... του Ηλια Δ. Κουβελα - καθηγητή φυσιολογίας στο Πανεπιστήμιο Πατρών, Δ/ντή Εργαστηρίου Φυσιολογίας
Το ερώτημα στο οποίο θα προσπαθήσω ν’ απαντήσω στο κείμενο που ακολουθεί είναι αν υπάρχουν ευρήματα από το χώρο της επιστήμης που να στηρίζουν την άποψη ότι ο εγκέφαλος μέσα στο φυσικό, φυσιολογικό και κοινωνικό του πλαίσιο παράγει συνείδηση.
Θα αρχίσω την προσπάθειά μου να απαντήσω στο παραπάνω ερώτημα με ένα άλλο πολύ σχετικό ερώτημα που εδώ και λίγα χρόνια έχει θέσει ο φιλόσοφος John Searle. Λέει λοιπόν ο John Searle (1993, σ. 7): «Το σπουδαιότερο πρόβλημα σήμερα είναι το εξής: Διαθέτουμε μιαν ορισμένη εικόνα του εαυτού μας ως ανθρώπινου όντος, που μας την δίνει η κοινή λογική και η οποία πολύ δύσκολα εναρμονίζεται με την ολική επιστημονική αντίληψη για τον φυσικό κόσμο. Θεωρούμε ότι ο εαυτός μας είναι ενσυνείδητος, νοήμων, ελεύθερος και έλλογος φορέας, σε έναν κόσμο που η επιστήμη μας λέει ότι συγκροτείται ολοκληρωτικά από άνοα, χωρίς νόημα, φυσικά
σωματίδια. Λοιπόν, πώς μπορούμε να ταιριάξουμε αυτές τις δύο αντιλήψεις; Παραδείγματος χάριν, πώς είναι δυνατόν ο κόσμος να περιέχει μόνον μη συνειδητά φυσικά σωματίδια και όμως να περιέχει και συνείδηση; Πώς μπορεί ένα μηχανιστικό σύμπαν να περιέχει ανθρώπινα όντα που μπορούν να παραστήσουν νοητικά τον κόσμο τους; Εν ολίγοις, πώς μπορεί ο ουσιαστικά άνευ νοήματος κόσμος να περιέχει νοήματα;» Με άλλα λόγια, ποια είναι η σχέση του νου του ανθρώπου με το υπόλοιπο σύμπαν; Είναι εύκολο, συνεχίζει ο John Searle, να φανταστούμε ένα σύμπαν χωρίς συνείδηση, αλλά, όταν το κάνουμε, βλέπουμε ότι φανταζόμαστε ένα σύμπαν που στ’ αλήθεια δεν έχει νόημα.
σωματίδια. Λοιπόν, πώς μπορούμε να ταιριάξουμε αυτές τις δύο αντιλήψεις; Παραδείγματος χάριν, πώς είναι δυνατόν ο κόσμος να περιέχει μόνον μη συνειδητά φυσικά σωματίδια και όμως να περιέχει και συνείδηση; Πώς μπορεί ένα μηχανιστικό σύμπαν να περιέχει ανθρώπινα όντα που μπορούν να παραστήσουν νοητικά τον κόσμο τους; Εν ολίγοις, πώς μπορεί ο ουσιαστικά άνευ νοήματος κόσμος να περιέχει νοήματα;» Με άλλα λόγια, ποια είναι η σχέση του νου του ανθρώπου με το υπόλοιπο σύμπαν; Είναι εύκολο, συνεχίζει ο John Searle, να φανταστούμε ένα σύμπαν χωρίς συνείδηση, αλλά, όταν το κάνουμε, βλέπουμε ότι φανταζόμαστε ένα σύμπαν που στ’ αλήθεια δεν έχει νόημα.
