Ρώμης. Πάντως όμως, όλοι αυτοί οι τελευταίοι, της μέσης και της νεότερης Στοάς, δεν προσθέτουν τίποτε στη συστηματική διδασκαλία της αρχαίας Στωικής Σχολής. Είναι μάλλον ήθικοφιλόσοφοι, moralistes όπως τους ονομάσανε αργότερα. Η καθ’ αυτό στωική φιλοσοφία είναι γέννημα και θρέμμα της ελληνικής σκέψης και συνδέεται άρρηκτα με την ελληνική παράδοση. Διότι, και αν ακόμη οι φορείς αυτής της παράδοσης δεν ήταν όλοι τέκνα τής Ελλάδας, μετείχαν όμως, κατά τον λόγο του Ισοκράτη, της ελληνικής Παιδείας και του ελληνικού ήθους.

*

Για να βρουν λύση στα προβλήματά τους οι Στωικοί ήταν φυσικό να στραφούν στο παρελθόν. Οι φιλοσοφικές θεωρίες, παρ’ όλες τις αντιθέσεις που παρουσιάζουν αποτελούν έναν ατέρμονο διάλογο, μίαν αδιάπτωτη συνέχεια. Από κορυφή σε κορυφή μιλούν πάντοτε σι μεγάλοι, o ένας προς τον άλλον και κανείς δεν προχωρεί χωρίς να είναι διαποτισμένος από ό,τι o άλλος δίδαξε. Εκείνοι που φιλοσοφούν γνωρίζοντας ένα μόνο φιλόσοφο, και αγνοώντας τον ατελεύτητο τούτο διάλογο διά μέσου των αιώνων, δεν έχουν ποτέ γνωρίσει τη φιλοσοφία.

Οι Στωικοί είναι και αυτοί κληρονόμοι τής μεγάλης ελληνικής παράδοσης, αυτής που αρχίζει με τον Σωκράτη, ακριβέστερα με τον Πλατωνικό Σωκράτη, γύρω από τον οποίο υπάρχουν, καθώς ξέρουν οι φιλόλογοι, πολλές αμφισβητήσεις. Εν συνεχεία αντλούν πάρα πολλά από τους κυνικούς. Μπορούν μάλιστα να θεωρηθούν οι Στωικοί σαν εξελιγμένοι επίγονοι των κυνικών φιλοσόφων. Τους Κυνικούς πιστεύω να τους ξέρουν οι περισσότεροι από το Διογένη με το φανάρι του. Αλλά ο σπουδαιότερος μεταξύ των είναι ο Αντισθένης, ο φίλος του Σωκράτη. Κυνικοί ονομάζονται, όχι γιατί ζούσαν σαν σκυλιά όπως κάποτε λέγεται, αλλ’ απλώς γιατί συγκεντρώνονταν στο Γυμνάσιο του Κυνοσάργους, όπου άλλοι ονομάσθηκαν Στωικοί γιατί συγκεντρώνονταν στην Ποικίλη Στοά, και άλλοι οπαδοί της Ακαδημίας γιατί φοιτούσαν στον κήπο του Ακαδήμου.

*
Σωκράτης και Σοφιστές

Από το Σωκράτη αντλούν οι Στωικοί τη βασική τους αρχή, την πρωταρχία του λόγου. Τι σημαίνει αυτό; Στην αρχαία φιλοσοφία, αλλά μπορεί να πει κανείς και στη φιλοσοφία γενικά, υπάρχουν δύο βασικά ρεύματα — (αυτές βεβαίως οι διακρίσεις πρέπει να παίρνονται πάντα cum grano salis, πάντως όμως είναι πραγματικές) — υπάρχουν δύο βασικά ρεύματα· το ένα ρεύμα το εκφράζουν στην αρχαία φιλοσοφία οι Σοφιστές και το άλλο ο Σωκράτης. Οι Σοφιστές υποστηρίζουν ότι η γνώση του ανθρώπου περιέχεται στις αντιλήψεις του και ότι οι αντιλήψεις σχηματίζονται μόνον από τις αισθήσεις. Επειδή, όμως οι αντιλήψεις των ανθρώπων είναι υποκειμενικές — κάθε άνθρωπος έχει τις δικές του — γι’ αυτό και η γνώση είναι υποκειμενική· γι’ αυτό δεν υπάρχει καθολικού κύρους γνώση, γι’ αυτό όλα είναι σχετικά στη γνώση. Επειδή δε η γνώση είναι σχετική, γι’ αυτό και όταν πρόκειται να κρίνομε ή να αποφασίσομε μια πράξη, τα στοιχεία πού έχομε για να την κρίνομε είναι πάλι οι αντιλήψεις, είναι δηλ. κάτι σχετικό. Δεν υπάρχουν απόλυτα κριτήρια ορθού και μη ορθού στην πράξη, όπως δεν υπάρχουν απόλυτα κριτήρια αληθούς και μη αληθούς στη Θεωρία.

Ο Πλατωνικός Σωκράτης, ο Σωκράτης του Θεαιτήτου για νάμαι ακόμη πιο συγκεκριμένος, αντιστρατεύεται σε αυτή τη θέση των Σοφιστών, σε αυτόν τον απόλυτο σκεπτικισμό και δέχεται πως η πηγή της γνώσης και επομένως και της πράξης βρίσκεται στην έννοια και όχι στην αντίληψη. Αλλά η έννοια δεν σχηματίζεται μόνον απ’ τις αισθήσεις και τις αντιλήψεις· σχηματίζεται κυρίως από τη λογική σκέψη· από το λόγο. Επειδή όμως, ό λόγος είναι κοινός σε κάθε άνθρωπο, παρέπεται ότι η γνώση μπορεί να μην είναι σχετική, αλλά καθολικού κύρους· ότι μπορεί να έχομε, επομένως, αντικειμενική γνώση, άρα επιστημονική γνώση, αντίθετα με όσα λένε οι Σοφιστές.

Δέν αγνοούν τις κατ’ αίσθησιν αντιλήψεις ο Σωκράτης ή ο Πλάτων ή ο Αριστοτέλης. Αλλά τις καθυποβάλλουν στην πειθαρχία του λόγου. Τις ελέγχουν δια του λόγου· τις συνθέτουν δια του λόγου. Έτσι και η γνώση και η πράξη, ενώ ξεκινούν από την αίσθηση, χάρις στην επεξεργασία που υφίσταται από το λόγο αυτό που μας δίνει η αίσθηση, μεταβάλλονται τελικώς σε προϊόν του λόγου. Επομένως η έννοια έχει αντικειμενικό γνωστικό κύρος. Από αυτήν λοιπόν τη βάση ξεκινώντας έχομε, κατά την σωκρατική θεωρία γνώση αντικειμενική, γνώση επιστημονική, που θεμελιώνεται στο λόγο.

Αυτή η αντίθεση, που απλούστευσα, όσο ήταν δυνατόν — διότι έχει πολλές εσωτερικές αποχρώσεις που βέβαια δεν ανέφερα, — αυτή η αντίθεση, μεταξύ Σωκράτους και Σοφιστών, περνά δια μέσου όλης της φιλοσοφίας.

Στην αντίθεσιν αυτήν οι Στωικοί πήραν αμέσως θέση και ακολουθούν τη μεγάλη σωκρατική παράδοση. Θεωρούν και αυτοί ότι ο λόγος είναι πηγή της γνώσης και πηγή της πράξης. Και αυτή η μεγάλη παράδοση που ασπάζονται και οι Στωικοί είναι, κατά τη δική μου ταπεινή γνώμη, το βασικό γνώρισμα και τής αρχαίας ελληνικής φιλοσοφίας, στις κυριότερές της εκδηλώσεις και της αρχαίας ελληνικής επιστήμης και της αρχαίας ελληνικής τέχνης, της λεγόμενης κλασσικής, τέχνης· είναι, γενικά, το γνώρισμα του αρχαίου ελληνικού πολιτισμού. Ύστερα από τις αξίες που προσφέρει η Ασία και ο σημιτικός κόσμος στον πολιτισμό, οι Έλληνες είναι εκείνοι που πρώτοι προσφέρουν το μέγα αγαθό του λόγου, θεμελιώνοντας τη ζωή της σκέψης δηλ. της επιστήμης και τη ζωή της πράξης δηλ. της πολιτείας επί του λόγου. Από αυτή τη βάση ξεκινά και η στωική φιλοσοφία. Δέχονται και οι Στωικοί αυτό που ονόμασα πρωταρχία του λόγου.

