Θέματα φιλοσοφικά, επιστημονικά, κοινωνικά, ψυχολογικά, για τον άνθρωπο. Νευροεπιστήμες, εγκέφαλος,συνείδηση και νοημοσύνη. Νίκος Λυγερός.

Όλες οι ανθρώπινες έννοιες είναι προβολές του ανθρώπινου πνεύματος γι'αυτό σε τελική ανάλυση πολλές φορές είναι απατηλές. Δεν βλέπουμε την πραγματικότητα , την αντιλαμβανόμαστε (όπως νομίζουμε εμείς πως είναι). Ο,τι βλέπουμε είναι μια ερμηνεία της πραγματικότητας, που βασίζεται σε υποκειμενικά, ελαττωματικά ή προκατειλημμένα παραδείγματα. Αυτό έχει επιπτώσεις όχι μόνο στο πώς καταλαβαίνουμε τον κόσμο, αλλά και πώς καταλαβαίνουμε τους ανθρώπους... Όταν κάποτε ρώτησαν τον Ηράκλειτο πώς γνωρίζει όσα γνωρίζει απάντησε: «ερεύνησα τον εαυτό μου». Όμως δεν αρκεί μόνο η αυτογνωσία, χρειάζεται και η εμπάθεια... O Σωκράτης, μέσω της μεθόδου διαλόγου που είχε αναπτύξει, εκμαίευε (εξ ου και Μαιευτική Μέθοδος) από τον συνομιλητή του την αλήθεια/γνώση που είχε μέσα του αλλά δεν γνώριζε. Ο άνθρωπος δε μπορει να αναζητά αυτό που δε γνωρίζει γιατί τότε δεν ξέρει τί να αναζητήσει αλλά ούτε αυτό που γνωρίζει μπορεί να αναζητά γιατί το ξέρει ήδη. Ο άνθρωπος τίποτε νέο δε μαθαίνει, παρά μόνο παίρνει συνείδηση των όσων ήδη γνωρίζει. Η γνώση (μάθηση) είναι ανάμνηση (ενθύμιση) , υπάρχει λοιπόν η ανάμνηση μέσα μας...

Ο Σίσυφος και το βάρος της Ζωής

Ο Σίσυφος και το βάρος της Ζωής - ψυχολογία, κοινωνία, αυτογνωσία

Η ελληνική μυθολογία αφηγείται την ιστορία του Σίσυφου, βασιλιά της Κορίνθου, ο οποίος καταδικάστηκε από τους θεούς του Άδη σε αιώνια τιμωρία. Χωρίς σταματημό, θα έπρεπε να σπρώχνει έναν πάρα πολύ βαρύ βράχο μέχρι την κορυφή ενός λόφου, και όταν έφτανε εκεί, να τον αφήνει να κυλήσει και πάλι κάτω. Η προσπάθεια του ήταν να φέρει τον βράχο στην κορυφή του λόφου, μόνο και μόνο για να τον δει να κυλλά και πάλι κάτω, ξανά και ξανά, αιώνια. Όπως όλοι οι μύθοι, η ιστορία αυτή περιέχει μια διδασκαλία. Πώς βλέπουμε τον μύθο; Περί τίνος πρόκειται; Όπως ένα κόαν, έχει πολλές όψεις. Ένα ερώτημα που θα ήθελα να θέσω είναι, τι σημαίνει να κάνω κακό; Έχει ενδιαφέρον ότι κάποιος έκρινε ότι ο Σίσυφος έκανε κάτι κακό, και έτσι καταδικάστηκε σε ένα ειδικό μέρος που λέγεται Άδης. Αν όμως αφήσουμε τέτοιου είδους ερωτήματα στην άκρη και δούμε ότι υπάρχει μόνο η παρούσα στιγμή, τότε το σπρώξιμο του βράχου μέχρι την κορυφή του λόφου και στη συνέχεια το κατρακύλισμα του, είναι με κάποιο τρόπο το ίδιο πράγμα. Η συνηθισμένη ερμηνεία μας είναι ότι η υποχρέωση του Σίσυφου είναι δύσκολη και δυσάρεστη. Ωστόσο, αυτό που συμβαίνει δεν είναι παρά απλά το σπρώξιμο του βράχου και έπειτα η θέα του να κυλάει πάλι πίσω, στιγμή τη στιγμή. Όπως ο Σίσυφος, όλοι μας κάνουμε απλά αυτό που κάνουμε στιγμή τη στιγμή. Όμως, σ’ αυτή τη δραστηριότητα προσθέτουμε κρίσεις και ιδέες. Η κόλαση δεν βρίσκεται στο σπρώξιμο του βράχου, αλλά στη σκέψη γι’ αυτό, στη δημιουργία ιδεών ελπίδας και απογοήτευσης, στον προβληματισμό μας αν τελικά θα καταφέρουμε να τον στερεώσουμε στην κορυφή. «Έχω εργαστεί τόσο σκληρά! Ίσως αυτή τη φορά ο βράχος παραμείνει εκεί πάνω.»