Αν λοιπόν η συνείδηση δεν είναι κάτι που βρίσκεται έξω από τον φυσικό κόσμο αλλά αποτελεί μέρος της βιολογικής ζωής, τότε θα μπορούσε να πει κανείς ότι η συνείδηση είναι ιδιότητα η χαρακτηριστικό του σύμπαντος στο οποίο ζούμε και η οποία εκφράζεται με τις λειτουργίες του εγκεφάλου. Ή, για να πλησιάσω πιο κοντά στο θέμα, θα έλεγα ότι η συνείδηση είναι ιδιότητα η χαρακτηριστικό του εγκεφάλου, προσθέτοντας έτσι μία ακόμη διατύπωση σε όσες κατά καιρούς έχουν διατυπωθεί όπως δηλαδη ότι η συνείδηση απορρέει από τον εγκέφαλο, η ότι ο εγκέφαλος είναι η αναγκαία και ικανη συνθηκη για τη δημιουργία της συνείδησης. Πρόκειται για την άποψη ενός μονιστη νευροεπιστήμονα που προφανώς βρίσκεται σε αντίθεση με την άποψη που θα διατύπωνε ένας σύγχρονος δυϊστης ο οποίος μπορεί να πιστεύει ειλι κρινά ότι το σύμπαν αποτελείται 100% από ύλη και 100% από μη ύλη και άρα η συνείδηση είναι στοιχείο του μη υλικού σύμπαντος. Τονίζω το «σύγχρονος» για να τον διαχωρίσω από τον Καρτεσιανό δυϊσμό διότι κατά την γνώμη μου ο Καρτεσιανός δυϊσμός δεν διέπεται από τις μεταφυσικές ιδέες που διαποτίζουν τον σύγχρονο δυϊσμό.
Τι εννοούμε όμως με τον όρο «συνείδηση»; Ο David Chalmers υπο στηριξε ότι οι διάφοροι ερευνητές χρησιμοποιούν τον όρο συνείδηση (consciousness) με διάφορους τρόπους (Chalmers, 1997, σ. 31) η, συμπληρώνω, μεταβαίνουν συνειδητά η ασυνείδητα από τον όρο συνείδηση «consciousness» στον όρο επίγνωση (awareness) που δεν νομίζω ότι είναι όροι ταυτόσημοι και πάλι πίσω, με μεγάλη ευκολία. Πράγματι στη συνείδηση εμπεριέχονται οι διαδικασίες μέσω των οποίων το άτομο αντιλαμβάνεται και διαφοροποιεί τα αισθητηριακά ερεθίσματα και αντιδρά με τον κατάλληλο τρόπο σε αυτά. Στη συνείδηση εμπεριέχονται οι λειτουργίες με τις οποίες το άτομο ολοκληρώνει πληροφορίες από διάφορες πηγές προκειμένου να ρυθμίσει την συμπεριφορά του. Με άλλα λόγια στη συνείδηση εντάσσεται η κατάσταση του να έχει κανείς επίγνωση των πραγμάτων μέσα στον κόσμο, να έχει νοητικές εικόνες επι του παρόντος. Πρόκειται για την κατάσταση που ο Gerald Edelman ονομάζει «πρωτογενη συνείδηση» (Edelman, 1996, σ. 181). Συχνά λοιπόν βρισκόμαστε ενώπιον κειμένων τα οποία αρχίζουν με την πρόταση ότι θα διαπραγματευθούν τα προβλήματα της συνείδησης, ακολούθως ασχολούνται με πολύ ενδιαφέρουσες μελέτες που αφορούν τους μηχανισμούς επίγνωσης και ερμηνείας του κόσμου και καταλήγουν στο συμπέρασμα ότι με τη συνέχιση αυτού του είδους των μελετών και την βοήθεια καλύτερων, ίσως, υπολογιστών θα φτά σουμε να κατανοήσουμε το «κεντρικό μυστήριο της ανθρώπινης ζωής» τη συνείδηση (Crick & Koch, 1997). Τούτων λεχθέντων, υποστηρίζω ότι πράγματι υπάρχουν μια σειρά δεδομένα, τα οποία προέρχονται από σύγχρονες ή παλαιότερες νευροεπιστημονικές έρευνες που μπορούν κατά τη γνώμη μου να πείσουν ακόμη και έναν καλόπιστο σύγχρονο δυϊστή ότι αυτό που χάριν συντομίας θα ονομάσω «πρωτογενή συνείδηση» έχει να κάνει με τις λειτουργίες τον εγκεφάλου.