*

Συνείδηση -  Λόγος - Ειμαρμένη

Αλλά δεν στάθηκαν εκεί, στο σημείο που στάθηκε ο Σωκράτης και ο Πλάτων. Προχώρησαν ακόμη πιο πέρα. Αν το έκαναν σωστά ή όχι δεν το εξετάζω εδώ. Πάντως το βέβαιον είναι ότι έδωσαν στην έννοια του λόγου μιαν ανάπτυξη κα μιαν ευρύτητα πού δεν την είχε ούτε στον Πλάτωνα, Ούτε στον Αριστοτέλη. Τής έδωσαν μια καθολικότητα που πρώτη φορά γνωρίζει.

Ο Λόγος των Στωικών δεν είναι μόνον η αρχή της σκέψης και της πράξης του ανθρώπου. Ενυπάρχει παντού. Διά της ύλης διαθε'ιν τον τοΰ παντός Λόγον. Διατρέχει διά μέσου όλης τής ύλης ό λόγος. Όπου υπάρχει ύλη την διαπερνά ο Λόγος. Και επειδή για τους Στωικούς, θέμα που δεν θα μας απασχολήσει σήμερα εδώ, το παν είναι σωματικό, το παν είναι αισθητό, όταν μας λένε ότι ο λόγος διατρέχει δια μέσου όλης της ύλης, είναι σαν να λένε ότι ο Λόγος διατρέχει το σύμπαν.

Η σχέση όμως αυτή Λόγου κα Σύμπαντος έχει δύο όψεις. Η πρώτη όψη είναι ότι ο Λόγος είναι νόμος που ρυθμίζει τη ζωή του σύμπαντος. Θα μπορούσα να τον παραβάλω κατά την όψη του αύτή, με την απόλυτη, την άτεγκτη αιτιότητα, όπως την είχε αναγνωρίσει η σύγχρονη επιστήμη έως την ώρα που παρενεβλήθη η ατομική επιστήμη, στα πλαίσια της οποίας η αιτιότητα υπέστη και υφίσταται μια δοκιμασία από την οποίαν εάν θα βγει τρωτή ή όχι δεν το γνωρίζομε ακόμη.

Σύμφωνα λοιπόν με την άποψην αυτή, ό λόγος καθορίζει τά μέν γεγονότα ώς γέγονε, τά δε γινόμενα ώς γίνεται, τά δέ γενησόμενα ώς γενήσεται Τα πάντα τα προσδιορίζει ο λόγος. Είναι ένας απόλυτος νόμος που ρυθμίζει την κίνηση των αστέρων, την κίνηση της ανόργανης αλλά και της ενόργανης φύσεως. Και γι’ αυτό οι Στωικοί ονομάζουν τον λόγο και Ειμαρμένη. Είναι η Μοίρα, το fatum, αίτία ανίκητος καί ακώλυτος καί άπρεπος. Τα πάντα προσδιορίζει αυτός o νόμος. Όλα γίνονται σύμφωνα με αυτόν το νόμο.

Αλλά δεν είναι μόνον αυτό ο λόγος των Στωικών. Δεν είναι δηλαδή μόνον η νομοτέλεια του σύμπαντος, ο νόμος της αιτιότητας που αναγκαστικά συνδέει τα φαινόμενα. Δεν είναι μόνον ο νόμος της αναγκαιότητας που τα προσδιορίζει όλα. Είναι μαζί και η δύναμη που τα κινεί, πηγή ζωής δημιουργική και γι’ αυτό οι Στωικοί τον ονομάζουν και σπερματικόν λόγον. Ώσπερ έν τρ γονρ τό σπέρμα περιέχεται, οΰτω καί τόν σπερματικόν λόγον οντα του κόσμου. Είναι το σπέρμα που δημιουργεί ολόκληρο τον κόσμο και ολόκληρη τη ζωή. Ο Λόγος ως σπέρμα γονιμοποιεί την απο/ον ΰλην, την ύλη που δεν έχει καμία ποιότητα, κανένα χαρακτήρα. Έτσι γεννιέται η ζωή και ο κόσμος. Αλλά ο σπερματικός αυτός λόγος δεν γονιμοποιεί μόνον τα αντικείμενα που έχομε γύρω μας, αλλά γονιμοποιεί τον νου, και την ψυχή του ανθρώπου. Είναι δηλαδή ο Λόγος δημιουργός, γονιμοποιός και του υποκειμενικού κόσμου όπως και του κόσμου των αντικειμένων. Με άλλους λόγους γονιμοποιεί το παν· και τη σκέψη και εκείνο που σκέπτεται η σκέψη.

Γι’ αυτό και ο λόγος των Στωικών ταυτίζεται με το Θείον, με το Θεό. Δία φησίν τόν άπαντα διοικοΰντα λόγον. Ο Ζευς είναι τα πάντα διοικών Λόγος. Και αυτό μας θυμίζει το Ευαγγέλιο του Ιωάννου καί ό λόγος ήν πρός τόν Θεόν καί Θεός ήν ό λόγος. Ρητή είναι η ταύτιση Θεού και Λόγου από τους Στωικούς, του Θεού της νοήσεως και του Θεού του Σύμπαντος.

Έτσι, λοιπόν, ό λόγος των Στωικών υπάρχει παντού όπου υπάρχει φύση, παντού όπου υπάρχει ζωή, παντού όπου υπάρχει συνείδηση. Γι’ αύτό και μερικοί σχολιαστές και ερμηνευτές των Στωικών υποστηρίζουνε ότι ό λόγος των Στωικών ταυτίζεται με το Θεό του πανθεϊσμού. Δεν συμμερίζομαι αυτήν τη σκέψη. Το dues sive natura του Σπινόζα είναι κάτι διαφορετικό από αυτό πού πρεσβεύουν οι Στωικοί. Δεν θα μπω, βεβαίως, στην ανάλυση αυτών των διακρίσεων. Πάντως, όμως, ασχέτως αυτού του συμπεράσματος, αν θέλομε να δούμε τα πράγματα από στωικής σκοπιάς, πρέπει το σύμπαν αυτό, το ζωντανό, το ένθεο να το συλλάβομε σαν μια ζωντανή οργανική ενότητα, σαν ένα μεγάλον οργανισμό, που περιλαμβάνει το παν, σαν ένα ζωντανό οργανισμό που και ζωή του και ρυθμός του είναι ο Λόγος.

*

Στοιχεία αυτού του οργανισμού είναι, μαζί με όλα τα άλλα, και οι άνθρωποι. Ανάγκη λοιπόν να δούμε πώς εντάσσεται ειδικότερα ο άνθρωπος μέσα σε αυτόν τον τεράστιον οργανισμό, πώς κινείται μέσα σε αυτόν.

Όλη ή φύση κινείται με νόμους που καθιδρύει ο Λόγος και που αποτελούν το περιεχόμενο, την ουσία αλλά και την έκφραση του Λόγου. Ειδικότερα στα έμψυχα ο Λόγος εκφράζεται ως ένστικτο αυτοσυντηρήσεως, λένε ώ Στωικοί. Το ένστικτο αυτό είναι ο λόγος των όντων, η λογική τους αν θέλετε. Για να αυτοσυντηρηθεί κανείς πρέπει να συμμορφωθεί προς τους νόμους της φύσεως, δηλαδή προς τους νόμους του Λόγου, αφού ολόκληρη η φύση είναι διαποτισμένη από τους νόμους τού Λόγου. Αλλά ό,τι ισχύει για κάθε ζώο, ισχύει βέβαια και για τον άνθρωπο. Και αυτός πρέπει να ζει κατά τους νόμους της φύσεως, που είναι νόμοι του Λόγου. 7φ λογ/κφ ζώψ ή αύτή πραξς κατά φύσ/ν έστί και κατά λόγον λέει ο Μάρκος Αυρήλιος. Εφ’ όσον, όμως, ενεργεί ο άνθρωπος κατά φύσιν και επομένως κατά λόγον, δηλαδή σύμφωνα με το λόγο που είναι και Θεός, ορθώς ενεργεί. Εφ’ όσον όλα γίνονται σύμφωνα με το λόγο, που ταυτίζεται με το Θεό, όλα καλώς γίνονται· παν τό συμβαΐνον δικαίως συμβαίνει, όλα όσα γίνονται στον κόσμο, αφού όλα γίνονται κατά λόγον, δικαίως συμβαίνουν.