Οι προσπάθειες μας έχουν ως αποτέλεσμα να συμβούν κάποια πράγματα, και κάνοντας τα να συμβούν προχωρούμε στην επόμενη στιγμή. Ίσως ο βράχος να παραμείνει στην κορυφή για λίγο, ίσως όχι. Κανένα από τα δύο δεν είναι από μόνο του καλό ή κακό. Το βάρος του βράχου είναι η σκέψη ότι η ζωή μας είναι μια πάλη, ότι θα έπρεπε να είναι διαφορετική απ’ ότι είναι. Όταν κρίνουμε το βάρος μας ως δυσάρεστο, ψάχνουμε τρόπους για να το αποφύγουμε. Ίσως κάποιος μεθάει για να ξεχάσει το σπρώξιμο του βράχου. Κάποιος άλλος χειρίζεται τους ανθρώπους για να τον βοηθήσουν στο σπρώξιμο. Συχνά προσπαθούμε να μεταθέσουμε το βάρος σε κάποιον άλλον ώστε να αποφύγουμε την εργασία.

Ποια θα ήταν η φωτισμένη κατάσταση για τον Βασιλιά Σίσυφο; Εάν έσπρωχνε τον βράχο για μερικές χιλιάδες χρόνια, τι θα συνειδητοποιούσε τελικά; Απλά να σπρώχνει τον βράχο και να εγκαταλείψει την ελπίδα ότι η ζωή του θα γίνει κάτι άλλο απ’ αυτό που είναι. Οι περισσότεροι από εμάς φαντάζονται ότι η φωτισμένη κατάσταση είναι κάτι πολύ καλύτερο από το σπρώξιμο ενός βράχου! Έχετε ποτέ ξυπνήσει το πρωί γκρινιάζοντας, «Δεν θέλω καν να σκεφτώ τα πράγματα που έχω να κάνω σήμερα»; Όμως η ζωή είναι έτσι όπως είναι. Και η πρακτική μας δεν έχει να κάνει με μια ευχάριστη ζωή, παρ’ όλο που κάτι τέτοιο αποτελεί μια πολύ ανθρώπινη ελπίδα. Σε όλους μας αρέσουν τα πράγματα που μας κάνουν να αισθανόμαστε ευχάριστα. Μας αρέσουν ιδιαίτερα οι σύντροφοι που μας κάνουν να νοιώθουμε όμορφα. Αν ο σύντροφος μας δεν μας κάνει να νοιώθουμε όμορφα, θεωρούμε ότι τα πράγματα θα πρέπει να αλλάξουν, ότι αυτός ή αυτή θα πρέπει να αλλαχτεί! Επειδή είμαστε άνθρωποι, νομίζουμε ότι το να νοιώθουμε όμορφα αποτελεί τον σκοπό της ζωής. Αν όμως απλά σπρώχνουμε το βράχο μας και ασκούμαστε στην επίγνωση του τι συμβαίνει μέσα μας καθώς σπρώχνουμε, σιγά-σιγά μετασχηματιζόμαστε. Τι σημαίνει ότι μετασχηματιζόμαστε;

Ερ: Σημαίνει περισσότερη αποδοχή, λιγότερη κριτική, περισσότερη χαλάρωση μέσ’ τη ζωή, περισσότερο άνοιγμα απέναντι στη ζωή.

Απ: Άνοιγμα στη ζωή και αποδοχή δεν είναι οι απόλυτα κατάλληλες λέξεις, παρ’ ότι είναι αρκετά δύσκολο να βρούμε τις απόλυτα σωστές.

Ερ: Η Φώτιση έχει σχέση με το να φτάσουμε στο μηδέν, στη «μη-θέση».