Θα αναφερθώ σε 3 παραδείγματα που δείχνουν ότι το να έχει κανείς επίγνωση των πραγμάτων μέσα στον κόσμο, νοητική αναπαράσταση του παρόντος, εξαρτάται από τη λειτουργία του εγκεφάλου και ότι υπό ορισμένες συνθήκες η νοητική αναπαράσταση είναι δυνατόν να είναι ανεξάρτητη από το ερέθισμα που προκαλεί την εμπειρία.
Εγκέφαλος και Συνείδηση |
Το πρώτο παράδειγμα είναι αυτό της διόφθαλμης αντίθεσης (binocular rivalry). Η διόφθαλμη αντίθεση δημιουργείται σε φυσιολογικά άτομα όταν οι εικόνες που παρουσιάζονται στο καθένα από τα δύο μάτια είναι τελείως διαφορετικού περιεχομένου και δεν είναι δυνατόν να συνθέσουν ένα σύνολο που να έχει συνοχή. Στην περίπτωση αυτή μόνο τα σήματα από το ένα μάτι γίνονται αντιληπτά. Συγκεκριμένα, σε φυσιολογικά άτομα, η αντίληψη του εξωτερικού σήματος εναλλάσσεται μεταξύ του σήματος που εμφανίζεται στο ένα μάτι και του σήματος που εμφανίζεται στο άλλο μάτι χωρίς να υπάρχει βέβαια κάποια μεταβολή στο αρχικό ερέθισμα.
Το δεύτερο παράδειγμα είναι αυτό της τυφλής όψης (blind sight) που εμφανίζεται σε ασθενείς οι οποίοι εμφανίζουν καταστροφές σε περιοχές του οπτικού φλοιού και οι οποίοι δηλώνουν πλήρη ανεπάρκεια να δούν αντικείμενα τα οποία βρίσκονται στις αντίστοιχες περιοχές του οπτικού πεδίου. Παρ’ όλα αυτά, και προς μεγάλη έκπληξη και των ιδίων αλλά και των ιατρών τους, πολλές φορές είναι σε θέση να δείξουν με αρκετή ακρίβεια το πού βρίσκεται το αντικείμενο το οποίο δηλώνουν ότι δεν είναι σε θέση να δούν, ή να το παρακολουθήσουν με τα μάτια όταν αυτό μετακινείται.
Το τελευταίο και πιο εντυπωσιακό παράδειγμα που θα αναφέρω είναι αυτό του συνδρόμου αμέλειας (neglect syndrome) που εμφανίζε ται σε ασθενείς με βλάβες στον δεξιό οπίσθιο βρεγματικό φλοιό. Οι ασθενείς αυτοί, συχνά, χάνουν τη συνειδητή αντίληψη των χωρικών χαρακτηριστικών όλων των αισθητικών πληροφοριών από την αριστερή πλευρά του σώματος, καθώς επίσης και από τον αριστερό εξωτερικό χώρο. Παρ’ όλον ότι οι σωματικές τους αισθήσεις είναι ανέπαφες αδιαφορούν για το μισό σώμα τους παραλείποντας το ντύσιμο, γδύσιμο ή το πλύσιμο της αριστερής πλευράς. Οι ασθενείς μπορεί ακόμη και να αρνηθούν την ύπαρξη του αριστερού τους χεριού ή ποδιού φθάνο ντας μέχρι το σημείο να πουν: «Ποιος έβαλε αυτό το χέρι στο κρεβάτι μου;», εννοώντας το δικό τους χέρι.
Αυτό όμως που χαρακτηρίζει το ανθρώπινο είδος δεν είναι η «πρωτογενής συνείδηση» αλλά η συνείδηση ανώτερης τάξης. Παρότι, κατά τη γνώμη μου, οι απόψεις μας για τη σχέση του εγκεφάλου με αυτό το επίπεδο της συνείδησης πηγάζουν εν μέρει και από τις γενικότερες κοσμοαντιλήψεις μας, εντούτοις θεωρώ ότι υπάρχουν ενδιαφέρονται επιστημονικά δεδομένα που στηρίζουν και αυτή τη σχέση. Κατά Edelman η συνείδηση ανώτερης τάξης περιλαμβάνει την αναγνώριση από ένα σκεπτόμενο υποκείμενο των πράξεων ή των συναισθημάτων του. Ενσαρκώνει ένα μοντέλο της προσωπικότητας, του παρελθόντος, του μέλλοντος καθώς και του παρόντος (Edelman, 1996). Ο Antonio Da masio υποστηρίζει ότι η βιολογική θεμελίωση της αίσθησης του εαυτού βρίσκεται σ’ εκείνες τις εγκεφαλικές δομές ή στρατηγικές, οι οποίες απεικονίζουν λεπτό προς λεπτό την συνέχεια του οργανισμού. Υποστηρίζει ότι η επίγνωση του εαυτού είναι στην πραγματικότητα μέρος ενός κινηματογραφικού έργου όπου μέσα στο ίδιο πλαίσιο συνυπάρχουν ό,τι βλέπουμε και ό,τι προβλέπουμε, η «σκέψη» και ο «σκε πτόμενος» (Damasio, 1999).