Αλλά ενώ όλα έχουν καλώς και όλα δικαίως συμβαίνουν, ενώ όλα τα άλογα όντα, δεν μπορούν να κάνουν τίποτε άλλο παρά να υποκύψουν στην ειμαρμένη, σε αυτόν τον λόγο τον αμείλικτο, τον ανίκητο, όπως λέει ο Στωικός, ξαφνικά παρουσιάζεται μία εξαίρεση σε αυτόν τον κανόνα, η συνείδηση του ανθρώπου. Αυτή είναι ελεύθερη. Ελεύθερη να πράττει κατά λόγον, αλλά να πράττει και παρά λόγον. Να συμμορφώνεται προς τη φύση, αλλά και να αντιστρατεύεται στη φύση. Η καθολική αναγκαιότητα την οποίαν παραδέχονται απόλυτα ο Στωικοί, δεν καταλύει κατ’ αυτούς την εσωτερική ελευθερία του ανθρώπου. Ο άνθρωπος μπορεί να διαλέξει τι θα πράξει.

Τώρα πώς αυτά τα δύο συμβιβάζονται, αυτό είναι αδύνατον να αναλυθεί εδώ, γιατί προϋποθέτει μια μακρότερη ανάπτυξη. Είναι μια αντίφαση που προσπάθησαν μεν να την λύσουν οι Στωικοί, αλλά που πιστεύω ότι δεν την έλυσαν και ακόμη πιστεύω ότι μέσα στο πλαίσιο της Στωικής φιλοσοφίας δεν μπορεί να λυθεί. Ίσως να αίρεται μέσα στο πλαίσιο άλλων φιλοσοφικών συστημάτων. Εν πάση περιπτώσει κατά τους Στωικούς ο λόγος, ενώ μέσα στο σύμπαν εμφανίζεται, ως φυσική αναγκαιότητα, όπως εμφανίζεται σήμερα σε όλες τις φυσικές επιστήμες ο νόμος της αιτιότητας, μέσα στη συνείδηση του ανθρώπου δεν εμφανίζεται ως φυσική αναγκαιότητα, αλλά ως ηθική αναγκαιότητα. Αλλά τι σημαίνει ήθική αναγκαιότητα; Σημαίνει ότι εμφανίζεται ως μια επιταγή που μπορεί και πρέπει να ακολουθήσει η συνείδηση, αλλά που αν θέλει, μπορεί και να μην ακολουθήσει. Η ανάγκη γίνεται δέον. Εκείνο που είναι αναγκαίο να γίνει για όλα τα όντα, για τη συνείδηση του ανθρώπου απλώς πρέπει να γίνει. Ο νόμος της αναγκαιότητας μεταβάλλεται σε ήθική επιταγή.

Βεβαίως θα έπρεπε η συνείδηση να συμμορφώνεται πάντοτε προς ό,τι είναι κατά φύσιν και κατά λόγον. Ολόκληρη η φιλοσοφία της Στοάς με αυτό κυρίως ασχολείται και αυτό ακριβώς προσπαθεί· να πείσει τους ανθρώπους να συμμορφώσουν όλη τους τη ζωή σύμφωνα με το λόγο και σύμφωνα με τη φύση.

Πώς μπορεί όμως ο άνθρωπος να ενεργεί κατά φύσιν; Ποια δύναμη είναι εκείνη που του δίνει τη δυνατότητα να συμμορφωθεί ή να αντισταθεί στην ειμαρμένη; Αυτή τη δύναμη τη βρίσκουν οι Στωικοί στην ψυχή του ανθρώπου και την ονομάζουν το ηγεμονικόν. Είναι η ηγεμονεύουσα δύναμη της ψυχής. Το ήγεμονικόν μπορεί να είναι δύναμη καλού όταν συμμορφώνεται με το λόγο, αλλά και δύναμη κακού όταν απειθή σ’ αυτόν. Είναι το τραγικό προνόμιο του ανθρώπου να μπορεί να κάνη το κακό. Ενώ, λένε οι Στωικοί, το κακό δεν μπορούν να το κάνουν ούτε τα άλογα όντα, ούτε οι Θεοί, γιατί και αυτοί μόνο Κατά λόγον ενεργούν, ο άνθρωπος έχει μόνος το τραγικό προνόμιο να αποφασίζει περί του τι θα πράξει, να είναι πάντα πηγή ενεργείας και ποτέ ενεργούμενο και γι’ αυτό να είναι και πάντα υπεύθυνος για τις πράξεις του. Μόνφ τφ λογικφ ζώφ δέδοται το έπεσθαι έκουσίως τοΐς γινομένοις.

*

Πάθη - Ευτυχία - Δυστυχία

Τα αίτια που μποροϋν να επηρεάσουν το ηγεμονικόν του ανθρώπου ώστε να μη συμμορφωθεί προς το λόγο, και τη φύση, τα ονομάζουν οι Στωικοί πάθη. Πάθος, όρμή έκφερομένη άπειθής λόγφ, μια ορμή που έρχεται σε αντίθεση με τις υπαγορεύσεις του λόγου. Είναι μια ορμή που πηγάζει από τις αισθήσεις, που υπερβαίνει το μέτρο και τη δύναμη αντιστάσεως που μπορεί να έχει το ηγεμονικόν απέναντι των επηρεασμών αύτών.

Ο Ζήνων ονομάζει τέσσερες κατηγορίες παθών: Τα πάθη που προέρχονται από την ηδονή, δηλ. τα πάθη που γεννιώνται από κάτι καλό που κατέχομε και θέλομε να διατηρήσομε. Τα πάθη τα εκ της επιθυμίας· αυτά είναι πάθη που γεννιώνται από κάτι καλό που δεν κατέχομε, αλλά που επιδιώκομε να επιτύχομε, που το επιθυμούμε. Τρίτα είναι τα πάθη τα εκ της λύπης, δηλ. τα πάθη που γεννιώνται από κάποιο κακό παρόν που υφιστάμεθα και τελευταία τα πάθη τα εκ του φόβου· αυτά που γεννιώνται από κάποιο κακό που δεν είναι παρόν, αλλά που το περιμένομε να έλθει και το φοβόμαστε.

Πάθη είναι και οι πνευματικότερες συγκινήσεις, οι πιο εξευγενισμένες επιθυμίες, οι πιο λεπτές αισθητικές απολαύσεις, σωματικές ή ψυχικές. Όλα αυτά είναι πάθη για τους Στωικούς. Το ίδιο ισχύει και για τις λύπες και τους φόβους. Πάθη όσο ο σωματικός πόνος είναι και οι λύπες που προέρχονται από ψυχικές αγωνίες.

Τα πάθη μπορούν να κυριαρχήσουν την ψυχή και να την αποτάξουν, να την κάνουν να ενεργήσει παρά λόγον. Αλλά η ζωή είναι λόγος, θείος λόγος και, επομένως, όλα αυτά τα πάθη, που μας κάνουν να απειθούμε στον λόγο, είναι κακά και οδηγούν τελικά στη δυστυχία. Γιατί όμως;

Όλα αυτά που ονομάσαμε πάθη εξαρτώνται από αντικείμενα που είναι έξω από μας, που μπορεί κάθε στιγμή να τα χάσομε, ενώ τα επιθυμούμε, ή να τα υποστούμε, ενώ δεν τα θέλομε. Όλα αυτά δεν τα ορίζομε· Τα ορίζουν άλλοι και η τύχη· έτσι κάθε στιγμή μπορεί ή να τα χάσομε ή να τα υποστούμε και τότε είμαστε δυστυχείς. Και το ότι είμαστε δυστυχείς, αυτό είναι το λιγότερο· καταστρέφεται συγχρόνως και η εσωτερική ισορροπία και αρμονία της ψυχής μας, χαλάει η ευπρέπεια του οίκου, μας. Αλλά και κάτι χειρότερο ακόμη συμβαίνει· όταν αγωνιζόμαστε να διατηρήσομε αυτά τα οποία ποθούμε, να απαλλαγούμε από ό,τι μας πονεί, ερχόμαστε σε αντίθεση με τη φυσική πορεία των πραγμάτων. Πάμε να χαλάσομε πια, όχι του οίκου μας την ευπρέπεια, αλλά την ευταξία του σύμπαντος. Πάμε να παραβιάσομε αυτό που είναι να γίνει κατά φύσιν και κατά λόγον.