Απ: Τι όμως σημαίνει «μη-θέση» για μια ανθρώπινη ύπαρξη; Τι είναι αυτή η «μη-θέση»;

Ερ: Είναι η παρούσα στιγμή.

Απ: Ναι, αλλά πώς την ζούμε; Ας υποθέσουμε ότι σηκώνομαι το πρωί με πονοκέφαλο έχοντας μπροστά μου μια πολύ απαιτητική ημέρα. Όλοι μας έχουμε τέτοιες ημέρες. Τι σημαίνει «να είμαι ένα μηδενικό» σ’ αυτή την περίπτωση;

Ερ: Σημαίνει απλά να είμαι εδώ με όλα τα συναισθήματα και όλες τις σκέψεις μου, απλά να είμαι εδώ χωρίς να προσθέτω τίποτα  σ’ αυτό που πραγματικά υπάρχει.

Απ: Ναι, και αν ακόμη προσθέτουμε κάτι, αυτό είναι μέρος του όλου πακέτου, μέρος της ζωής όπως παρουσιάζεται την παρούσα στιγμή. Μέρος του πακέτου είναι το, «Δεν θέλω να το κάνω σήμερα». Όταν αναγνωρίζω ότι αυτή η σκέψη είναι παρούσα, τότε απλά σπρώχνω τον βράχο μου. Περνάω τη δύσκολη ημέρα και πηγαίνω για ύπνο, και τι έχω να κάνω την επόμενη ημέρα; Κατά κάποιο τρόπο ο βράχος κύλησε κάτω όσο κοιμόμουνα, κι έτσι βρίσκομαι στο ίδιο σημείο: σπρώξιμο, σπρώξιμο, σπρώξιμο. «Το μισώ αυτό … ναι, ξέρω ότι το μισώ. Μακάρι να υπήρχε κάποιος τρόπος να το αποφύγω, αλλά δεν υπάρχει, ή τουλάχιστον δεν βλέπω κάποιο τρόπο διαφυγής αυτή τη στιγμή.» Είναι τέλειο έτσι όπως είναι.

Όταν ζούμε αληθινά κάθε στιγμή, τι συμβαίνει με το βάρος της ζωής; Τι συμβαίνει με τον βράχο μας; Αν είμαστε ολοκληρωτικά αυτό που είμαστε, κάθε στιγμή, αρχίζουμε να βιώνουμε τη ζωή ως χαρά. Εκείνο που στέκεται ανάμεσα σε εμάς και σε μια ζωή γεμάτη χαρά είναι οι σκέψεις μας, οι ιδέες μας, οι προσδοκίες μας, οι ελπίδες και οι φόβοι μας. Δεν είναι απαραίτητο να θέλουμε με όλη μας την καρδιά να σπρώξουμε τον βράχο. Μπορεί να μην το θέλουμε, και ωστόσο αναγνωρίζουμε αυτή την απροθυμία και απλά την νοιώθουμε. Η απροθυμία είναι μια χαρά. Ένα σημαντικό μέρος κάθε σοβαρής πρακτικής είναι το «Δεν θέλω να το κάνω». Και δεν το κάνουμε. Όταν όμως η απροθυμία μας ξεπέφτει σε προσπάθειες διαφυγής, πρόκειται για άλλο θέμα. «Λοιπόν, ας φάω ακόμη ένα κομμάτι κέικ σοκολάτα. Νομίζω ότι έχει μείνει ένα». «Ας τηλεφωνήσω στους φίλους μου να κουβεντιάσουμε για το πόσο χάλια είναι τα πράγματα». «Ας κρυφτώ σε μια γωνιά ώστε να μπορέσω να σκεφτώ πόσο άσχημη είναι η ζωή μου και να νοιώσω αυτολύπηση». Ποιοι είναι άλλοι τρόποι διαφυγής;

Όταν ονοματίζουμε τις σκέψεις μας, αποκτούμε επίγνωση για το πώς διαφεύγουμε. Αρχίζουμε να βλέπουμε τους χίλιους και έναν τρόπους με τους οποίους προσπαθούμε να αποφύγουμε να ζήσουμε την παρούσα στιγμή, να σπρώξουμε τον βράχο μας. Από τη στιγμή που σηκωνόμαστε το πρωί μέχρι την ώρα που πηγαίνουμε για ύπνο το βράδυ, κάτι κάνουμε: όλη την ημέρα σπρώχνουμε τον βράχο μας. Αιτία της δυστυχίας μας είναι η αποδοκιμασία αυτού που κάνουμε. Μπορεί να θεωρούμε τον εαυτό μας θύμα: «Είναι ο τρόπος που με μεταχειρίζονται». «Εργάζομαι με κάποιον που δεν είναι δίκαιος μαζί μου». «Δεν μπορώ να υπερασπιστώ τον εαυτό μου».