Κατά τον Edelman για την απόκτηση συνείδησης ανώτερης τάξης απαιτείται η διαμόρφωση ενός «κοινωνικού εγώ» που επιτυγχάνεται με τη μακροπρόθεσμη αποθήκευση (μνημοποίηση) συμβολικών σχέσεων, που έχουν αποκτηθεί μέσω αλληλεπιδράσεων με άλλα άτομα του ίδιου είδους. Τούτη η διαδικασία βασίζεται στην εμφάνιση της γλώσσας μέσα σε μια γλωσσική κοινότητα. Έτσι, αν κανείς συγκρίνει τις εγκεφαλικές περιοχές που συμμετέχουν στην «πρωτογενή» και «ανώτερης τάξης συνείδηση», θα διαπιστώσει ότι οι μόνες νέες περιοχές που προστίθενται στο μοντέλο της πρωτογενούς συνείδησης προκειμέ νου να δημιουργηθεί το μοντέλο συνείδησης «ανώτερης τάξης» είναι οι γλωσσικές περιοχές Broca και Wernicke, οι οποίες συμμετέχουν στη σημασιολογική αυτοδιέγερση εγκεφαλικών περιοχών. Λογικό επακόλουθο του μοντέλου Edelman είναι ότι τη συνείδηση ανώτερης τάξης μπορούν ν’αποκτήσουν μόνο τα άτομα που εχουν αναπτύξει μια συμβολική γλώσσα και ζουν μέσα σε μια γλωσσική κοινότητα, δηλαδή, όπως λέει και ο ίδιος ο Edelman, τα άτομα του Homo sapiens (Edelman, 1996, σσ. 199211). Υπ’ αυτήν την έννοια η «ανώτερης τάξης συνείδηση» εμφανίζεται στον άνθρωπο, στο γένος Homo, μόνο κατά τα τελευταίες δεκάδες χιλιάδες χρόνια της ιστορίας του και δεν αποτελεί ένα χαρακτηριστικό που διαφοροποιεί το γένος Homo από τα υπόλοιπα γένη (έστω τα πρωτεύοντα). Είναι όμως πράγματι έτσι τα πράγματα;
Εγκέφαλος και Συνείδηση |
Οι ανθρωπίδες της Αφρικής οι αυστραλοπίθηκοι που έζησαν 3,54 εκατομμύρια χρόνια πρίν είχαν ήδη χαρακτηριστικά που θα μπορούσαμε ν’ αποκαλέσουμε «ανθρώπινα», όπως είναι η όρθια στάση. Οι ειδικοί όμως μιλούν για την παρουσία του γένους άνθρωπος, Homo, πριν από περίπου 2,5 εκατομμύρια χρόνια. Ας πάμε λοιπόν 2,5 εκατομμύρια χρόνια πίσω στις σαβάνες της σημερινής Αιθιοπίας και Κένυας εκεί όπου έζησε ο πρόγονός μας, ο Homo habilis. Τι είναι εκείνο το χαρακτηριστικό που μας κάνει ν’ αναγνωρίζουμε σαν πρόγονό μας τον Homo habilis και όχι τον αυστραλοπίθηκο, τη Λούσυ, που πήρε το όνομά της από το γνωστό τραγούδι των Beatles «Lucy in the sky with diamonds»; Είναι η ικανότητά του να κατασκευάζει λίθινα εργαλεία. Στη λιθοτεχνία του Homo habilis διακρίνεται η προτιμησιακή χρήση του δεξιού χεριού, που υποδηλώνει τη διαφοροποίηση της λειτουργίας των δύο ημισφαιρίων. Ας σημειωθεί ότι ανάλογη προτίμηση στη χρήση των άκρων δεν εμφανίζεται στους πιθήκους. Αυτή η λιθοτεχνία παρ’ όλη την απλότητά της δηλώνει ήδη ορισμένες νοητικές ικανότητες πολύ ανώτερες από αυτές των σημερινών πιθήκων: τον ακριβή υπολογισμό της γωνίας κρούσης, τον συντονισμό των κινήσεων και τον υπολογισμό της δύναμης κρούσης. Το γεγονός επίσης ότι οι άνθρωποι αυτοί μεταφέρουν την πρώτη ύλη των απλών εργαλείων τους από μεγάλες αποστάσεις, μια συμπεριφορά που ποτέ δεν έχει παρατηρηθεί στους πιθήκους, υποδηλώνει