Αποτέλεσμα λοιπόν των παθών είναι πάντοτε η δυστυχία, η αποσύνθεση της ψυχής κι η σύγκρουση με τους ένθεους νόμους τής ζωής.

Θα παραθέσω τρεις περικοπές που θα σας κάνουν να καταλάβετε καλλίτερα από κάθε &άλλη ανάπτυξη αυτή την τοποθέτηση. Η πρώτη είναι του Μάρκου Αυρηλίου που αναφέρεται κυρίως στο αγαθό της ζωής, το μεγαλύτερο αγαθό που κι’ αυτό δεν πρέπει να μας πειράζει αν το χάσομε, γιατί δεν μας ανήκει· δεν εξαρτάται από μας. Λέει ο Μάρκος Αυρήλιος Να πράττεις, να μιλάς και να σκέπτεσαι σαν να επρόκειτο εκείνη ακριβώς την ώρα να φύγεις από τη ζωή. Και το να φύγεις από τους ανθρώπους, αν υπάρχουν θεοί, δεν είναι κακό, γιατί αυτό δεν μπορούν να σε ρίξουν σε κακό. Και αν Θεοί δεν υπάρχουν ή δεν τους ενδιαφέρουν τα ανθρώπινα, τότε τι σε νοιάζει να ζεις σε ένα κόσμον άδειον από Θεούς και από Θεία Πρόνοια... Ο Θάνατος και η ζωή, η δόξα και η αδοξία, ο πόνος και η ηδονή, ο πλούτος και η πενία, όλα αυτά λαχαίνουν εξ ίσου και στους καλούς και στους κακούς, διότι δεν είναι ούτε καλά ούτε αισχρά. Δεν είναι επομένως ούτε αγαθά που πρέπει να επιδιώξομε, ούτε το αντίθετο. Και λέει, ακόμη, ο Μάρκος Αυρήλιος σε άλλη περικοπή Στη ζωή του ανθρώπου ο χρόνος είναι μια στιγμή, η ουσία ρευστή, η αίσθηση αμυδρή, η σύσταση του σώματος πρόσφορη στην σήψη, η ψυχή ένας στρόβιλος, η τύχη αινιγματική, η φήμη άκριτη. Με μια λέξη όλα τα του σώματος είναι ένας ποταμός και τα της ψυχής όνειρο και αχλύς. Η ζωή είναι πόλεμος και διαμονή σε ξένο τόπο, και η υστεροφημία δεν είναι παρά λήθη. Τι μπορεί λοιπόν να μας οδηγήσει; Ένα και μόνο, η φιλοσοφία. Και αυτή έγκειται σε τούτο: να διατηρείς τον εσωτερικό σου ένθεο κόσμο ανύβριστο και. άθικτο, ανώτερον από ήδονές κα πόνους, να μην κάνεις τίποτε επιπόλαια, να μην ψεύδεσαι, να μην προσποιείσαι, να μη χρειάζεσαι ο άλλος να κάνει ή να μη κάνει για σένα τούτο ή εκείνο. Όσα σου λαχαίνουν, όσα συμβαίνουν να τα δέχεσαι σαν να έρχονται από εκεί από όπου έρχεσαι και εσύ και προπαντός να περιμένεις το θάνατο με καλή διάθεση, γιατί δεν είναι παρά η διάλυση των στοιχείων από τα οποία κάθε ζώο συντίθεται. Εάν δε δεν είναι τρομερή η αδιάκοπη μεταβολή του καθενός στοιχείου χωριστά σε ένα άλλο, γιατί να μας κακοφαίνεται η μεταβολή και η διάλυση του όλου; Διότι αυτά είναι σύμφωνα με τη φύση. Και τίποτε το κατά φύσιν δεν είναι κακό. Και ο Επίκτητος, ο δούλος, μας λέει Μηδέποτε έπϊ ούδενός είπης ότι άπώλεσα αύτό- άλλ' ότι άπέδωκα. Το παιδίον άπέθανε; Απεδόδη. Ή γυνή άπέθανε; Απεδόθη. Το χωρίον άφηρέθη; Ούκοΰν καί τοΰτο άπεδόθη. Αλλά κακός ό άφελόμενος. Τί δέ σοί μέλει, διά τίνος σέ ό δους άπήτησε; Μέχρι δ'αν δίδω, ώς άλλοτρίου αύτοΰ έπιμελοΰς ώς του πανδοχείου οί παριόντες Τα γεγονότα πού ματαιώνουν τις επιθυμίες μας, καταστρέφουν τις απολαύσεις μας και μας προκαλούν λύπη ή φόβο, κακώς τα χαρακτηρίζομε ως κακά. Είναι φυσικά· και εφ’ όσον είναι φυσικά, δικαίως συμβαίνουν. Τι, λοιπόν, είναι κακό και συνακόλουθα παρά φύσιν; Οι αντιδράσεις που έχομε έναντι αυτών των γεγονότων, οι αντιλήψεις μας περί αυτών των γεγονότων. Τα πράγματα έχουν καλώς. Οι γνώμες μας περί των πραγμάτων έχουν κακώς. Και λέγει ο Επίκτητος Ταράσσει τους άνθρώπους ού τά πράγματα, άλλά τά περί των πραγμάτων δόγματα. Μας ταράσσει η αδικία στη ζωή, μας ταράσσει ο θάνατος, γιατί τελούμε υπό την πλάνη ότι αποστερούμεθα κάποιου καλού εξ αιτίας των και, συνεπώς, ότι αυτά είναι κακά. Όταν απαλλαγούμε από τις πλάνες αυτές, από τα δόγματα αυτά, τις εσφαλμένες αντιλήψεις που μας ταράσσουν, τότε τα πάθη δεν μπορούν να κατισχύσουν πλέον του λόγου. Τότε, γινόμαστε ισχυρότεροι από τα πάθη και γινόμαστε ελεύθεροι. Ξεπερνούμε τα πάθη και ανεβαίνομε στην περιοχή όπου πρέπει να ζει ο ανώτερος άνθρωπος, στην περιοχή τής απαθείας.

Όταν φθάσομε σ’ αυτή την περιοχή της απαθείας τότε το ηγεμονικό γίνεται πράγματι ηγεμονικό. Γίνεται φορέας του Λόγου, κυβερνάται από τον Λόγο, ταυτίζεται απολύτως με το Λόγο και η ψυχή γίνεται τότε, ακατανίκητη· γίνεται δύναμη ζωής. Διά τοΰτο άκρόπολ/ς έοτίν ή έλευθέρα παθων διάνοια. Ούδέν γάρ όχυρώτερον έχει άνθρωπος. (Μαρκ. Αυρήλιος 8,48).

Αλλ’ όποιος φθάσει σ’ αυτή τήν διάνοια τήν έλευθέρα παθων, αυτός έχει και αρετή. Γιατί ενάρετος είναι εκείνος που ξέρει να αντιστέκεται στα πάθη του, που ξέρει επομένως τι είναι κατά λόγον και τι παρά λόγον, πού έχει γνώση το τι είναι κατά λόγον ορθό, δηλαδή ό σοφός.

Και για τους Στωικούς, όπως και για όλους τους αρχαίους Έλληνες, η αρετή είναι κυρίως θέμα γνώσεως γι’ αυτό άλλωστε είναι και διδακτή.