Η πρακτική μας συνίσταται στο να βλέπουμε ότι απλά σπρώχνουμε, στο να αντιλαμβανόμαστε αυτό το βασικό γεγονός. Δεν υπάρχει κανείς που να το κάνει αυτό συνεχώς, ούτε εγώ. Όμως, παρατηρώ ότι οι άνθρωποι που έχουν ασκηθεί για κάποιο διάστημα αρχίζουν να έχουν μια αίσθηση χιούμορ για το βάρος τους. Στο κάτω-κάτω, η σκέψη ότι η ζωή είναι ένα βάρος δεν είναι παρά μια σκέψη. Κάνουμε απλά αυτό που κάνουμε, στιγμή τη στιγμή. Το μέτρο της γόνιμης πρακτικής είναι ότι νοιώθουμε τη ζωή λιγότερο ως βάρος και περισσότερο ως χαρά. Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν υπάρχει λύπη, αλλά ότι η βίωση της λύπης είναι ακριβώς η χαρά. Αν δεν διαπιστώνουμε με τον καιρό να συμβαίνει μια τέτοια αλλαγή, τότε δεν έχουμε κατανοήσει τι ακριβώς είναι η πρακτική. Η αλλαγή αυτή αποτελεί ένα πολύ αξιόπιστο βαρόμετρο.

Τα βάρη κάνουν πάντοτε την εμφάνιση τους στη ζωή μας. Για παράδειγμα, αν υποθέσουμε ότι πρέπει να περάσω λίγο χρόνο με κάποιον που δεν συμπαθώ, αυτό γίνεται αισθητό σαν βάρος. Ή αν έχω μπροστά μου μια δύσκολη εβδομάδα και αυτό με αποθαρρύνει. Ή αν η τάξη στην οποία διδάσκω αυτό το εξάμηνο περιέχει πολλούς αδιάβαστους μαθητές. Το μεγάλωμα των παιδιών μπορεί να γίνεται αισθητό σαν βάρος. Η αρρώστια, τα ατυχήματα, οι δυσκολίες που αντιμετωπίζουμε μπορούν να γίνουν αισθητές σαν βάρη. Δεν μπορούμε να ζούμε ως ανθρώπινες υπάρξεις χωρίς να αντιμετωπίζουμε δυσκολίες, τις οποίες αποφασίζουμε να αποκαλούμε «βάρη». Τότε η ζωή γίνεται πάρα πολύ βαριά.

Ερ: Μου ήρθε στο μυαλό μια έννοια της ψυχολογίας σχετικά με «το προσφιλές βάρος».

Απ: Ναι, παρ’ ότι «το προσφιλές βάρος» δεν μπορεί να παραμείνει μόνο στο κεφάλι μας. Πρέπει να μετασχηματιστεί σ’ αυτό που είμαστε. Υπάρχουν πολλές ωραίες έννοιες και ιδέες, αν όμως δεν γίνουν αυτό που είμαστε, μπορεί να καταστούν τα πιο ανυπόφορα βάρη. Το να καταλαβαίνουμε κάτι διανοητικά δεν φτάνει. Μερικές φορές είναι χειρότερα απ’ το να μην καταλαβαίνουμε καθόλου.

Ερ: Έχω πρόβλημα με την σκέψη ότι σπρώχνουμε πάντοτε τον βράχο μας προς την κορυφή του λόφου. Ίσως γιατί αυτόν τον καιρό όλα μοιάζουν να πάνε όπως τα θέλω.

Απ: Αυτό μπορεί να συμβεί. Μερικές φορές τα πράγματα πηγαίνουν όπως τα θέλουμε. Μπορεί να βρισκόμαστε μέσα σε μια υπέροχη νέα σχέση. Ένα καινούργιο επάγγελμα είναι πάντοτε συναρπαστικό. Όμως, υπάρχει διαφορά ανάμεσα στο να πάνε τα πράγματα όπως τα θέλουμε και στην αληθινή χαρά. Ας υποθέσουμε ότι βρισκόμαστε μέσα σε μια απ’ αυτές τις ωραίες περιόδους, όπως όταν έχουμε μια καλή σχέση ή μια καλή δουλειά, και είναι όλα υπέροχα. Ποια είναι η διαφορά ανάμεσα σ’ αυτό το ωραίο συναίσθημα, το οποίο βασίζεται στις περιστάσεις, και στη χαρά; Πώς μπορούμε να ξέρουμε;

Ερ: Φοβόμαστε ότι θα τελειώσει.