μια εξαιρετική ικανότητα, που διαχωρίζει σε κάποιο βαθμό την αντίδραση από το άμεσο ερέθισμα (Κωστάκης, 2001, σσ. 8789). Τι λοιπόν έδωσε στον Homo habilis αυτές τις επιτηδειότητες που δεν διέθεταν οι σύγχρονοί του αυστραλοπίθηκοι, ενώ διέθεταν την ικανότητα να περπατάνε όρθιοι; Νομίζω ότι δεν θα ήταν ιδιαίτερα παρακινδυνευμένο να υποθέσουμε ότι επρόκειτο για τα 100150 παραπάνω γραμμάρια εγκεφαλικής ουσίας που διέθετε ο Homo habilis και ότι μέσα σε αυτή την επιπλέον εγκεφαλική ουσία, όπως ενδοκρανιακά εντυπώματα έχουν δείξει, εμπεριείχετο η περιοχή Broca. Καλύτερη εικόνα για τη λιθοτεχνία του πρώιμου ανθρώπου διαθέτουμε για τις νεότερες μορφές, που η αρχαιολογία περιγράφει με το γενικό όνομα αχελαίες. Οι αχελαίες λιθοτεχνίες εμφανίζονται στην Αφρική πριν από 1,5 εκατομμύριο χρόνια την ίδια εποχή που εμφανίζεται ένα νέο είδος ανθρώπου με εγκέφαλο σχεδόν διπλάσιο από τον habilis, o Homo erectus. Το χαρακτηριστικό τεχνούργημα αυτής της εποχής ήταν ο αμφιπρόσωπος χειροπέλεκυς. Στη μορφή των εργαλείων αυτών. Η έρευνα αναγνωρίζει τις αυξημένες νοητικές ικανότητες των κατασκευαστών τους: την αναπαραγωγή ενός σταθερού σχήματος, που προϋποθέτει την εφαρμογή συγκεκριμένου ιδεατού τύπου, την αναγνώριση αφηρημένων γεωμετρικών (Κωστάκης, 2001) σχέσεων, όπως η συμμετρία και η ευθεία. Ιδιαίτερα, διδακτικός (για ικανότητες αυτών των ανθρώπων) είναι ο βαθμός τυποποίησης των αντικειμένων αυτών, αδιάψευστος μάρτυρας της κατασκευής των εργαλείων όχι ως άμεση απάντηση στο βιολογικό ερέθισμα, αλλά με βάση την αφηρημένη παράσταση τόσο του μέσου (εργαλείο) όσο και του ερεθίσματος (τροφή). Η μετάθεση αυτή σε χώρο και χρόνο είναι δυνατή μόνο χάρη στις αφαιρετικές ικανότητες των ατόμων του Homo erectus. Ο παλαιοανθρωπολόγος Richard Leakey γράφει τα εξής για το ίδιο θέμα: «Οι πρόγονοί μας, που έζησαν πριν από 1,5 ή 2 εκατομμύρια χρόνια, έφτιαχναν όμορφα πέτρινα εργαλεία. Για να φτιάξεις ένα τσεκούρι από ένα κομμάτι πέτρα, πρέπει να είσαι ικανός να διαλέξεις μια πέτρα που να περιέχει το τσεκούρι προτού το σκαλίσεις. Πρέπει να δεις το τελειωμέ νο αντικείμενο στο κομμάτι της πέτρας. Αυτή η ικανότητα σύλληψης μιας αφηρημένης ιδέας, να βλέπεις κάτι που δεν είναι εκεί, φαίνεται να είναι ανθρώπινη ιδιότητα». Από τις μελέτες λοιπόν της παλαιοανθρωπολογίας μπορούμε κατά τη γνώμη μου να καταλήξουμε στα εξής συμπεράσματα για την ανθρώπινη νόηση:
1. Η ικανότητα μετάβασης από το παρόν στο μέλλον, η ικανότητα πρόβλεψης του μέλλοντος μέσα από τη χρήση της εμπειρίας του παρελθόντος, μέσ’ από τη σύλληψη αφηρημένων εννοιών είναι βασική ιδιότητα της νόησης του γένους του ανθρώπου. Μέσα σ’ αυτή τη διαδικασία περιλαμβάνεται και το καθοριστικό στοιχείο για τη δόμηση του εγώ, αλλά και κορυφαίων χαρακτηριστικών του πολιτισμού, η επίγνωση του επερχόμενου θανάτου.