Αλλά βέβαια όχι γνώσεως των θεμάτων που αφορούν τη φυσική επιστήμη, αλλά των ηθικών προβλημάτων της ζωής. Όταν τα ξέρει κανείς αυτά, τότε μόνο μπορεί να έχει και αρετή. Τότε μόνο η ζωή του, διεπόμενη από τον λόγο συνεχώς, έχει εσωτερική συνέπεια· ομολογεί συνεχώς με τον λόγο και, τότε, μόνον, ο άνθρωπος ζει ομολογουμένως, όπως λένε οι Στωικοί. Γιατί αυτό είναι το βασικό ρητό των Στωικών: Ομολογουμένως ζην. Το δίδαξε πρώτος ο Ζήνων και πρόσθεσε βραδύτερα ο Χρύσιππος στο ζην όμολογουμένωςτο κατά φύσιν αλλά τα δύο ρητά το ζην όμολογουμένως και το ζην όμολογουμένως κατά φύσιν είναι ταυτόσημα. Αυτό είναι αρετή. Είναι το μόνο αγαθό που αναγνωρίζουν οι Στωικοί. Αρνούνται ότι μπορεί να υπάρξει άλλο αγαθό έξω από την αρετή. Όλα τα άλλα, είναι κακά ή είναι αδιάφορα.

Στην παλαιότερη φιλοσοφία, στους μεγάλους μας φιλοσόφους, τον Πλάτωνα και τον Αριστοτέλη το αγαθόν είναι κάτι αντικειμενικό, κάτι που βρίσκεται έξω από εμάς και το επιδιώκομε. Για τους Στωικούς το αγαθό βρίσκεται κλεισμένο μέσα στη συνείδηση του ανθρώπου, είναι υποκειμενικό. Αρκεί το υποκείμενο, το εγώ — και όταν λέμε εγώ δεν εννοούμε το σώμα μας, αλλά μόνο το νοητό εγώ μας·— αρκεί λοιπόν να είναι ελεύθερο το εγώ αυτό και όλα τα άλλα δεν χρειάζονται. Ολόκληρος ο εξωτερικός κόσμος ο αντικειμενικός δεν είναι αγαθό, δεν περιέχει αγαθά. Όλα αυτά είναι έξω από μας, είναι αδιάφορα. Αδιάφορο είναι κάθε τι που προκαλεί πάθος. Αδιάφορη είναι επομένως και η ηδονή.

Ακριβώς πολεμώντας τους επικουρίους, που ήταν σύγχρονοι με τους παλαιούς Στωικούς, αφιερώνουν οι τελευταίοι πολλές σκέψεις για να αποδείξουν το κακό της ηδονής. Ο Σενέκας μάλιστα έφθασε κάπου να την ονομάζει res infamis, αισχρόν πράγμα. Τούτο βέβαια δεν το δέχονται όλοι. Είναι μία ακραία έκφραση της στωικής σκέψης. Οι περισσότεροι Στωικοί δέχονται την ηδονή, αλλά όχι σαν σκοπό. Λένε ότι δεν μπορεί να επιδιώξεις ούτε και επιτρέπεται να επιδιώξεις την ηδονή σαν σκοπό. Η ηδονή είναι επιγέννημα, είναι ενδεχόμενο παρακολούθημα της κατ’ αρετήν ζωής, δηλ. κάτι που τυχαία υπάρχει ή δεν υπάρχει. Έπ./γεννήματα είναι τήν τε χαράν τήν εύφροσύνη καί τά παραπλήσια, επιγεννήματα, Τα οποία πρέπει να είμαστε πάντοτε έτοιμοι να τα στερηθούμε, χωρίς καμίαν αντίδραση.

Αλλά αφού η αρετή είναι το μόνο αγαθό, τό κατ' αρετήν ζην είναι κα η μόνη λύση, ο μόνος δυνατός σκοπός του ανθρώπου, γιατί έτσι. μόνο φθάνομε να πραγματοποιήσομε τον προορισμό μας, δηλ. να ταυτίσομε τον αυτό μας με τη νομοτέλεια της ζωής, με το κατά φύσιν, το κατά λόγον ζην. Φθάνομε σε έναν ταυτισμό με τον καθολικό λόγο. Και εκείνη τη στιγμή που ταυτίζεται η συνείδηση με το Λόγο, κατορθώνει να έχει και τη μόνη ηδονή που επιτρέπεται να έχει ο άνθρωπος και που πια δεν ονομάζεται ηδονή αλλά ευδαιμονία. Είναι η μόνη ηδονή που δέχεται η στωική φιλοσοφία, αυτή που πηγάζει από τον ταυτισμό με το Λόγο, επομένως με την αρετή. Και γι’ αυτό λέγει — ορίζοντας την ευδαιμονία — ο στωικός φιλόσοφος: Εύδαιμονία είναι ή άρετή της ψυχης · τίποτε άλλο. Ευδαιμονία είναι η ευλογιστία, η φρόνηση, η περίσκεψη λέει αλλού. Ή φρόνησίς ούχ έτερον έοτίν της εύδαψονίας άλλά εύδαιμονία. Κατά τούς Στωικούς τίποτε άλλο δεν χρειάζεται για να φθάσομε την ευδαιμονία παρά μόνον αρετή. Ενώ ό ‘Αριστοτέλης μιλούσε και περί τύχης αγαθής που χρειάζεται, καθώς και ο Πλάτων, οι στωικοί δεν δέχονται κανένα συμβιβασμό. Λένε ότι δεν χρειάζεται τίποτε απ’ έξω. Μόνο γνώση του λόγου και αποδοχή των επιταγών του λόγου. Αυτάρκη είναι την άρετήν πρός εύδαμονίαν. Είναι αυτάρκης η αρετή, γι’ αυτό είναι και το μοναδικό αγαθό και όλα τα άλλα είναι αδιάφορα.

Βεβαίως κάνουν και μία διάκριση μεταξύ των αδιάφορων. Από τα αδιάφορα, άλλα μεν βοηθούν στην προαγωγή της αρετής και άλλα δεν βοηθούν. Αυτά που βοηθούν είναι τα λεγόμενα προηγμένα αγαθά, τα οποία θεωρούνται σαν δεύτερης ποιότητας αγαθά, εν αντιθέσει προς τα αποπροηγμένα αγαθά που δεν προάγουν το σκοπό της αρετής. Αλλά και τα προηγμένα αγαθά δεν πρέπει να τα επιδιώκει κανείς, παρά ως μέσα για έναν απώτερο σκοπό, που πάντα είναι ένας και μόνος, η αρετή. Εφ’ όσον η αρετή είναι ο μόνος σκοπός και η μόνη ευδαιμονία, όλη ή ζωή του ανθρώπου συνοψίζεται σε ένα καθήκον, να ζει κατ’ αρετήν. Μόνον ως εκπλήρωση ενός καθήκοντος αντιλαμβάνεται ο Στωικός ολόκληρη τη ζωή.

Η εκπλήρωση αυτή θέλει ο στωικός να είναι ενσυνείδητη. Δεν αρκεί να κάνεις το κατά λόγον το κατά φύσιν ορθόν· πρέπει να έχεις επίγνωση αυτού, πρέπει να υπάρχει η συγκατάθεση του ηγεμονικού προς την πράξη της αρετής. Κάτι ανάλογο λέγει και ο Παύλος με άλλα λόγια. Ό δέ δίακρίνόμενος, έάν (ραγή, κατακέκριται, ότι ούκ έκ πίστεως. Παν δέ ούκ έκ πίστεως, αμαρτία έοτίν.

Βεβαίως, οι Στωικοί δεν φθάνουν έως εκεί. Παραδέχονται ως κάτι σχετικώς καλό και την εξωτερική συμμόρφωση, την απλή εκτέλεση του καθήκοντος. Αλλά όταν τούτο επιτελείται ενσυνείδητα, από εσωτερική διάθεση, τότε ονομάζουν την ενέργεια του πράττοντος για να την εξάρουν, κατόρθωμα. Των δέ καθηκόντων τά μέν είναι φαςίν τέλεια, α δή καί κατορθώματα λέγεσθαι.