Απ: Και πώς εκδηλώνεται αυτός ο φόβος;

Ερ: Με κάποια ένταση στο σώμα.

Απ: Η ένταση στο σώμα θα είναι πάντοτε παρούσα όσο το ωραίο συναίσθημα δεν είναι παρά συνηθισμένη, εγωκεντρική ευχαρίστηση. Η χαρά δεν έχει ένταση μέσα της, γιατί η χαρά αποδέχεται τα πάντα ως έχουν. Μερικές φορές στο σπρώξιμο του βράχου μας μπορεί να διανύουμε μια ευχάριστη περίοδο. Πώς αποδέχεται η χαρά αυτό το ευχάριστο συναίσθημα;

Ερ: Απλά ως έχει.

Απ: Ναι. Όταν βρισκόμαστε σε μια ευχάριστη περίοδο της ζωής μας θα πρέπει να την απολαύσουμε με κάθε τρόπο, αλλά και χωρίς να προσκολλούμαστε σ’ αυτή. Συνήθως τείνουμε να ανησυχούμε ότι θα τη χάσουμε και προσπαθούμε να την συγκρατήσουμε.

Ερ: Ναι, παρατηρώ ότι όσο την ζω και την απολαμβάνω, είμαι μια χαρά. Όταν όμως σταματώ και σκέφτομαι, «Είναι υπέροχα», αρχίζω να ανησυχώ, «Πόσο πρόκειται να κρατήσει;»

Απ: Κανείς μας δεν θα διάλεγε να γίνει σαν τον Σίσυφο. Ωστόσο, κατά κάποια έννοια, όλοι μας είμαστε σαν κι αυτόν.

Ερ: Έχουμε βράχους μέσα στο κεφάλι μας.

Απ: Ναι. Όταν τρέφουμε τον βράχο μέσα στο κεφάλι μας, ο βράχος της ζωής φαίνεται βαρύς. Στην αντίθετη περίπτωση η ζωή μας είναι απλά οτιδήποτε κάνουμε. Ο τρόπος για να γίνουμε πιο ικανοποιημένοι με το να ζούμε τη ζωή μας όπως έρχεται, με το να σηκώνουμε το βάρος κάθε ημέρα, είναι το να γίνουμε η ίδια η εμπειρία αυτού του σηκώματος, ξανά και ξανά. Αυτή είναι η εμπειρική γνώση, και η διανοητική κατανόηση μπορεί να προκύψει απ’ αυτή.

Ερ: Αν ήξερα ότι ο βράχος επρόκειτο να κυλήσει κάτω κάθε φορά, θα σκεφτόμουνα, «Ας δω πόσο γρήγορα μπορώ να τον ανεβάσω αυτήν την φορά. Ίσως μπορώ να βελτιώσω τον χρόνο». Θα το μετέτρεπα σε παιχνίδι, ή σε κάτι που έχει κάποιο νόημα μέσα στο μυαλό μου.

Απ: Αν όμως αυτό συμβαίνει αιωνίως, ή έστω για τη διάρκεια ολόκληρης της ζωής, τι θα συνέβαινε στο νόημα που δημιουργώ; Ένα τέτοιο δημιούργημα είναι καθαρά νοητικό, και αργά ή γρήγορα θα καταπέσει. Αυτό είναι και το πρόβλημα με την «θετική σκέψη» και τις αυτό-επιβεβαιώσεις: δεν μπορούμε να τις διατηρήσουμε για πάντα. Τέτοιες προσπάθειες δεν μπορούν ποτέ να αποτελέσουν τον δρόμο προς την ελευθερία. Στην πραγματικότητα, είμαστε ήδη ελεύθεροι. Ο Σίσυφος δεν ήταν φυλακισμένος στον Άδη, υφιστάμενος μια αιώνια τιμωρία. Ήταν ήδη ελεύθερος, γιατί έκανε απλά αυτό που έκανε.

Πηγή: open-mind.name