2. Αυτή η ιδιότητα - ικανότητα της ανθρώπινης νόησης είναι βασική προϋπόθεση για την ανάπτυξη της συνείδησης ανώτερης τάξης (αναγνώρισης του εαυτού στο παρελθόν, το παρόν και το μέλλον) και αναδύεται εκφράζεται στον φυσικό κόσμο από τη στιγμή που ο εγκέφαλος αποκτάει ένα ορισμένο μέγεθος και εμφανίζονται ορισμένες εγκεφαλικές δομές, όπως η έλικα Broca. Η ικανότητα αυτή εξελίσσεται με τη μεγέθυνση του εγκεφάλου και των αντίστοιχων εγκεφαλικών δομών. Κατά τη γνώμη μου, λοιπόν, ισχυρά επιχειρήματα υπέρ της άποψης ότι η ανώτερης τάξης συνείδηση σχετίζεται με τις εγκεφαλικές λειτουργίες προκύπτουν από την παλαιοανθρωπολογία. Με αυτό όμως δεν υποστηρίζω ότι τούτα τα επιχειρήματα είναι δυνατόν να πείσουν έναν καλόπιστο σύγχρονο δυϊστή.
Ανεξάρτητα όμως από από το κατά πόσον τούτα τα επιχειρήματα πείθουν ή όχι, από βιολογικής πλευράς εμπεριέχουν ένα παράδοξο: Οι παραπάνω ικανότητες του ανθρώπου εξαρτώνται από μια οργάνωση του εγκεφάλου προγραμματισμένη από γονίδια, ή συντριπτική πλειο ψηφία των οποίων βρίσκεται και σε άλλα ζώα. Από τη Δαρβινική λοιπόν σκοπιά δεν είναι δυνατόν μια τέτοια οργάνωση να αναδύθηκε απότομα στον εγκέφαλο του ανθρώπου. Νομίζω ότι οι μελέτες που πραγματοποιούνται στο Εργαστήριο Φυσιολογίας του Ανθρώπου στο Πανεπιστήμιο της Πάρμα υπό την καθοδήγηση του Giacomo Rizzolati μπορούν ν’ ανοίξουν ένα παράθυρο απάντησης προς ερωτήματα αυτού του είδους. Αυτή η ερευνητική ομάδα διαπίστωσε ότι στην περιοχή F5 του προκινητικού φλοιού του πιθήκου υπάρχει μια ειδική κατηγορία νευρικών κυττάρων (καθρεπτικοί νευρώνες), οι οποίοι διεγείρο νται όταν ο πίθηκος επιτελεί μια πράξη, αλλά και όταν ο πειραματιστής υποδεικνύει στον πίθηκο τι να κάνει επιτελώντας την ίδια πράξη. Με άλλα λόγια, οι καθρεπτικοί νευρώνες αποτελούν ένα μέσον επικοινωνίας μεταξύ του πειραματιστή και του εκπαιδευόμενου πιθήκου. Δηλαδή συμμετέχουν στην επιτέλεση μιάς γνωστικής διαδικασίας διαλόγου που με απλά λόγια μπορεί να περιγραφεί ως εξής: «Αυτό που πριν από λίγο έκανες εσύ, τώρα το κάνω εγώ» (Rizzolatti & Arbib, 1998, σσ. 188189). Η εγκατάσταση όμως αυτού του διαλόγου προϋποθέτει ότι ο πίθηκος, όπως ελπίζω και ο πειραματιστής, κάνει διάκριση του «εαυτού» ως προς τον «άλλο». Τα φαινόμενα αυτά που ώς εδώ όσο γίνεται πιό περιληπτικά περιέγραψα, αποκτούν ιδιαίτερη σημασία όταν προστεθεί η πληροφορία ότι για τους περισσότερους ερευνητές η περιοχή F5 του εγκεφάλου του πιθήκου είναι η ανάλογη της έλικας Broca του εγκεφάλου του ανθρώπου. Φαίνεται λοιπόν ότι η μετάβαση στις πρώτες μορφές του ανθρώπου συμπίπτει με τη μεγέθυνση του