*
Αλλά ποιοί συμμορφώνονται προς τις αρχές αυτές, προς αυτήν τη σκληρήν ηθική, που προσπάθησα να σκιαγραφήσω; Αυτούς οι Στωικοί τους αποκαλούν σπουδαίους. Οι σπουδαίοι ή οι σοφοί είναι οι άνθρωποι που ζουν εντελώς ελεύθεροι από πάθη, κατά λόγον και κατά φύσιν. Είναι ένας ιδανικός τύπος ανθρώπου. Είναι οι ελάχιστοι οι ξεχωριστοί, οι άλλοι όλοι είναι φαύλοι και μεταξύ των δύο αυτών υπάρχει χάσμα. Δύο γένη των άνθρώπων, τό μέν των σπουδαίων, τό δέ των φαύλων. Ο διαχωρισμός είναι απόλυτος. Δεν δέχεται o Στωικός κλιμακώσεις ανάμεσα στα δύο αυτά γένη. Βέβαια o σπουδαίος φθάνει να είναι μια ιδανική μορφή πέραν από την πραγματικότητα, αλλά μια ιδανική μορφή που μας καθοδηγεί. Συχνά αναφέρουν οι Στωικοί μερικά ονόματα, όπως του Σωκράτη και του Αντισθένη, ως παραδείγματα σπουδαίων ανθρώπων. Σπουδαίος είναι εκείνος που ταυτίζει τον εαυτό του ολόκληρο και ολόκληρη τη ζωή του προς το λόγο, και έχει έτσι ήθος στωικό. Διότι το ήθος, Κατά τους στωικούς, είναι ή πηγή του βίου, άφ' ής αί κατά μέρος πράξεις ρέουσι. Καί τό ήθος στηρίζεται στο λόγο. Ανένδοτος γάρ καί άήττητος ή ψυχή ην όρθός λόγος δόγμασιν παγίοις ένεύρωσεν, (δηλ. τής έδωσε νεύρο).

Ο λόγος όμως είναι αντίθετος με τα πάθη, με όλα αυτά τα πάθη που ανέφερα και επιτάσσει την απάθεια, δηλ. την απόσταση από όσα δημιουργούν πάθη. Αλλά ποια είναι εκείνα που δημιουργούν πάθη; Προπαντός η ανάμιξη του ανθρώπου στην πραγματική ζωή, η δοσοληψία του με τους άλλους ανθρώπους. Η δράση, όπως λέμε απλά, αυτή δημιουργεί μοιραία δεσμούς, συμφέροντα, αντιθέσεις. Γι’ αυτό η Στοά δεν βρίσκει πως ιδεατή μορφή βίου είναι η δημιουργική δράση, ούτε βρίσκει ότι υπάρχει σ’ αυτήν θέση για τον σπουδαίο. Τη λύση η Στοά τη βρίσκει στην ψυχική απόσταση απ’ την πραγματική ζωή, από τη δράση.

Η απόσταση είναι το αρνητικό στοιχείο. Το θετικό στοιχείο είναι η στροφή προς τα μέσα μας. Η καλλιέργεια του εαυτού μας είναι το έργο του σπουδαίου. Ένδον βλέπε. Ένδον ή πηγή τοΰ άγαθοΰ καί άεϊ άναβλύειν δυναμένη, έάν άεϊ σκάπτεις. Αυτό βέβαια δεν σημαίνει ότι για τους Στωικούς ο &άνθρωπος πρέπει να είναι ακοινώνητος ή μισάνθρωπος. Όχι. Πρέπει να κάνει το καθήκον του μέσα στην πολιτεία προς τους συνανθρώπους του. Να δίνει τα του Καίσαρος τω Καίσαρι, αλλά προ παντός να δίνει τα του Θεού τω Θεώ. Να στρέφεται προ παντός προς τα μέσα του για να φθάσει στην απάθεια και χάριν αυτού του σκοπού πρέπει να σταθεί σε απόσταση από τα πράγματα, όσο μπορεί.

Στο σημείο αυτό, μεταξύ των στωικών βρίσκομε ποικίλες αποχρώσεις αντιλήψεων. Μερικοί Στωικοί υποστηρίζουν αυτήν την απόσταση με μεγαλύτερο πάθος, κατά τρόπο πιο απόλυτο, και άλλοι την υποστηρίζουν με έναν τρόπο πιο σχετικό. Πάντως, η κρατούσα άποψη είναι ότι πρέπει να υπάρχει μεταξύ του σπουδαίου και όλων των εγκοσμίων πραγμάτων όσο το δυνατόν μεγαλυτέρα απόσταση. Ενάρετος επομένως δεν είναι για τους Στωικούς εκείνος κυρίως που, γεμάτος από ενθουσιασμούς και ορμές και καλές διαθέσεις, ρίχνεται στους αγώνες τους πολιτειακούς ή τους κοινωνικούς. Ενάρετος είναι εκείνος κυρίως πού έχει πνίξει μέσα του όλους τούς ενθουσιασμούς και τις ορμές και τα πάθη και εκτελεί το καθήκον του κυριαρχημένος από την ψυχρή και καθαρή σκέψη. Αλλά, πρώτα από όλα, που εκτελεί το καθήκον του απέναντι του λόγου, δηλαδή απέναντι του Θεού, και στρέφεται προς τα μέσα και φροντίζει να είναι η ψυχή του σύμφωνη με το Λόγο.

Βεβαίως εμφανίζεται το μέγα ηθικό δίλημμα μεταξύ δράσεως και αναχωρήσεως, που ποιός συνειδητός άνθρωπος δεν το έχει ζήσει; Σκεφθείτε όμως τους Στωικούς που έζησαν σε μια εποχή καταπτώσεως, όταν η αδυναμία της δημιουργικής προσφοράς, τουλάχιστον στην πολιτική ζωή, ήταν σχεδόν απόλυτη και κάθε σχετική προσπάθεια μάταιη. Τι άλλο μπορούσαν να κάνουν τότε για να διαφυλάξουν την ψυχή τους, την προσωπικότητά τους, παρά να αποσυνδεθούν απ’ όλους τους εξωτερικούς δεσμούς; Έτσι τουλάχιστον δεν είχαν οι ίδιοι καμιάν αδυναμία. Διέσωζαν τον εαυτό τους. Δεν προσπαθούσαν βέβαια να σώσουν το κόσμο ή να τον διορθώσουν· αλλά δεν το προσπαθούσαν γιατί ήταν μάταιη προσπάθεια.

Αντιθέτως ο Πλάτων, που στέκει στο όριο όπου μόλις άρχιζε το ηλιοβασίλεμα του ελληνικού πολιτισμού επιχειρεί τρεις φορές, εγκαταλείποντας το θεωρητικό βίο, να αναμορφώσει ορισμένες πολιτείες της Σικελίας.

Οι Στωικοί δεν μπορούσαν να κάνουν τίποτε παρόμοιο, γι’ αυτό γύρισαν προς τον εαυτό τους. Πήραν το δρόμο της μοναξιάς. Αποφάσισαν την αναχώρηση από τη ζωή. Είναι αναχωρητές. Και αυτή η αναχώρηση, τουλάχιστον, τούς σώζει από όλα τα κακά, που δημιουργεί ο συνωστισμός από τον κίνδυνο κυρίως να αφομοιωθούν με το κακό περιβάλλον. Άριστος δέ τρόπος τοΰ άμύνεσθαι τό μή έξομιοΰσθε. Αυτή είναι η μόνη λύση. Είχαν επομένως οι Στωικοί εκείνο που αργότερα διετύπωσε ο Νίτσε das Pathos der Distanz, το πάθος της άποστάσεως. Διαμορφώνουν τον τύπο του απομονωμένου ανθρώπου, του άναχωρητή, του μοναχικού, του μοναχού, αλλά χωρίς την χριστιανική ταπεινοφροσύνη. Αντιθέτως μάλιστα τους Στωικούς διακρίνει ένα στοιχείο υπερηφάνειας, ένα στοιχείο σκληρό, δωρικό και, κάποτε, ένα στοιχείο υπεροψίας, για το οποίο συχνά τους κατηγόρησαν.