κα θρεπτικού συστήματος του προγόνου του και τη δημιουργία της περιοχής Broca. Μια τέτοια εξελικτική αλλαγή δεν είναι απαραίτητο να είναι αποτέλεσμα γονιδιακών μεταλλάξεων αλλά απλών αλλαγών της θέσης των γονιδίων στα χρωμοσώματα με αποτέλεσμα αλλαγές στις ομάδες (σύνδεσης γονιδίων, και τη δημιουργία τελικά μιάς νέας δομής όπως είναι η περιοχή Broca. Η νέα αυτή περιοχή αποτελεί κατά κάποιο τρόπο το καθρεπτικό σύστημα του ανθρώπου, το οποίο λόγω της νέας πολυπλοκότητας που δημιουργείται είναι σε θέση να ελέγχει περίπλοκες σκόπιμες διαδικασίες, όπως είναι η κατασκευή εργαλείων κατ’ αρ χάς και η εκφορά του λόγου αργότερα και δημιουργεί τις προϋποθέσεις για την ανάδυση στην φύση της ανώτερης τάξης συνείδησης. Εάν αυτό το σενάριο είναι ορθό, τότε η «περίπτωση της περιοχής Broca» μπορεί να είναι παράδειγμα ανάδυσης στη φύση νέων μηχανισμών που δίνουν τη δυνατότητα επίλυσης προβλημάτων, τα οποία δεν έχουν προηγουμένως συναντηθεί, όπως λέει ο Κώστας Κριμπάς.
Η ίδια όμως η πολυπλοκότητα προσδίδει στα συστήματα αυτά και ένα άλλο χαρακτηριστικό που είναι η πλαστικότητα, η ικανότητα δηλαδή του εγκεφάλου να αλλάζει τη δομή και λειτουργία του υπό την επίδραση του περιβάλλοντος. Στο σημείο όμως αυτό με τη βοήθεια ενός από τους κορυφαίους μελετητές της πλαστικότητας του εγκεφάλου του Ericndel, θα προσπαθήσω να προσθέσω μια άλλη διάσταση της πλαστικότητας και να μπερδέψω ίσως λίγο περισσότερο τα πράγματα. Ασφαλώς για πολλούς νευροεπιστήμονες η έννοια του ασυνείδητου είναι ανυπόστατη, όχι όμως και για τον Eric Kandel. Κατά τον Kandel, η ιδέα των ασυνείδητων νοητικών λειτουργιών δεν είναι μόνο ενδιαφέρουσα από μόνη της αυτή καθαυτή, αλλά είναι εξαιρετικά σημαντική στην προσπάθεια κατανόησης του ψυχικού ντετερμινισμού: Σ’ ένα εξαιρετικά ενδιαφέρον άρθρο του (Kandel, 1999, σσ. 505524) αναφέρεται μεταξύ άλλων ότι ένα μέρος από το ασυνείδητο εγώ μας, το οποίο ονομάζει διαδικαστικό ασυνείδητο δεν έχει απωθηθεί και αφορά ασυνείδητες συνήθειες, διαδικασίες και κινητικές επιδεξιότητες που χαρτογραφούνται στη διαδικαστική (άδηλη) μνήμη. Πολλές δε από τις αλλαγές που λαμβάνουν χώρα κατά την ψυχανάλυση αφορούν αυτή ακριβώς την περιοχή του ασυνείδητου. Αυτή η πρόοδος που πετυχαίνεται με την ψυχανάλυση δεν εξαρτάται από μία συνειδητή επίγνωση. Δεν απαιτεί με άλλα λόγια τη μετάθεση του ασυνείδητου στον χώρο της συνείδησης. Πρόκειται για αλλαγές στη συμπεριφορά που αυξάνουν την κλίμακα των διαδικαστικών στρατηγικών του ατόμου προκειμένου να υπάρξει και να πράξει. Επιτυγχάνεται δηλαδή ένα νέο «σετ» από διαδικαστικές μνήμες.
Ο Eric Kandel κάνει στο σημείο αυτό εκτενή αναφορά στη Marianne Goldberg, η οποία υποστηρίζει και πολύ σωστά, θα έλεγα ότι οι άνθρωποι δεν έχουν κανένα συνειδητό τρόπο προκειμένου να ενθυμηθούν τις συνθήκες εκείνες κάτω από τις οποίες αφομοίωσαν τους ηθικούς κανόνες, οι οποίοι ορίζουν τη συμπεριφορά τους. Αυτοί οι κανόνες απο κτήθηκαν σχεδόν αυτομάτως, όπως οι γραμματικοί κανόνες που διέ πουν τη μητρική μας γλώσσα. Ανέφερα όλα τα παραπάνω προκειμένου να υποστηρίξω μέσα από τον λόγο τον Eric Kandel την εξαιρετικά περίπλοκη συσχέτιση μεταξύ συνείδησης και ασυνείδητου. Συσχέτιση που τα συστατικά της εμφανίζουν μια εξαιρετική πλαστικότητα μέσα από την εγκατάσταση νέων μορφών άδηλης λειτουργικής μνήμης.
Εγκέφαλος και Συνείδηση |
Ένα παρόμοιο συμπέρασμα μπορεί να συνάγει κανείς διαβάζοντας προσεκτικά το μοντέλο για την ανώτερης τάξης συνείδηση του Edelman. Σύμφωνα λοιπόν με αυτό το μοντέλο η ανώτερης τάξης συνείδηση αποκτάται μέσα από την εγκατάσταση λειτουργικών κυκλωμάτων μεταξύ των γλωσσικών περιοχών Broca και Wernicke και του μετωπιαίου, κροταφικού και βρεγματικού λοβού όπου έχουν εγκατασταθεί ειδικές μνήμες «αξιών» που αποτελούν συστατικό της πρωτογενούς συνείδησης. Έτσι, όπως λέει ο Edelman, δημιουργείται ένα νέο είδος μνήμης μέσω σημασιολογικής αυτοδιέγερσης, που οδηγεί σε εν νοιολογική έκρηξη (Edelman, 1996, σσ. 210211). Πρόκειται για ένα περίπλοκο και δυσνόητο μοντέλο (μπορούσε να είναι κι αλλιώς;) που στηρίζεται στις πλαστικές ιδιότητες του εγκεφάλου.
Ένα περίπλοκο και δυσνόητο μοντέλο για τη συνείδηση όπως περίπλοκο και δυσνόητο μοντέλο είναι ο ίδιος ο εγκέφαλος. Όσο πιο βαθιά προχωρούμε στην κατανόηση της λειτουργίας του τόσο θα αυξάνουν τα δεδομένα που θα στηρίζουν την υπόθεση ότι ο εγκέφαλος γεννά/παράγει όχι μόνο την πρωτογενή συνείδηση αλλά και την ανώτερης τάξης συνείδηση. Το εξαιρετικά δύσκολο όμως ερώτημα είναι: Πώς ο εγκέφαλος παράγει συνείδηση; Υπάρχει πιθανότητα να έρθει η στιγμή που θα υπάρξει ένα παραγωγικό πρότυπο που θα εξηγεί ικανοποιητικά το πώς ο εγκέφαλος παράγει συνείδηση; Σε αντίθεση με άλλους ερευνητές η απάντησή μου στο ερώτημα αυτό είναι μάλλον απαισιόδοξη. Η γοητεία όμως της έρευνας και ιδίως της νευροεπιστημονικής έρευνας είναι το να επιδιώξεις αυτό που εκ των προτέρων θεωρείς ακατόρθωτο.