*

Οι Στωικοί είναι οι αριστοκράτες της αρετής. Δέχονται ως κλήρο τους ό,τι είναι έργο και κτήμα των ολίγων. Αυτοί οι ολίγοι έχουν μεταξύ τους το κοινό, ότι ταυτίσθηκαν κατά κάποιο μέτρο με το Λόγο. Γι’ αυτό μεταξύ των αναπτύσσονται βαθύτατοι δεσμοί φιλίας. Εκτός του Αριστοτέλη, ελάχιστοι άλλοι ύμνησαν τη φιλία, την προσωπική φιλία, όσο την ύμνησαν οι Στωικοί. Φιλίαν έν μόνο/ς τοΐς σπουδαίος είναι διά τήν ομοιότητα. Λέει Κάπου και o Κικέρων solus sapiens amicus est.

Μεταξύ σπουδαίων αναπτύσσονται βαθιοί φιλικοί δεσμοί. Αλλά πέραν αυτού κατά τους Στωικούς όλοι οι σπουδαίοι, όλοι οι ενάρετοι έχουν μεταξύ τους δεσμό, έστω και αν δεν γνωρίζονται. Ο Κικέρων πάλι λέει stoici consent autem sapientes sapientibus etiam ignotis esse amicos.

Αλλά και πέρα από αυτή τη κοινωνία όλων των σπουδαίων υπάρχει ένας ακόμη ευρύτερος σύνδεσμος όλων των ελλόγων όντων, όλων των ανθρώπων. Συγγενές παν τό λογικόν. Αυτοί αποτελούν μια μεγάλη πολιτεία. Ο άνθρωπος τής Στοάς είναι κοσμοπολίτης. Η άνθρωπότης πήρε πια γι’ αυτόν τη θέση της πόλεως. Συμπολίτης του δεν είναι πια μόνο ο Αθηναίος, είναι πας άνθρωπος 0 κόσμος ώσανεί πόλις.

H θεωρία αυτή είχε κιόλας διατυπωθεί από τους κυνικούς που έλεγαν ότι μόνην όρθήν πολιτείαν είναι τήν έν κόσμο. Αλλά τώρα αυτή η θεωρία συνέπιπτε με την πολιτειακήν ενότητα του κόσμου· είχε γίνει ζωή. Γι’ αυτό η Στωική φιλοσοφία ταυτίζεται τόσο πολύ με τη ρωμαϊκή ζωή. Γι’ αυτό επηρέασε τόσο πολύ τις νομικές αντιλήψεις των Ρωμαίων και γι’ αυτό επηρεάζει ως τώρα ακόμη τη σκέψη των νομικών. Ήμέν γάρ μεγαλόπολις οδε ό κόσμος έστϊ και μ/gχρηται πολιτεία και νόμφ ένΐ. Ένας νόμος, ένα πολίτευμα υπάρχει σε ολόκληρη αυτή την πολιτεία. Και μια που ο κόσμος αυτός είναι μια ενότητα, πρέπει να υπάρχει μια κοινή νομοθεσία, ένα κοινό δίκαιο, το κατά φύσιν και κατά λόγον δίκαιο, το περίφημο φυσικό δίκαιο, το οποίον υποτίθεται ότι διέπει τις σχέσεις των ανθρώπων, παντού και πάντοτε, και θεμελιώνει ακόμη σήμερα και το διεθνές δίκαιο και γενικά κάθε έννομη τάξη. Στην κοσμοπολιτεία ανήκουν όλοι οι άνθρωποι χωρίς διακρίσεις. Οι Στωικοί αρνούνται τη διάκριση ελλήνων και βαρβάρων που ακόμη και ο Πλάτων και ο Αριστοτέλης παραδέχονται. Αρνούνται τη σχέση ελευθέρων και δούλων. Δεν υπάρχουν δούλοι, γιατί αυτά δεν είναι κατά φύσιν, δεν είναι κατά λόγον. Όλα τα έλλογα όντα, εφ’ όσον είναι έλλογα, εφ’ όσον μετέχουν του λόγου, είναι όλα πολίτες αυτής της μεγάλης κοσμοπολιτείας. Ακόμη και οι Θεοί μετέχουν αυτής, γιατί και αυτοί είναι έλλογοι. Ό κόσμος οίονε'ι πόλις έστϊν έκ Θεών και ανθρώπων συνεστώσα. Όταν δε λέγουν Θεούς, δεν εννοούν τον Δία, τον ένα Θεό· εννοούν όλους τους άλλους της ελληνικής μυθολογίας θεούς, ημίθεους και δαίμονες.

Αλλά πέρα από αυτή την κοινότητα, υπάρχει ακόμη μια ευρύτερη κοινωνία. Μια κοινωνία λόγου, στην οποία μετέχουν όχι μόνον τα έλλογα όντα, αλλά όλα τα όντα· τα πάντα. Διότι όλα είναι γεννήματα του λόγου· όλα ενώνονται στο λόγο· διότι υπάρχει όλων η ενότης εν λόγω, άρα ενότης εν Θεώ των πάντων. Και την μεν ενότητα των ανθρώπων εν Θεώ την διδάσκει και ο Χριστιανισμός, εδώ όμως έχομε κάτι ίσως ακόμη ευρύτερο, την ηθική ενότητα του Σύμπαντος. Είναι μία σύλληψη τεραστίας εκτάσεως. σε τόπους που δεν είδε ποτέ ο ουρανός. Και σε αυτήν την αίρεση των Στωικών αποδίδει το ήθος και την αρετή των καλύτερων Αυτοκρατόρων της Ρώμης.

Βεβαίως, οι Στωικοί προβάλλουν τεράστιες αξιώσεις στον άνθρωπο. Του ζητούν να μην επιδιώξει ποτέ, να αγνοήσει την απόλαυση εν ζωή. Του επιβάλλουν και του επιτάσσουν να μη σκεφθεί ποτέ ότι υπάρχει θέμα ανταμοιβής, είτε σ’ αυτόν τον κόσμο, είτε σε άλλον. Του επιβάλλουν ακόμη να εκπληρώσει το χρέος του απέναντι των άλλων ανθρώπων, αλλά συγχρόνως να μη δημιουργεί σχέσεις εξαρτήσεως με αυτούς. Να είναι κοντά στον συνάνθρωπο χωρίς να έχει δεσμούς μαζί τον. Να είναι έτοιμος να χάση κάθε τι, γιατί αυτό είναι το κατά φύσιν και γενικά να πράττει το ορθόν μόνον εν όνόματι του λόγου, εν ονόματι δηλ. του ηθικού νόμου. Μπορεί να πει κανείς ότι με αυτήν τη θεωρία φθάνει η πρωταρχία του λόγου, στην ηθική τουλάχιστον φιλοσοφία, το κορύφωμά της. Η Στωική φιλοσοφία έρχεται σε αντίθεση με κάθε συναισθηματικό στοιχείο. Αγνοεί την Χριστινικήν αγάπη, ως πηγή ή ως μορφή αρετής. Είναι αντίθετη με την ουσία το Χριστιανισμού. Τόσον αντίθετη, ώστε κάθε φορά πού έτυχε, σπανίως δε, να ασχοληθούν οι τελευταίοι Στωικοί φιλόσοφοι με τον Χριστιανισμό, με κάποιαν αντιπάθεια τον αντίκρισαν. Είναι χαρακτηριστικό να κείμενο του Μάρκου Αυρηλίου στο οποίον επαινεί την ψυχή που είναι κάθε στιγμή έτοιμη να χωρισθεί από το σώμα: Αυτή όμως η ετοιμότης της ψυχής — λέει — πρέπει να προέρχεται από μία προσωπική στόχαση και όχι από απλό πνεύμα παρατάξεως, όπως συμβαίνει στους Χριστιανούς. Να προέρχεται απ ’ τη λογική, να γίνεται με σεμνότητα και, αν θέλετε να σας πιστέψουν, χωρίς θεατρινισμούς. Δεν συμμερίζομαι βεβαίως την άποψη, αλλά αναφέρω αυτό το κείμενο για να σας δείξω πώς αντιλαμβανόταν ένας μεγάλος στοχαστής, ο Μάρκος Αυρήλιος, την ορμή των Χριστιανών της εποχής του να πεθαίνουν για την πίστη τους· την αντιλαμβανόταν σαν συλλογικό πάθος. Δεν Πήγαινε στην ψυχολογία του κάτι που του φαινόταν σαν ομαδική ψύχωση δηλ. σαν κάτι ανελεύθερο. Αυτός ήθελε μια στάση πιο σιωπηλή, πιο υπερήφανη, χωρίς θόρυβο χωρίς θεατρινισμούς. Ατραγώδως είναι η λέξις που μεταφράζω, χωρίς θεατρινισμούς. Βεβαίως αυτό δεν σημαίνει ότι αργότερα δεν επηρέασε σοβαρά η Στωική σκέψη τον Χριστιανισμό. Από την πρώτη φράση του Ευαγγελίου του Ιωάννου το βλέπετε άλλωστε. Αλλά στην ουσία η στωική φιλοσοφία έχει ερείσματα τόσο λογοκρατούμενα, ώστε να είναι κατά την ουσία της απολύτως αντίθετη με την θρησκεία της αγάπης.

*

Αυτή είναι πολύ σχηματικά διατυπωμένη η τοποθέτηση του ανθρώπου κατά τους Στωικούς. Ο Montesquieu κρίνοντας τούς Στωικούς λέγει για αυτούς την εξής ωραία φράση: Φαίνεται πως η ανθρώπινη φύση έκανε μια προσπάθεια να παραγάγει μόνη της αυτή την θαυμάσια φιλοσοφικήν αίρεση που έμοιαζε με εκείνα τα φυτά που η γη γεννάει σε τόπους που δεν είδε ποτέ ο ουρανός. Και σε αυτήν την αίρεση των Στωικών αποδίδει το ήθος και την αρετή των καλύτερων Αυτοκρατόρων της Ρώμης. Βεβαίως, οι Στωικοί προβάλλουν τεράστιες αξιώσεις στον άνθρωπο. Του ζητούν να μην επιδιώξει ποτέ, να αγνοήσει την απόλαυση εν ζωή. Του επιβάλλουν και του επιτάσσουν να μη σκεφθεί ποτέ ότι υπάρχει θέμα ανταμοιβής, είτε σ’ αυτόν τον κόσμο, είτε σε άλλον. Του επιβάλλουν ακόμη να εκπληρώσει το χρέος του απέναντι των άλλων ανθρώπων, αλλά συγχρόνως να μη δημιουργεί σχέσεις εξαρτήσεως με αυτούς. Να είναι κοντά στον συνάνθρωπο χωρίς να έχει δεσμούς μαζί τον. Να είναι έτοιμος να χάση κάθε τι, γιατί αυτό είναι το κατά φύσιν και γενικά να πράττει το ορθόν μόνον εν όνόματι του λόγου, εν ονόματι δηλ. του ηθικού νόμου. Μπορεί να πει κανείς ότι με αυτήν τη θεωρία φθάνει η πρωταρχία του λόγου, στην ηθική τουλάχιστον φιλοσοφία, το κορύφωμά της. Η Στωική φιλοσοφία έρχεται σε αντίθεση με κάθε συναισθηματικό στοιχείο. Αγνοεί την Χριστινικήν αγάπη, ως πηγή ή ως μορφή αρετής. Είναι αντίθετη με την ουσία το Χριστιανισμού. Τόσον αντίθετη, ώστε κάθε φορά πού έτυχε, σπανίως δε, να ασχοληθούν οι τελευταίοι Στωικοί φιλόσοφοι με τον Χριστιανισμό, με κάποιαν αντιπάθεια τον αντίκρισαν. Είναι χαρακτηριστικό να κείμενο του Μάρκου Αυρηλίου στο οποίον επαινεί την ψυχή που είναι κάθε στιγμή έτοιμη να χωρισθεί από το σώμα: Αυτή όμως η ετοιμότης της ψυχής — λέει — πρέπει να προέρχεται από μία προσωπική στόχαση και όχι από απλό πνεύμα παρατάξεως, όπως συμβαίνει στους Χριστιανούς. Να προέρχεται απ ’ τη λογική, να γίνεται με σεμνότητα και, αν θέλετε να σας πιστέψουν, χωρίς θεατρινισμούς. Δεν συμμερίζομαι βεβαίως την άποψη, αλλά αναφέρω αυτό το κείμενο για να σας δείξω πώς αντιλαμβανόταν ένας μεγάλος στοχαστής, ο Μάρκος Αυρήλιος, την ορμή των Χριστιανών της εποχής του να πεθαίνουν για την πίστη τους· την αντιλαμβανόταν σαν συλλογικό πάθος. Δεν Πήγαινε στην ψυχολογία του κάτι που του φαινόταν σαν ομαδική ψύχωση δηλ. σαν κάτι ανελεύθερο. Αυτός ήθελε μια στάση πιο σιωπηλή, πιο υπερήφανη, χωρίς θόρυβο χωρίς θεατρινισμούς. Ατραγώδως είναι η λέξις που μεταφράζω, χωρίς θεατρινισμούς. Βεβαίως αυτό δεν σημαίνει ότι αργότερα δεν επηρέασε σοβαρά η Στωική σκέψη τον Χριστιανισμό. Από την πρώτη φράση του Ευαγγελίου του Ιωάννου το βλέπετε άλλωστε. Αλλά στην ουσία η στωική φιλοσοφία έχει ερείσματα τόσο λογοκρατούμενα, ώστε να είναι κατά την ουσία της απολύτως αντίθετη με την θρησκεία της αγάπης.

Ομοιότητα αντιθέτως έχει μεγάλη η Στωική σκέψη με το ρωμαϊκό ήθος, με τη ρωμαϊκή αρετή. Ο Κάτων ο νεότερος, που αυτοκτόνησε μετά την επικράτηση του Ιουλίου Καίσαρος, ήταν τύπος που έμπρακτα έζησε και, πραγματοποίησε το ιδανικό του Στωικού. Γενικά οι Στωικοί πρέπει να θεωρηθούν ως οι μεγάλοι παιδαγωγοί της Ρώμης.

Αλλά μόνο της Ρώμης; Πιστεύω πως και σήμερα ακόμη η διδασκαλία τους προσφέρει πάρα πολλά, πού μπορούν να βοηθήσουν τον σύγχρονον άνθρωπο. Η επιβολή μιας άτεγκτης εσωτερικής πειθαρχίας, η δύναμη να στέκεσαι πάνω απ’ τα εγκόσμια, πάνω απ’ τις εναλλαγές της τύχης και να βλέπεις όλα τα πράγματα σε απόσταση, είναι, ίσως, η μόνη διέξοδος που μένει κάποτε και η μόνη δυνατή ηθική στάση στους ανθρώπους που ζουν σε εποχές μεγάλων ηθικών και πνευματικών αναστατώσεων.

Ο σύγχρονος άνθρωπος έχει πολύ συχνά ανάγκη από ψυχική μόνωση για να βρει τον εαυτό του· γιατί είναι και αυτός χωρίς ερείσματα· χωρίς καθιερωμένες αξίες. Γιατί και σήμερα δεν βρίσκονται οριστικές μορφές μέσα στις οποίες να κινηθεί. Όλα συνεχώς αλλάζουν· τα πολιτικά, τα κοινωνικά και τα οικονομικά συστήματα, οι πνευματικές και οι αισθητικές μας ακόμη αντιλήψεις. Και είμαστε όλοι αβοήθητοι στην αναζήτηση των νέων λύσεων. Η Στοά μας προσφέρει τουλάχιστον τούτο: τον καθαρότερο τύπο του απομονωμένου ανθρώπου. Βέβαια η Στοά ως φιλοσοφικό σύστημα είναι κι’ αυτό ένα μέσα στα πολλά και δεν είναι ίσως από τα μεγαλύτερα. Αλλά το Στωικό ήθος, αυτό πράγματι αποτελεί ένα αιώνιο δίδαγμα. Ένα δίδαγμα με απέραντη ηθική λάμψη, που στην ώρα των δυσμών της, πρόσφερε για πάντα στους ανθρώπους η ελληνική σκέψη.

Πηγή: Κωνσταντίνος Τσάτσος, www.britsos.gr